Ομιλία του πρωθυπουργού και προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στην Ολομέλεια της Βουλής
.
Είχα μια αμυδρά ελπίδα ότι θα ήταν θαρραλέος ο κ. Μητσοτάκης να έρθει σήμερα στη συζήτηση στη Βουλή στο νομοσχέδιο αυτό. Απ’ ό,τι φαίνεται, κάνει πιο ασφαλείς επιλογές. Θα έχω τη δυνατότητα αύριο να συνομιλήσω μαζί του για το πανεπιστημιακό άσυλο. Αυτό εννοώ πιο ασφαλείς επιλογές. Διότι εκεί ίσως να μπορεί ακόμα να καταστροφολογεί, επί αόριστων δεδομένων όμως. Διότι στην οικονομία η καταστροφολογία μάλλον τελείωσε.
Αναρωτιόμουν, καθώς ερχόμουν να τοποθετηθώ σήμερα στην Εθνική Αντιπροσωπεία, μία μέρα μετά την κατάθεση ενός προϋπολογισμού-τομή στην τελευταία οκταετία, που αποτυπώνει ξεκάθαρα αυτό το οποίο έχει αμφισβητηθεί εδώ και δυο χρόνια, ότι δηλαδή η οικονομία ανακάμπτει και βγαίνουμε από την πρωτοφανή αυτή μνημονιακή περιπέτεια που έζησε ο τόπος, αναρωτιόμουν ποιος θα μπορούσε να είναι ο τίτλος αυτής της παρέμβασής μου απευθυνόμενος στα έδρανα των Βουλευτών της Αντιπολίτευσης, της Αξιωματικής, της Μείζονος και της Ελάσσονος.
Νομίζω ότι ο καλύτερος τίτλος θα μπορούσε να είναι το ερώτημα «και τώρα τι θα απογίνετε χωρίς βαρβάρους;». Πάνε οι ελπίδες, χάθηκαν. Αποδείχθηκαν φρούδες και από τα μνημόνια βγήκαμε και τυπικά και ουσιαστικά. Και τις συντάξεις διασώζουμε και την ανεργία μειώνουμε και τις αδικίες αποκαθιστούμε. Και τα αναδρομικά δώσαμε. Όχι μόνο στους ένστολους, αλλά και σε όλους όσους υπέστησαν αδικίες. Και τις ασφαλιστικές εισφορές μειώνουμε. Και το κοινωνικό μέρισμα θα το ξαναδώσουμε εκεί που πραγματικά υπάρχει ανάγκη να δώσουμε, στους συμπολίτες μας που έχουν χαμηλά εισοδήματα.
Αλλά και το κυριότερο είναι ότι όλα τα μέτρα που εξήγγειλα φέτος τον Σεπτέμβρη στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, θα τα υλοποιήσουμε ένα προς ένα. Και τι θα απογίνετε τώρα, λοιπόν, είναι το ερώτημα.
Και βεβαίως ένα άλλο ερώτημα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στο οποίο θα ήθελα να με βοηθήσετε, είναι πού πήγε, αν το είδε κανείς, αυτό το περιβόητο τέταρτο μνημόνιο, το οποίο με στόμφο εξαγγείλατε ότι έρχεται εδώ και έναν χρόνο και ψάχνουμε να το βρούμε. Ψάχνω κι εγώ να βρω αυτό το τέταρτο μνημόνιο, όπως ψάχνω να βρω πού πήγαν και αυτοί οι πηχυαίοι τίτλοι στα μέσα ενημέρωσης, στις εφημερίδες, που κατατρομοκρατούσαν επί έναν και πλέον χρόνο τους συνταξιούχους, και όχι μόνον, ότι έρχεται θύελλα, ότι έρχεται τσουνάμι, ότι έρχονται περικοπές. Και να οι αναλυτικοί πίνακες με τις μειώσεις των συντάξεων που θα δουν οι συνταξιούχοι και να τα δημοσιεύματα και να οι εκπομπές. Θα πρέπει ο φίλος μου ο κ. Αυτιάς να είχε περάσει πολύ δύσκολες μέρες να κάθεται σαν αριθμομηχανή να υπολογίζει πόσο χάνει ο καθένας και η καθεμιά από τους άμοιρους τους συνταξιούχους. Τώρα τσιμουδιά. Τώρα κανείς δεν έρχεται να ξαναβγάλει αυτούς τους υπολογισμούς για να δείξει τι σώζεται στο εισόδημα αυτών των ανθρώπων.
Όπως, βεβαίως, και κανένας δεν θα κάνει τον κόπο να καταθέσει, να βγάλει προς τα έξω τους πίνακες -θα αναφερθώ σε λίγο σε αυτούς- που αφορούν στην ωφέλεια που θα έχουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες από τη διορθωτική παρέμβαση που κάνουμε σήμερα. Βεβαίως, μαζί με τα δημοσιεύματα χάθηκαν κι εκείνες οι κορώνες, όχι όλες βέβαια, περί της ανάλγητης Κυβέρνησης που φέρνει τα πιο σκληρά μέτρα.
Φέρνουμε, λοιπόν, σήμερα ένα νομοσχέδιο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το οποίο έρχεται να κάνει μια πολύ ουσιαστική διόρθωση, αλλά εγώ θα ήθελα να μην αναφερθώ μονάχα σε αυτήν τη διόρθωση, να αναφερθώ σε ένα, κατά την άποψή μου, κατόρθωμα που πετύχαμε κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες.
Και αναφέρομαι στη μεγάλη ασφαλιστική μεταρρύθμιση, η οποία επικρίθηκε όσο καμία άλλη, χαρακτηρίστηκε ως καταστροφική, ως μια μεταρρύθμιση- λαιμητόμος, που ισοπεδώνει τα πάντα και ήταν, όμως, και είναι η αιτία που βρισκόμαστε σήμερα σε μια πορεία ανάκαμψης της οικονομίας και ταυτόχρονα έχουμε καταφέρει να επιλύσουμε έναν γόρδιο δεσμό, που ήταν μπροστά σε κάθε κυβέρνηση ως εφιάλτης, όχι τα χρόνια του μνημονίου -φυσικά επιδεινώθηκε η κατάσταση στο ασφαλιστικό σύστημα στα χρόνια του μνημονίου- αλλά θα έλεγα ότι έρχεται από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 αυτός ο εφιάλτης, που αφορά τη μη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος.
Και λέω κατόρθωμα, διότι, όχι μόνον παραλάβαμε ένα σύστημα ελλειμματικό, που έβαζε μέσα τον δημόσιο προϋπολογισμό και σήμερα είναι πλεονασματικός και χάρη σε αυτά τα πλεονάσματα του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης σε μεγάλο βαθμό οφείλουμε σήμερα και τις δυνατότητες που έχει η ελληνική οικονομία να πιάνει τους στόχους που τίθενται και με ασφάλεια να μπορούμε να μοιράζουμε και αυτό το κοινωνικό μέρισμα κάθε έτος. Αλλά κυρίως διότι πετύχαμε την εξυγίανση και τη βιωσιμότητα με έναν τρόπο δίκαιο που και με την τελευταία παρέμβαση που κάνουμε σήμερα, αν συγκρίνεις τις εισφορές σε ό,τι αφορά τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αυτοαπασχολούμενους αλλά και τους μισθωτούς, στο σύνολο πλέον, και όχι μόνο στο 85%-88% περίπου που ήταν όταν ήρθε ο «νόμος Κατρούγκαλου», θα είναι ευνοϊκότερες για τους μισθωτούς, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αυτοαπασχολούμενους. Και αυτό είναι πράγματι ένα μεγάλο κατόρθωμα.
Με το νομοσχέδιο, λοιπόν, που καλείται σήμερα να ψηφίσει η Εθνική Αντιπροσωπεία προχωράμε σε πολύ σημαντικές ελαφρύνσεις για διακόσιες πενήντα χιλιάδες περίπου μη μισθωτούς.
Μειώνουμε τις εισφορές για την κύρια σύνταξη κατά 33% για ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες. Βελτιώνουμε το καθεστώς των εκπτώσεων στις εισφορές για τους νέους επιστήμονες. Μειώνουμε στο ελάχιστο την εισφορά για εφάπαξ -και μάλιστα αναδρομικά- από 1/1/2017 για τους αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες, μηχανικούς, δικηγόρους και γιατρούς.
Και αυτή η δέσμη των παρεμβάσεων, των μέτρων δεν είναι μια έκτακτη και εμβόλιμη ελάφρυνση. Είναι ενταγμένη σε μια στρατηγική που έχουμε χαράξει και υλοποιούμε με συνέπεια τα τελευταία τρία χρόνια. Επαναλαμβάνω με στόχο ένα υγιές, βιώσιμο και δίκαιο δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα. Μια στρατηγική βεβαίως που πάει μαζί και με τη βασική μας στρατηγική, τον βασικό μας στόχο που είναι η ανάκτηση της εργασίας στον τόπο μας.
Κανείς δεν θα ξεχάσει τις μέρες του 2014 όπου η ανεργία είχε σκαρφαλώσει στο 27%. Σήμερα, με βάση τα επίσημα στοιχεία, είναι στο 18,9%, δηλαδή έχουμε μείωση κατά 8%. Βεβαίως, δεν μπορεί κανείς να πάρει στα σοβαρά επιχειρήματα, όταν έχουμε πάνω από τριακόσιες χιλιάδες θέσεις εργασίας στα τρεισήμισι χρόνια που βρισκόμαστε στη διακυβέρνηση και ιδιαίτερα το πρώτο διάστημα σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, όταν ακούμε επιχειρήματα που αντί να δουν τη μεγάλη εικόνα, πιάνονται από όπου μπορούν να πιαστούν, σαν αυτό που άκουσα από τον προλαλήσαντα-σας άκουγα, μην νομίζετε ότι δεν σας άκουγα- όπου είπε ότι υπήρξε μεγάλη μείωση τον Οκτώβρη. Βεβαίως, διότι είναι η εποχική εργασία. Δεν είδατε, όμως, την πρωτοφανή αύξηση της απασχόλησης σε όλο το προηγούμενο δεκάμηνο, που συμβάλει σε αυτά τα εξαιρετικά σημαντικά κατ’ εμάς επιτεύγματα της μείωσης της συνολικής ανεργίας κατά οκτώ μονάδες και των τριακοσίων χιλιάδων και πλέον νέων θέσεων εργασίας.
Βρισκόμαστε στο σημείο εκείνο που μπορούμε να πούμε ότι πρέπει να εφησυχάζουμε; Όχι, παραμένει στο 18,9% και στόχος μας είναι να μειωθεί ακόμα περισσότερο και στόχος μας είναι το ισοζύγιο στην εργασία να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο σε ό,τι αφορά τη μερική απασχόληση και τη σταθερή εργασία. Όμως, δεν μπορεί κανείς, μα κανείς, να ισχυριστεί ότι δεν είναι επιτεύγματα που αποδεικνύουν ότι η οικονομία ανακάμπτει και ότι η χώρα και οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα να ατενίζουν το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία.
Έλεγα, λοιπόν, ότι εδώ μιλάμε για ένα υγιές, βιώσιμο και δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα, που βεβαίως για να είναι βιώσιμο και υγιές πρέπει να έχουμε αυτούς τους ρυθμούς μείωσης της ανεργίας που είχαμε την τελευταία τριετία και ακόμα περισσότερο. Το ζήτημα, όμως, είναι ότι όλο το προηγούμενο διάστημα, κυρίως τα χρόνια της μνημονιακής προσαρμογής, αλλά και πριν από τα χρόνια της μνημονιακής προσαρμογής -δεν θα ξεχάσουμε και τις άλλες ανεπιτυχείς απόπειρες επίλυσης, του δυσεπίλυτου προβλήματος βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος την περίοδο Γιαννίτση και άλλων Υπουργών- το βασικό, αν θέλετε, επιχείρημα που έβγαινε από όλους όσοι παρουσιάζονταν ως μεταρρυθμιστές ήταν η ταύτιση της έννοιας της βιωσιμότητας με την αδικία. Ήθελαν να μας πείσουν όλοι ότι δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα εάν αυτό δεν είναι άδικο για τους πολλούς.
Εμείς, λοιπόν, κινηθήκαμε στον αντίποδα αυτής της λογικής και σε συνθήκες δύσκολες προχωρήσαμε σε μια μεγάλη δομική μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος. Στήσαμε ξανά στα πόδια του το ασφαλιστικό σύστημα. Λοιδορήθηκε όσο κανένας άλλος Υπουργός στα χρόνια τα δικά μας ο Γιώργος Κατρούγκαλος. Και στη συνέχεια, βεβαίως, προχωρήσαμε και στη «μητέρα» των μεταρρυθμίσεων στο ασφαλιστικό σύστημα, που είναι το ένα Ταμείο, ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, ο οποίος αποτελούσε όραμα από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα και -δυστυχώς θα έλεγε κανείς- έγινε σε χρόνια πολύ μεγάλης πίεσης της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής οικονομίας, αλλά έγινε από εμάς.
Μόλις στον πρώτο χρόνο λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, το Ταμείο μας, ο ΕΦΚΑ, κατέστη πλεονασματικός. Κι από το 2015 –θέλω να σας το παραθέσω αυτό το νούμερο- έως σήμερα, έχουμε πληρώσει επτακόσιες σαράντα οκτώ χιλιάδες συνταξιοδοτικές παροχές, κύριες, επικουρικές και εφάπαξ, συνολικού ύψους 4,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ οι προηγούμενες κυβερνήσεις, μας είχαν αφήσει σχεδόν τετρακόσιες χιλιάδες εκκρεμείς συντάξεις. Εμείς, δηλαδή, εκκαθαρίσαμε έναν διπλάσιο αριθμό συντάξεων τα προηγούμενα τρία χρόνια.
Και βεβαίως, έχουμε εκκαθαρίσει αυτόν τον τεράστιο όγκο των εκκρεμών ληξιπρόθεσμων αιτήσεων συνταξιοδότησης και προχωρούμε σε σημαντικές ρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις, που δίνουν το αίσθημα ασφάλειας και σιγουριάς για πρώτη φορά στους συνταξιούχους του τόπου μας από το 2010 και μετά.
Αδιαμφισβήτητη απόδειξη είναι το γεγονός ότι παρά τις Κασσάνδρες -και θα επανέλθω λίγο αργότερα σε αυτό, σε ό,τι αφορά τις Κασσάνδρες δηλαδή και τις κασσανδρικές προβλέψεις- δεν θα εφαρμοστεί ένα αχρείαστο μέτρο και δημοσιονομικά, αλλά και σε ό,τι αφορά, αν θέλετε, τη δομή της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος και αναφέρομαι στην περικοπή των συντάξεων.
Το κυριότερο, όμως, είναι –και θέλω να σας το πω αυτό, γιατί είναι η πρώτη φορά που, τουλάχιστον εγώ, το λέω στη Βουλή, δεν ξέρω αν η Υπουργός το είπε στην ομιλία της- ότι όχι μόνο δεν θα κοπούν οι συντάξεις την 1-1-2019, αλλά και πεντακόσιες χιλιάδες συνταξιούχοι, με βάση αυτόν τον κατά τα άλλα «κατάπτυστο νόμο Κατρούγκαλου», από 1-1-2019 θα δουν αυξήσεις στις συντάξεις τους.
Οι αυξήσεις αυτές θα είναι της τάξης των 20 ευρώ μηνιαίως, αλλά αυτό το εικοσάρικο, ξέρετε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αντιπολίτευσης, για κάποιους συνταξιούχους, συμπολίτες μας, που μετράνε μέχρι και το τελευταίο ευρώ και που είδαν στα χρόνια σας οι συντάξεις τους να μειώνονται 40% και που έζησαν την αναξιοπρέπεια να μην μπορούν να πάρουν ένα δώρο τα Χριστούγεννα στα εγγόνια τους και που έζησαν την τρομοκρατία των Μέσων Ενημέρωσης και τη δική σας ότι θα περικοπούν οι συντάξεις τους έως 300 ευρώ την 1-1-2019, αυτό το εικοσάρικο της αύξησης είναι το κερασάκι της τούρτας της δικής σας αναξιοπιστίας.
Αλλά είναι και η απόδειξη του πόσο σημαντικό είναι αυτόν τον τόπο να κυβερνά μια Κυβέρνηση η οποία έχει έγνοια τον αδύναμο, έχει έγνοια τον συνταξιούχο και δίνει μάχη τόσο στην Ευρώπη όσο και εντός της χώρας, προκειμένου να υπερασπιστεί τα δικά του δικαιώματα και το δικό του δίκιο.
Αντί, λοιπόν, για μειώσεις, θα έχουμε αυξήσεις στις συντάξεις. Κι αυτό διότι έχουμε μια μεταρρύθμιση που για πρώτη φορά στη δομή της, στη λογική της, συνέδεσε τις πραγματικές οικονομικές δυνατότητες των μη μισθωτών, με τις ασφαλιστικές τους εισφορές. Κατήργησε, δηλαδή, το προηγούμενο καθεστώς των ασφαλιστικών κλάσεων, που αύξανε αυθαίρετα το ύψος της εισφοράς αναλόγως με τα χρόνια που κάποιος ήταν στο επάγγελμα, χωρίς να υπολογίζει, όμως, τις πραγματικές δυνατότητες των ασφαλισμένων.
Το αποτέλεσμα αυτής της μεταρρύθμισης ήταν από την αρχή ευνοϊκό για τη μεγάλη πλειοψηφία των ασφαλισμένων, το είπα και πιο πριν, παρά τα αντιθέτως λεγόμενα στον δημόσιο λόγο. Ένα εκατομμύριο διακόσιες πενήντα χιλιάδες ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών, το 88% του συνόλου, μέχρι και σήμερα, πριν φέρουμε αυτή τη θετική διόρθωση, πληρώνει λιγότερες εισφορές από αυτές που κατέβαλε πριν την ίδρυση και λειτουργία του ΕΦΚΑ.
Υπήρχε, όμως, σε αυτήν την αλλαγή, σε αυτήν την μεταρρύθμιση και οφείλουμε να το παραδεχθούμε –το παραδεχθήκαμε από την πρώτη στιγμή- ένα μειονέκτημα το οποίο αφορούσε αυτό το 12%. Και κυρίως αφορούσε αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες οι οποίοι είχαν ένα εισόδημα από μια μέση κατάσταση και πάνω –μικρομεσαία θα έλεγα, για να είμαι απόλυτα ειλικρινής- όπου υπέστησαν μία δυσανάλογη επιβάρυνση. Αυτή η επιβάρυνση, βεβαίως, ήταν μια αναγκαία θυσία όλο αυτό το διάστημα, όπου «έβαλαν πλάτη» αυτοί, προκειμένου να περισωθούν συντάξεις, προκειμένου να εξυγιανθεί το ασφαλιστικό μας σύστημα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η χαμηλή, η χαμηλότερη σύνταξη στον κάθε Έλληνα πολίτη και να βγούμε από την κρίση.
Και σήμερα με την πρώτη ευκαιρία, με το που έχουμε τη δημοσιονομική δυνατότητα, ερχόμαστε αυτή τη μερική –αν θέλετε- αδυναμία του συστήματος αυτού, την αδικία δηλαδή, σε μεσαίες κατηγορίες πολιτών, να την αποκαταστήσουμε.
Και βεβαίως, με αυτήν την αποκατάσταση έχουμε αυτό το κατόρθωμα, το οποίο σας εξήγησα λίγο πριν. Μόλις τρία χρόνια μετά τη στιγμή της πλήρους κατάρρευσης του ασφαλιστικού συστήματος, κατορθώνουμε να έχουμε πια ένα πλεονασματικό ασφαλιστικό σύστημα μακροπρόθεσμα βιώσιμο, αλλά το σημαντικότερο απ’ όλα, δικαιότερο απ’ αυτό που είχαμε γνωρίσει μέχρι σήμερα.
Θέλω, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να αναφερθώ πέραν της μείωσης των εισφορών και σε μια σειρά από παρεμβάσεις, οι οποίες κατά τη γνώμη μου διαμορφώνουν ένα συνολικότερο πλαίσιο για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, αλλά και για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και την ανάδειξη της εργασίας και του δικαιώματος της εργασίας στον τόπο μας.
Αναφέρθηκα πιο πριν στη μείωση της ανεργίας. Κατά την άποψή μου, όμως, μεγάλη σημασία έχει και το γεγονός ότι τα τρία τελευταία χρόνια η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας και βεβαίως όλο το προσωπικό, όλοι οι άνθρωποι που δουλεύουν στο Υπουργείο Εργασίας, έχουν κάνει μια εξαιρετική προσπάθεια για να καταπολεμήσουν χρόνιες μεγάλες παθογένειες, που αφορούν το καθεστώς και το μοντέλο της εργασίας στον τόπο μας.
Αναφέρομαι ειδικότερα στην αδήλωτη εργασία και στην καταπολέμησή της. Από 19% που ήταν το 2014, μειώθηκε στο 12% σήμερα. Και αυτό οφείλεται στο ότι ενισχύθηκε το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, τόσο με προσωπικό όσο και μέσω της ίδρυσης νέων τμημάτων, αλλά και θεσμικής του θωράκισης και ξεκίνησε εν μέσω προγραμμάτων μια δύσκολη προσπάθεια, η οποία συνεχίζεται με το παρόν νομοσχέδιο, που βεβαίως οφείλεται και στην πολιτική βούληση να ενισχυθεί το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας και να μην λειτουργεί ως ένα Σώμα που κάνει κρυφές συμφωνίες και διακανονισμούς με μεγαλοεργοδότες πίσω από την πλάτη των εργαζόμενων. Γιατί αυτό γινόταν τα προηγούμενα χρόνια.
Να αναφερθώ, επίσης, στις προσπάθειες που κάνουμε για τη συνολική ρύθμιση της αγοράς εργασίας μέσω της επαναφοράς των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που είχαν ως αποτέλεσμα ήδη μέσα σε μόλις τρεις μήνες μετά το τέλος των μνημονίων να έχουν επεκταθεί δέκα κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας και σχεδόν διακόσιες χιλιάδες εργαζόμενοι να βλέπουν σημαντική αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματός τους ήδη.
Και βεβαίως, να αναφερθώ και στις προσπάθειές μας για την καταπολέμηση της παραβατικότητας στους χώρους εργασίας μέσω μιας σειράς νομοθετικών ρυθμίσεων που φέρνουμε στην Βουλή τα τελευταία χρόνια και θωρακίζουν τους εργαζόμενους και τους ασφαλισμένους, ενώ ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στη βελτίωση της εργασίας αλλά και του ασφαλιστικού συστήματος στον τόπο είναι και όσα σχεδιάζουμε για τις αρχές του 2019 σε ό,τι αφορά την αύξηση του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του επαίσχυντου υποκατώτατου μισθού.
Ενός μισθού που, να θυμίσω, το 2012 κατακρημνίστηκε μέσα σε μία νύχτα κατά 22% και κατά 32% για τους νέους ανθρώπους και από τότε παραμένει καθηλωμένος μέχρι σήμερα.
Αυτά, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι τα αποτελέσματα της στρατηγικής μας. Γι’ αυτό και σήμερα έντιμα και καθαρά μπορούμε να λέμε στον ελληνικό λαό ότι οι θυσίες που έκανε αρχίζουν να πιάνουν τόπο. Γι’ αυτό και σήμερα έντιμα και καθαρά λέμε στον ελληνικό λαό ότι αυτά που δίνουμε πίσω, ως ανταποδοτικότητα των θυσιών που έκανε για να μπορούμε σήμερα εμείς να λέμε ότι πετύχαμε και βγαίνουμε από την κρίση, δεν είναι παροχές, δεν είναι «Τσοβόλα, δώστα όλα», όπως λέτε. Αλλά είναι το γεγονός ότι μπορούμε πια να δρέπουμε τους καρπούς ενός συντονισμένου σχεδίου και μιας δύσκολης προσπάθειας που κάναμε αυτά τα τρία χρόνια.
Βέβαια μας έχετε μπερδέψει, είναι αλήθεια. Μια μας λέτε ότι φέρνουμε τέταρτο μνημόνιο, την άλλη μας λέτε «Τσοβόλα, δώστα όλα» και στο τέλος τα ψηφίζετε και αυτά τα «δώστα όλα».
Μάλλον ο κ. Τσοβόλας θα πρέπει να είναι ευτυχισμένος αυτές τις ημέρες διότι χαίρει οικουμενική αποδοχής. Αυτό φαίνεται.
Αλλά, επιτρέψτε μου, μιας και δεν θα υπάρξουν πολλά μέσα ενημέρωσης που με τον ίδιο τρόπο που επιχείρησαν να κατατρομοκρατήσουν τον ελληνικό λαό να του πουν τώρα τι ωφελήματα θα έχει από αυτές τις παρεμβάσεις και από το γεγονός ότι βγήκαμε από τα μνημόνια, να σας πω δυο-τρίαπαραδείγματα και να καταθέσω και τους σχετικούς πίνακες για να τους μελετήσετε καλύτερα.
Με το νομοσχέδιο, λοιπόν, που καταθέτουμε σήμερα αποκαθίστανται αδικίες. Αλλά εδώ αφήστε με να δώσω δύο παραδείγματα. Ένας αγρότης με εισόδημα 10.000 ευρώ τον χρόνο από 1/1/2019 θα πληρώσει 600 ευρώ λιγότερα από το προβλεπόμενο για το έτος ποσό που θα έδινε ως εισφορές στην εισφορά κύριας σύνταξης. Δηλαδή θα έχουμε μία μείωση για τον αγρότη του ετήσιου εισοδήματος των 10.000 ευρώ κατά 33% στις εισφορές του.
Ένας ελεύθερος επαγγελματίας που βγάζει 12.000 ευρώ τον χρόνο θα έχει ετήσια μείωση κατά 800 ευρώ για την εισφορά κύριας σύνταξης, δηλαδή 33% μείωση.
Ένας γιατρός με μηνιαίο εισόδημα 2.000 ευρώ θα έχει μείωση της ετήσιας συνολικής εισφοράς, δηλαδή κύρια σύνταξη και εφάπαξ, 1.270 ευρώ τον χρόνο, πάλι 33%.
Ένας μηχανικός που βγάζει 1.600 ευρώ τον μήνα θα δει ετήσια μείωση 1.400 ευρώ της συνολικής εισφοράς για κύρια σύνταξη και εφάπαξ, δηλαδή επίσης 33%.
Και, εάν εξαιρέσουμε τον αγρότη, αναφέρθηκα σε κατηγορίες και εισοδήματα μεσαίας διαστρωμάτωσης, για να τελειώσει και αυτή η ιδεοληπτική σας διαρκής αναφορά ότι εμάς τάχα το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι να διαλύσουμε τη μεσαία τάξη. Εσείς τη διαλύσατε τη μεσαία τάξη. Εμείς ερχόμαστε να την αποκαταστήσουμε.
Κλείνω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Πόσες φορές, αλήθεια, έχετε μιλήσει το τελευταίο διάστημα για τέταρτο μνημόνιο; Θα είναι ενδιαφέρον να καταγράψουμε πόσες φορές έχει πει ο κ. Μητσοτάκης ότι έρχεται το τέταρτο μνημόνιο. Νομίζω ότι θα έχει ενδιαφέρον για τα σποτάκια των εκλογών του Οκτώβρη του 2019, να καταγράψουμε πόσες φορές έχει πει ότι έρχεται το τέταρτο μνημόνιο.
Αλλά, δεν είναι μόνο αυτό. Επενδύσατε στην καταστροφολογία. Από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω; Είχατε πει ότι δεν θα βγουν οι αξιολογήσεις. Είχατε πει ότι δεν θα καταφέρουμε να πιάσουμε πλεονάσματα. Είχατε πει ότι θα ενεργοποιηθεί ο περίφημος κόφτης για τις συντάξεις. Δεν ενεργοποιήθηκε και τώρα εσείς τον φέρνετε στη Συνταγματική Μεταρρύθμιση.
Είχατε πει, όταν μας ανάγκασε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να πάμε σε αυτόν τον παραλογισμό της συννομοθέτησης 1% θετικά και 1% αρνητικά μέτρα –μέτρα και αντίμετρα- ότι δεν υπάρχουν αντίμετρα, αλλά υπάρχουν μόνο μέτρα.
Τώρα βρίσκεστε στη δυσάρεστη θέση να βλέπετε ότι συμβαίνει το αντίθετο, δεν έρχονται μέτρα αλλά έρχονται αντίμετρα. Αναρωτιέμαι πόσο πολύ, πόσο περισσότερο μπορεί κανείς να αστοχήσει στις πολιτικές του προβλέψεις και στις πολιτικές του τοποθετήσεις. Δεν πιστεύω να υπάρχει στη μεταπολιτευτική ιστορία, τουλάχιστον, που μπορεί κανείς να παρακολουθήσει άλλος πολιτικός αρχηγός, εκτός του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη που να έχει πέσει τόσες πολλές φορές έξω στις εκτιμήσεις και στις προβλέψεις του και μάλιστα μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Όμως, αυτό που παρακολουθώ είναι ότι δεν έχετε, τουλάχιστον, την ευθιξία να πείτε «εν πάση περιπτώσει, κάναμε λάθος εκτιμήσεις, βρε αδερφέ». Διαρκώς συνεχίζετε να επενδύετε στην καταστροφή και στην άρνηση. Δεν έχετε κάτι θετικό να αντιπροτείνετε και βεβαίως, δεν είναι εύκολο να τα ξεχάσουμε όλα αυτά. Δεν έγιναν πριν από πολλά χρόνια, τον Ιούλιο έγιναν. Πριν από τρεις μήνες ήταν σε αυτή εδώ τη Βουλή όταν είχε έρθει ο Επίτροπος Μοσκοβισί και εσείς «τον πήρατε από τα μούτρα», τον πετροβολήσατε, γιατί τόλμησε μέσα στην Αίθουσα της Γερουσίας-δεν βλέπω τον κ. Χατζηδάκη, δεν είναι εδώ σήμερα- να πει ο άνθρωπος ότι το μέτρο της περικοπής των συντάξεων το επέβαλε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Κομισιόν, δεν είναι αναγκαίο και μπορούμε να το ξαναδούμε, αν η ελληνική οικονομία πιάνει τους στόχους.
Τι ήθελε να το πει αυτό! Τι κομματάρχη του ΣΥΡΙΖΑ τον είπατε! Τι ότι αν οι συμφωνίες μπορούν να ακυρώνονται, τότε να το πει καθαρά, όπως του έλεγε μέσα ο κ. Χατζηδάκης στη συνεδρίαση. Αργότερα ο κ. Μητσοτάκης με δημόσια δήλωσή του ζήτησε να είναι πιο προσεκτικός ο κύριος Επίτροπος στις τοποθετήσεις του. Γιατί; Γιατί άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην κοπούν οι συντάξεις.
Θέλετε να τα ξεχάσουμε όλα αυτά, αλλά δεν είναι εύκολο να τα ξεχάσουμε όλα αυτά. Γιατί, όμως, τα υπενθυμίζω εδώ λέξη προς λέξη; Γιατί θέλω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να συλλογιστούμε για ποιο λόγο είναι αυτή η αντίδραση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ιδιαίτερα στο θέμα των συντάξεων. Όχι, δεν πιστεύω ότι ο λόγος είναι ότι έχουν μια μοχθηρία απέναντι στους συνταξιούχους και ήθελαν πραγματικά να κοπούν οι συντάξεις, αλλά γιατί μέσω αυτής της μεγάλης επιτυχίας της Κυβέρνησης, που στο τέλος-τέλος είναι επιτυχία της Ελλάδας και είναι επιτυχία του ελληνικού λαού, το αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας καταστρέφεται ολοσχερώς και πλέον δεν υπάρχει αφήγημα ούτε για τέταρτο μνημόνιο, αλλά ούτε και για εναλλακτική πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για προοπτική μείωσης των φόρων, διότι εμείς ό,τι είπαμε στη ΔΕΘ και ότι υπάρχει περιθώριο μέσα στο δημοσιονομικό πλαίσιο που βρίσκεται η ελληνική οικονομία να προχωρήσουμε, το προχωράμε.
Θα ήθελα, λοιπόν, κλείνοντας να σας πω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αν είναι να αισθάνεστε καλύτερα όταν θα ψηφίζετε αυτά τα νέα μέτρα που φέρνουμε, τις ελαφρύνσεις, τα οποία, βεβαίως, τα λέτε «παροχές» αλλά τα ψηφίζετε, μήπως να τα βαφτίσουμε με δική μας πρωτοβουλία «μέτρα του τετάρτου μνημονίου», μέτρα του δικού μας μνημονίου.
Μόνο που η διαφορά αυτών των μέτρων, που θα ψηφίζετε ένα προς ένα, με τα άλλα μνημονιακά μέτρα είναι ότι τα προηγούμενα μνημόνια ήταν μνημόνια με τους δανειστές. Αυτό το μνημόνιο που φέρνουμε εμείς, είναι μνημόνιο με τον λαό γιατί αφορά τις ανάγκες του, αφορά την προοπτική του, αφορά τη στήριξή του για ένα καλύτερο αύριο.
Το δικό μας, λοιπόν, τέταρτο μνημόνιο, το μνημόνιο με τον λαό, θα μας δεσμεύει από εδώ και στο εξής για να συνεχίσουμε στην προσπάθεια μείωσης της ανεργίας, για να συνεχίσουμε την προσπάθεια να κάνουμε πράξη αυτό που λέμε δίκαιη ανάπτυξη και παραγωγική ανασυγκρότηση, για να στηρίξουμε το κοινωνικό κράτος, για να ελαφρύνουμε ακόμα περισσότερο και με βάση τις δυνατότητές μας τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, για να στηρίξουμε όσο μπορούμε τους συνταξιούχους, για να δώσουμε δουλειές στις νέες και στους νέους. Και κυρίως, αυτό το μνημόνιο με τον λαό θα μας θυμίζει ότι πρέπει να κάνουμε διαρκώς ό,τι περνάει από το χέρι μας για να μη ξαναγυρίσει ποτέ ο τόπος σε αυτές τις καταστροφικές πολιτικές της λιτότητας και στις συνταγές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Αυτό, λοιπόν, λέει το δικό μας μνημόνιο, το μνημόνιο με τον λαό. Και αυτό το μνημόνιο με το λαό θα το επικυρώσουμε το φθινόπωρο του 2019 με την ανανέωση της λαϊκής εντολής για να πάμε ακόμα πιο μπροστά.