Εισαγωγική τοποθέτηση του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία στην εκδήλωση για τις προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία για τα εργασιακά
Φίλες και φίλοι,
Είμαστε πολύ χαρούμενοι που βρισκόμαστε σήμερα εδώ στα Λιπάσματα της Δραπετσώνας, σε έναν χώρο που αποδώσαμε στους πολίτες της περιοχής κι είμαστε πολύ χαρούμενοι γι’ αυτό.
Έναν χώρο που παρά τη ζέστη της ημέρας δίνει δροσιά καλοκαιρινή τα απογεύματα. Και είμαστε σήμερα εδώ να παρουσιάσουμε τις θέσεις μας για την εργασία και έτσι να κλείσουμε έναν μεγάλο κύκλο προγραμματικών θέσεων. Έναν κύκλο που ολοκληρώνεται σήμερα, στην πορεία προς την Προγραμματική μας Συνδιάσκεψη που ξεκινάει την ερχόμενη Παρασκευή.
Η χώρα μας μετά το χτύπημα της πανδημίας έχει σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, την ανάγκη για μια νέα αρχή. Μια νέα αρχή που θα της επιτρέψει να αφήσει πίσω της μια πολύ επώδυνη οικονομικά, κοινωνικά και ψυχικά περίοδο. Το πρώτο βήμα, είναι μια κοινή συλλογική δέσμευση. Πολιτών και Πολιτείας. Ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Που θα ορίζει σαφώς το πώς θα χτίσουμε μια Ελλάδα σύγχρονη, ισχυρή και πάνω απ’ όλα, δίκαιη.
Σήμερα, λοιπόν, ο σκοπός μας είναι να μιλήσουμε για το πρώτο άρθρο αυτού του κοινωνικού συμβολαίου: Το παρόν και το μέλλον του εργαζόμενου κόσμου. Η επιστροφή στην ανάπτυξη για να είναι και επιστροφή στην ευημερία είναι απαραίτητο να συμπεριλαμβάνει όλους τους πολίτες. Η ανάπτυξη που θα αφορά μόνο τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους δεν μπορεί να είναι μια ανάπτυξη που θα φέρει ευημερία και κοινωνική ειρήνη. Γι’ αυτό δίπλα στους δείκτες της ανάπτυξης η έγνοια μας πρέπει να είναι ισχυρή και για τους δείκτες της κοινωνικής συνοχής. Και η κοινωνική συνοχή διασφαλίζεται μόνο μέσα από ένα σταθερό πλαίσιο που θα παρέχει δικαιοσύνη και ασφάλεια στην εργασία.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Σήμερα αντιμετωπίζουμε έναν κίνδυνο αλλά και μια ευκαιρία. Η νέα κρίση έχει παράξει μια νέα μεγάλη ύφεση και ένα ακόμα κύμα νέων λουκέτων και ανεργίας. Σε αυτό το περιβάλλον υπάρχει ο κίνδυνος της παγίωσης ενός κλίματος μειωμένων προσδοκιών. Μιας κοινωνίας η οποία δεν μπορεί να έχει καμία βάσιμη ελπίδα για μια καλύτερη ζωή, τόσο για τις σημερινές όσο και τις επόμενες γενιές.
Αυτός ο κίνδυνος όμως, των μειωμένων προσδοκιών, αποτελεί δυστυχώς, μια επιθυμία, μια ευχή για τη σημερινή κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση που επέλεξε πάνω στο σοκ της πανδημίας να ξηλώσει το 8ωρο, να νομιμοποιήσει την απλήρωτη εργασία και να ιδιωτικοποιήσει την επικουρική ασφάλιση εν μέσω κρίσης, με κόστος περίπου 56 δισ. ευρώ που θα κληθούν να καλύψουν οι φορολογούμενοι, οι συνταξιούχοι και οι ασφαλισμένοι.
Μίλησα για ευχή, διότι η προϋπόθεση της υλοποίησης αυτού του σχεδίου είναι μια κοινωνία αποκαμωμένη που δεν θα έχει πια απαιτήσεις, αλλά θα παλεύει μονάχα για την επιβίωση. Με κάθε τρόπο. Μια κοινωνία που ο εργαζόμενος του 12ωρου θα πρέπει να νιώθει τυχερός απέναντι στον άνεργο και ο μισθωτός των 800 ευρώ, προνομιούχος έναντι του μισθωτού των 400.
Υπάρχει όμως και η ευκαιρία δίπλα σε αυτό τον ορατό κίνδυνο. Και αυτή έγκειται στο γεγονός ότι ο κόσμος μας μετά τη πανδημία φαίνεται να αλλάζει ριζικά. Και ολοένα και περισσότεροι, παντού σε όλο το πλανήτη, συνειδητοποιούν ότι την επόμενη μέρα δεν πρέπει να επιστρέψουμε στην κανονικότητα της εκμετάλλευσης αλλά να οργανώσουμε την πραγματικότητα μιας καλύτερης ζωής. Ολοένα και περισσότεροι παραδέχονται πια ότι ένα οικονομικό μοντέλο το οποίο εντείνει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, καταστρέφει το περιβάλλον και ανακυκλώνει τις κρίσεις του, έχει κλείσει πια τον κύκλο του.
Ακόμη και στη καρδιά του δυτικού καπιταλισμού, στις ΗΠΑ, ο Πρόεδρος Μπάιντεν μίλησε πριν από λίγο καιρό για το τέλος αυτού του μοντέλου και την ανάγκη αύξησης των μισθών. Και προχωρεί σε τέτοια βήματα.
Ο ΠΟΥ και η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας κάνουν έκκληση για τη μείωση του χρόνου εργασίας.
Ο ΟΗΕ στους Στόχους για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, μιλά για την ανάγκη καταπολέμησης του κινδύνου της ακραίας φτώχειας που παράγουν οι ανισότητες.
Σημαντικές χώρες στην Ευρώπη, όπως η Ισπανία, θεσπίζουν πολιτικές μείωσης του εργάσιμου χρόνου.
Ενώ μέσα στην πανδημία, από την αρχή του έτους ήδη 17 χώρες της ΕΕ έχουν αυξήσει τον κατώτατο μισθό.
Ας μιλήσουμε λοιπόν γι΄ αυτή την ευκαιρία.
Ξεκινώντας, θα έλεγα να στρέψουμε το βλέμμα μας στη γειτονιά μας, την Ευρώπη. Παρότι η σχέση μας με την Ευρώπη δοκιμάστηκε στα σκληρά χρόνια της οικονομικής κρίσης, το πραγματικό δίλημμα δεν ήταν ποτέ για τους Έλληνες και τις Ελληνίδες και για την Ελλάδα, την ελληνική κοινωνία το αν «μένουμε Ευρώπη». Αυτό ήταν λυμένο.
Το ουσιώδες δίλημμα ήταν και παραμένει ακόμα: αν θα «γίνουμε Ευρώπη». Αν θα πιάσουμε ή έστω θα πλησιάσουμε τα ευρωπαϊκά δεδομένα σε μια σειρά κοινωνικών δεικτών, κριτηρίων και δικαιωμάτων, με πρώτο αυτό της εργασίας και του διαθέσιμου εισοδήματος.
Το λέω αυτό, διότι στην ΕΕ σήμερα οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας καλύπτουν πάνω από το 60% των εργαζόμενων. Στην Ελλάδα καλύπτουν μόλις το 14,7% των εργαζόμενων. Ο μέσος όρος ανεργίας στην ΕΕ είναι 7,3%. Στην Ελλάδα σήμερα είναι, παρά την μείωση των τελευταίων χρόνων, στο 17%. Η μέση διάρκεια της εργασιακής εβδομάδας στην Ευρωζώνη είναι 37 ώρες. Στην Ελλάδα είναι 42 ώρες.
Πώς λοιπόν θα «γίνουμε Ευρώπη», όταν μια κοντόφθαλμη και αναχρονιστική πολιτική και οικονομική ελίτ προσπαθεί εδώ και χρόνια να μας κρατήσει παγιωμένους στο «Εδώ είναι Βαλκάνια»; Μένουμε μεν Ευρώπη, αλλά απέχουμε πολύ από όσα συμβαίνουν στην Ευρώπη.
Η απάντηση στο ερώτημα “πώς θα γίνουμε Ευρώπη” βρίσκεται στις αρχές του νέου κοινωνικού συμβολαίου για την Ελλάδα της επόμενης μέρας. Αρχές που φιλοδοξούμε σήμερα να παρουσιάσουμε.
Πρώτη αρχή: Δικαιοσύνη
Δικαιοσύνη σημαίνει πρώτα από όλα προστασία του δικαιώματος στην εργασία, προστασία της μόνιμης και σταθερής δουλειάς και ίσα δικαιώματα για όλους και όλες. Τόσο θεσμικά, όσο και στην πράξη. Εκκινώντας από τις αναγκαίες ριζικές τομές για το λεγόμενο σύγχρονο πρεκαριάτο. Τους εργαζόμενους δηλαδή σε επισφαλείς μορφές απασχόλησης (εργολαβικούς, ενοικιαζόμενους, εργαζόμενους με καταχρηστικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου).
Σχεδιάζουμε μια σειρά από παρεμβάσεις:
-Ριζικές θεσμικές τομές ώστε να κατοχυρώνονται τόσο τα εργασιακά τους δικαιώματά όσο και η βασική αρχή της ίσης αμοιβής για ίσης αξίας εργασία.
Σχεδιάζουμε επίσης:
-Θέσπιση αυστηρού θεσμικού πλαισίου για τις εργολαβίες με στόχο την κατάργηση της εικονικής εργολαβίας με θέσπιση σαφών όρων και προϋποθέσεων.
-Ένταξη όλων όσοι εργάζονται, με όποια σχέση και μορφή εργασίας σε έναν κλάδο, στις πρόνοιες της οικείας κλαδικής σύμβασης.
-Ρύθμιση και προάσπιση των εργασιακών δικαιωμάτων όσων εργάζονται σε αποσχίσεις κλάδων.
-Μετατροπή σε αορίστου χρόνου των συμβάσεων όσων εργάζονται με μπλοκάκια και διαρκώς ανανεούμενες συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
-Αναγνώριση των εργαζομένων σε ηλεκτρονικές πλατφόρμες, το νέο αυτό φαινόμενο, ως μισθωτών, με θέσπιση, μεταξύ άλλων, τεκμηρίου υπέρ του χαρακτήρα της εργασίας τους ως εξαρτημένης, για τη στοιχειώδη κατοχύρωση τους στα θέματα ωραρίου, μισθού και προστασίας της υγείας και ασφάλειάς τους.
-Ρύθμιση της τηλεργασίας, που ήρθε και γενικεύτηκε την περίοδο της πανδημίας, αλλά μάλλον ήρθε για να μείνει και μετά. Με τη διασφάλιση και την ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου που τη ρυθμίζει ως μισθωτή εργασία από απόσταση με σεβασμό στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Δεύτερη αρχή σε αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο που προτείνουμε: Η Ασφάλεια
Είναι ζωτικής σημασίας, κάθε πολίτης αυτής της χώρας να νιώσει ασφάλεια για να μπορέσει να σχεδιάσει τη ζωή του. Να μην ξυπνά κάθε πρωί με το φόβο της μείωσης μισθού, της απλήρωτης υπερωρίας, ακόμα και της απόλυσης.
Το πρώτο βήμα εδώ είναι προφανώς η ακύρωση του αντικοινωνικού νόμου Χατζηδάκη. Του νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ πριν από λίγες ημέρες στο ελληνικό κοινοβούλιο. Έναν νόμο που δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί δεν υπήρξε από την μεταπολίτευση και μετά χειρότερη, αντιλαϊκότερη νομοθεσία ρύθμισης των εργασιακών σχέσεων. Πιο αντεργατική, να το πω έτσι, παρέμβαση νομοθετική όπως αυτή που συμπυκνώθηκε σε ένα νομοσχέδιο εκατοντάδων άρθρων, -γιατί κρατήσανε στην άκρη δεκάδες άρθρα που αφορούσαν την κύρωση μιας ευρωπαϊκής οδηγίας και διεθνών συμβάσεων που είχαν και θετικά άρθρα-, την κρατήσανε δύο χρόνια στα συρτάρια για να προσθέσουν αυτά τα θετικά σε ό,τι πιο αντιδραστικό έχει έρθει ποτέ στη Βουλή, σε εργασιακό νομοσχέδιο να ψηφιστεί που στη πραγματικότητα καταργεί το 8ωρο και μειώνει τις αμοιβές των εργαζομένων.
Αλλά δεν φτάνει μόνο η κατάργηση του νόμου Χατζηδάκη. Χρειάζεται να σχεδιάσουμε την επαναρρύθμιση των σχέσεων εργασίας στο τόπο μας, ώστε να συγκλίνουμε στο ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Για τον λόγο αυτό, σχεδιάζουμε:
-Ένα ισχυρό σύστημα Συλλογικών Διαπραγματεύσεων.
Αποκατάσταση και διεύρυνση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας με πλήρη επαναφορά και θεσμική κατοχύρωση των αρχών της ευνοϊκότερης ρύθμισης και της επεκτασιμότητας.
Υποχρεωτική επέκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και των διαιτητικών αποφάσεων χωρίς το προαπαιτούμενο της κάλυψης ποσοστού πλέον του 50% των εργαζομένων.
Την αποκατάσταση του συνταγματικού δικαιώματος της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία.
Την επαναφορά του βάσιμου λόγου απόλυσης, που θεσπίσαμε μόλις βγήκαμε από τα μνημόνια και μέσα σε μια νύκτα, με μια πραγματικά τροπολογία, θερινή της τελευταίας στιγμής σε άσχετο νομοσχέδιο, τον Ιούλη, αμέσως μόλις εξελέγη ο κ. Μητσοτάκης έφερε στη Βουλή για να καταργήσει αυτή την φιλεργατική νομοθετική παρέμβαση που είχαμε φέρει ως κυβέρνηση το προηγούμενο διάστημα εμείς.
Σχεδιάζουμε επίσης την προστασία των εργαζόμενων στην πράξη, με έναν ισχυρό και αξιόπιστο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, με σημαντικό αριθμό προσλήψεων ώστε να φτάσει τα 1.500 στελέχη, για πολλαπλάσιο αριθμό ενεργών επιθεωρητών εργασίας στον δρόμο διαρκώς και στους δυο κλάδους επιθεώρησης.
Σχεδιάζουμε επίσης τον ριζικό επανασχεδιασμό του θεσμικού πλαισίου για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία με έμφαση στην πρόληψη και την ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων. Τους τελευταίους μήνες θρηνήσαμε, δυστυχώς, πέντε θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα.
Σχεδιάζουμε επίσης την καθιέρωση Εθνικού Συστήματος Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία με τη δημιουργία ειδικού φορέα για την ασφάλιση του επαγγελματικού κινδύνου.
Και τέλος, την εφαρμογή των αρχών Υγείας και Ασφάλειας στο Δημόσιο και την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Με στόχο τη διεύρυνση και την ισοτιμία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα στα Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα.
Αν η δεύτερη αρχή είναι η Ασφάλεια, η τρίτη αρχή είναι η Δημοκρατία
Η φωνή και η ισχύς του εργαζόμενου κόσμου, είναι απαραίτητο στοιχείο μιας υγιούς αγοράς εργασίας. Το κράτος μπορεί να είναι ο βασικός πυλώνας προστασίας απέναντι στην αυθαιρεσία και οι εργαζόμενοι έχουν τον πλέον κρίσιμο ρόλο στη συλλογική υπεράσπιση αλλά και τη διεύρυνση των δικαιωμάτων τους.
Για να έχουν όμως αυτή τη δύναμη προϋποτίθεται:
-Η κατοχύρωση και ενίσχυση της συλλογικής αυτονομίας και της συνδικαλιστικής δράσης.
-Η αποκατάσταση και θεσμική κατοχύρωση του δικαιώματος της απεργίας.
-Η ενίσχυση της συμμετοχής των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους στο σχεδιασμό της διαδικασίας της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της δίκαιης μετάβασης.
Αν μιλήσαμε μέχρι τώρα για τη δικαιοσύνη, για την ασφάλεια, για τη δημοκρατία, η τέταρτη αρχή έχει το όνομα αξιοπρέπεια.
Αξιοπρέπεια για κάθε πολίτη, αξιοπρέπεια για τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες στη χώρα μας.
Και πώς θα επαναφέρουμε την αξιοπρέπεια, πώς θα χτίσουμε την αξιοπρέπεια; Εδώ θα μου επιτρέψτε να πω ότι είναι δύο βασικοί άξονες. Ο ένας άξονας αφορά τον μισθό, την αμοιβή, το εισόδημα. Ο δεύτερος αφορά τον χρόνο εργασίας.
Σε ό,τι αφορά τον μισθό, στόχος μας είναι να αντιστοιχεί σε ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Ως κυβέρνηση, αμέσως μόλις βγάλαμε τη χώρα από τα μνημόνια, αυξήσαμε –θα θυμάστε- τον κατώτατο μισθό από τα 586 στα 650 και καταργήσαμε τον ρατσιστικό υποκατώτατο για τους νέους ανθρώπους. Και αναγγείλαμε τότε την σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού ανά έτος, το ‘20 και το ‘21, μέχρι να φτάσει τα 750, οπότε και σχεδιάζαμε να παραδώσουμε τη ρύθμιση του κατώτατου μισθού στη διαπραγμάτευση των κοινωνικών εταίρων.
Προέκυψαν οι εκλογές βεβαίως τον Ιούνη του ΄19. Αν θυμάστε, προεκλογικά τα ερωτήματα που ετίθεντο τότε στους εκπροσώπους της ΝΔ, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αύξησε τον κατώτατο μισθό και εξήγγειλε σταδιακή αύξησή του κατά 50 ευρώ το χρόνο για τα δύο επόμενα έτη, η απάντηση ήταν, ναι, κι εμείς θα το κάνουμε. Όσο το είδατε εσείς να το κάνουν, άλλο τόσο το είδαν και οι εργαζόμενοι.
Και η αλήθεια είναι ότι αν εμείς δεν είχαμε προχωρήσει με ταχύτητα τότε στις αρχές του ΄19, διότι δεν ήταν αυτή η επιτήρηση από την Ευρώπη, μόλις είχαμε βγει από τα μνημόνια, υπήρχε ακόμα πίεση. Αν δεν είχαμε προχωρήσει με ταχύτητα σ’ αυτή την αύξηση, ακόμα ο μισθός σήμερα θα ήταν στα επίπεδα τα μνημονιακά.
Σχέδιο μας λοιπόν και δέσμευσή μας είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού την επόμενη κιόλας μέρα της συγκρότησης προοδευτικής κυβέρνησης στον τόπο μας στα 800 ευρώ. Κατώτατος μισθός στα 800 ευρώ και στη συνέχεια επαναφορά του προσδιορισμού του στη συλλογική διαπραγμάτευση, μέσω της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Τα 800 ευρώ δεν είναι μια τυχαία προσέγγιση. Με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ αποτελούν το 60% του διάμεσου ακαθάριστου μισθού πλήρους απασχόλησης.
Στην ίδια κατεύθυνση στήριξης του εισοδήματος έχουμε κι άλλη μια σημαντική παρέμβαση, μια παρέμβαση που αφορά και στη δημιουργία αντικινήτρων για τον περιορισμό της υποδηλωμένης εργασίας, τον περιορισμό της μερικής απασχόλησης. Σχεδιάζουμε λοιπόν την προσαύξηση του νόμιμου ωρομισθίου για την μερική απασχόληση κατά 20%.
Με αυτές τις δύο παρεμβάσεις γίνεται μια ουσιαστική ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζομένων.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού, η στήριξη του εισοδήματος και της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων δεν αποτελεί μόνο εργαλείο αναδιανομής πλούτου και άρα μέτρο κοινωνικής δικαιοσύνης. Θα μου επιτρέψετε να σας πω ότι είναι και ένα πολύ ισχυρό αναπτυξιακό μέτρο, αφού θα τονώσει την εσωτερική ζήτηση στην οικονομία και άρα θα συμβάλλει στην αναπτυξιακή της δυναμική.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις από ένα ολιστικό σχέδιο που θα περιλαμβάνει όλα όσα έχουμε εξαγγείλει, όπως η διαγραφή μέρους ιδιωτικού χρέους, την ισχυρή στήριξη για την επανεκκίνησή τους, τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, δεν έχουν να χάσουν κάτι από την αύξηση του κατώτατου μισθού, αφού η αύξηση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών θα ενισχύσει σημαντικά τους τζίρους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Επιπλέον, σε αντίθεση με τον μύθο που λέει ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού απειλεί τις θέσεις εργασίας, κάτι τέτοιο δεν επαληθεύεται ούτε από την εμπειρία της δικής μας χώρας, όταν εμείς αυξήσαμε τον κατώτατο η ανεργία συνέχισε να μειώνεται, ούτε όμως και από πολλά άλλα παραδείγματα χωρών, με κυριότερο ίσως αυτό της Ισπανίας, όπου η κυβέρνηση Podemos – PSOE τον αύξησε σημαντικά τον κατώτατο μισθό εκεί, αλλά και της Πορτογαλίας.
Εξάλλου, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην πρόταση Οδηγίας για τον κατώτατο μισθό αναφέρει ότι η αύξησή του δεν επηρεάζει την ανεργία, αλλά, αντίθετα, στηρίζει τη ζήτηση και αποτελεί προϋπόθεση για την επανεκκίνηση της οικονομίας και για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτό που, αντιθέτως, έχει αποδεδειγμένα λειτουργήσει υφεσιακά στην ελληνική οικονομία ήταν οι πολιτικές της μείωσης των μισθών και της συμπίεσης εργατικών δικαιωμάτων που είδαμε ιδιαίτερα την περίοδο 2010- 2014.
Τέλος, ο δεύτερος άξονας που συγκροτεί την έννοια της αξιοπρέπειας στην εργασία, είναι αυτός που αφορά στον χρόνο εργασίας.
Η πρώτη παρέμβαση εδώ που έχουμε σχεδιάσει αφορά την μείωση του ορίου των υπερωριών και την κατάργηση της υπερεργασίας. Η υπερεργασία αποτελεί και αυτή μια ελληνική ιδιαιτερότητα σε όλη την Ευρώπη. Η κατάργησή της θα μειώσει δραστικά τα νόμιμα χρονικά όρια εργασίας, αυξάνοντας ταυτόχρονα την επιπλέον αμοιβή από 20% σε 40%.
Η δεύτερη παρέμβαση, ακόμα πιο εμβληματική, ίσως, που σχεδιάζουμε είναι η μείωση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας από το 40ωρο στο 35ωρο, χωρίς μείωση της αμοιβής.
Η διεθνής εμπειρία υπάρχει και φυσικά θα προχωρήσουμε στην απαραίτητη μελέτη επιπτώσεων ανά κλάδο και φυσικά με κοινωνική διαβούλευση, έχοντας πάντα στο τραπέζι αντισταθμιστικά μέτρα μείωσης του μη μισθολογικού κόστους. Της γενικευμένης δηλαδή εφαρμογής του 35άωρου, θα προηγηθεί προφανώς η πιλοτική εφαρμογή και η αποτίμηση του μέτρου σε ένα ισχυρό δείγμα επιχειρήσεων.
Φίλες και φίλοι,
Η πέμπτη, και τελευταία, αρχή σ’ αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο που σας παρουσιάζουμε σήμερα για την εργασία, η πέμπτη αρχή είναι η προοπτική.
Όταν μιλάμε για προοπτική δεν μπορούμε παρά να θέτουμε ως πρώτη προτεραιότητα τη μείωση της ανεργίας. Δεν μπορούμε να ξεχνάμε ότι δεν απευθυνόμαστε γενικά και αόριστα σε ένα εργασιακό τοπίο κανονικό, αλλά σε ένα εργασιακό τοπίο βομβαρδισμένο. Και στόχος μας είναι να γίνουμε Ευρώπη, όπως είπαμε στην αρχή. Το “μένουμε” το έχουμε λύσει. Να γίνουμε όμως. Να γίνουμε Ευρώπη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να μειώσει μέσα σε 4 χρόνια την ανεργία κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες. Αλλά είναι ακόμα στο 17%. Στόχος μας είναι να προσεγγίσουμε, να συγκλίνουμε στον μέσο ευρωπαϊκό όρο, που είναι το 7%.
Κατά τη διάρκεια της δικής μας διακυβέρνησης, για να μη μιλάμε γενικά και αόριστα -τι θα πει μείωση 10 ποσοστιαίες μονάδες-, δημιουργήθηκαν 376.000 νέες θέσεις εργασίας, μετρημένες μία προς μία, εκ των οποίων το 70% ήταν πλήρους απασχόλησης. Η πολιτική μας λοιπόν για τη μείωση της ανεργίας έχει ήδη δώσει διαπιστευτήρια.
Δυστυχώς όμως σήμερα έχουμε στην κυβέρνηση μια παράταξη που, όχι μόνο έχει ένα πολύ βεβαρημένο παρελθόν καθώς στην περίοδο 12-15 έφτασε την ανεργία στο 28% συνολικά και στο 60% για τους νέους, αλλά κυρίως δεν έχει ούτε σχέδιο ούτε στόχους ούτε τη βούληση για μείωση της ανεργίας. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι στο Εθνικό Σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης που παρουσίασαν στην Κομισιόν, η μείωση της ανεργίας δεν ετέθη καν ως στόχος. Ως κεντρικός στόχος θα έπρεπε να τεθεί, ως στόχος που θα έπρεπε να κατευθύνει όλο τον σχεδιασμό για το Ταμείο Ανάκαμψης. Τον έθεσαν, μίλησαν για νέες θέσεις εργασίας παρεμπιπτόντως για έναν αριθμό νέων θέσεων εργασίας που, σε βάθος επταετίας, είναι σχεδόν στο μισό των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν επί ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο χωρίς τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και σε ένα πολύ σκληρό δημοσιονομικό περιβάλλον, όπως όλοι θα θυμάστε. Ο μεγάλος κίνδυνος λοιπόν για τη χώρα είναι μια νέα μεγάλη αύξηση της ανεργίας το επόμενο διάστημα, ιδίως αν εφαρμοστεί για πολύ καιρό ακόμη η πολιτική της ΝΔ τόσο στην οικονομία όσο και την εργασία.
Αυτό είναι που οφείλουμε να αποτρέψουμε. Την αύξηση της ανεργίας. Και φυσικά το να μη μείνει για πολύ καιρό ακόμα στη θέση της η κυβέρνηση που παράγει αυτές τις πολιτικές.
Δεν μπορεί να χάσουμε ξανά το πιο ικανό παραγωγικό δυναμικό της χώρας, τους νέους καταρτισμένους, εξειδικευμένους, μορφωμένους επιστήμονες που ξανά είτε ετοιμάζουν βαλίτσες για έξω, είτε προσπαθούν να κάνουν δουλειές του ποδαριού για να βγάλουν τον μήνα.
Δεν ξέρω βέβαια αν είναι πολύ χαρούμενοι σήμερα γιατί μπορεί να πάρουν 150 ευρώ διότι θα εμβολιαστούν. Αυτή όμως είναι η αντίληψη της σημερινής κυβέρνησης και για τις αξίες, όπως της αλληλεγγύης, της κοινωνικής ευθύνης, αλλά κυρίως για τον τρόπο με τον οποίον σκέφτεται γι’ αυτά τα παιδιά, το μέλλον της χώρας μας, με έναν αγοραίο και χυδαίο τρόπο.
Έχουμε λοιπόν εμείς και τη βούληση και το σχέδιο να αποτρέψουμε, με συγκεκριμένες παρεμβάσεις, αυτή την εξέλιξη, τη μεγάλη και πιθανή αύξηση της ανεργίας το επόμενο διάστημα.
Με συγκεκριμένες παρεμβάσεις, και μεταξύ των οποίων είναι:
– Ένα μαζικό πρόγραμμα επιδότησης της διατήρησης θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό και κοινωνικό τομέα.
– Η στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με ρύθμιση και μερική διαγραφή των χρεών τους, όπως έχουμε εξαγγείλει, των χρεών της πανδημίας προς το δημόσιο και τις τράπεζες, με οικονομικές ενισχύσεις και δάνεια με κρατική εγγύηση για να έχουν τη δυνατότητα να προσλάβουν προσωπικό και ιδιαίτερα νέους ανθρώπους.
– Σχεδιάζουμε επίσης την αναβάθμιση και αύξηση της κλίμακας των προγραμμάτων κοινωφελούς εργασίας και δημιουργίας προσωρινών θέσεων εργασίας στο δημόσιο τομέα.
– Την ενίσχυση του ΟΑΕΔ, ώστε να υπάρχει σύζευξη ανάμεσα στις ειδικότητες των ανέργων και την αγορά εργασίας ώστε να μπορούν οι άνεργοι συμπολίτες μας να βρίσκουν πιο εύκολα δουλειά.
– Καταπολέμηση του brain drain με ένα ειδικό πρόγραμμα ενίσχυσης της απασχόλησης για 50.000 νέους επιστήμονες διάρκειας τουλάχιστον 24 μηνών, με αυξημένες αμοιβές.
– Κι ένα πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας για 100.000 συμπολίτες μας, με έμφαση στις γυναίκες, διάρκειας 12 μηνών με παράλληλη κατάρτιση/επενακατάρτιση.
Η προοπτική συνολικά όμως, επιτρέψτε μου να πω, μεταφράζεται όχι μόνο απ’ αυτές τις παρεμβάσεις και τα μέτρα, αλλά συνολικά μεταφράζεται κι απ’ αυτό που ονομάζουμε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.
Με την ουσιαστική ενίσχυση του κοινωνικού κράτους. Με τη χώρα να έχει καλά νοσοκομεία, καλά σχολεία, καλά πανεπιστήμια. Σύγχρονες δημόσιες υπηρεσίες, εναρμονισμένες στην ψηφιακή εποχή. Σύγχρονες υποδομές και δίκτυα. Και φυσικά, στη βάση αυτών, ένα νέο σύγχρονο και δίκαιο παραγωγικό μοντέλο, για το οποίο έχουμε ήδη καταθέσει μια συνολική επεξεργασμένη πρόταση.
Φίλες και φίλοι,
Το μεταρρυθμιστικό μας σχέδιο μας για την εργασία είναι μία συνολική πρόταση για μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή χώρα του 21ου αιώνα. Είναι ένα πλέγμα εγγυήσεων για κάθε εργαζόμενο, για κάθε οικογένεια, για κάθε νέα και νέο, ώστε να μπορούν να έχουν βάσιμες προσδοκίες για μια καλύτερη ζωή, εδώ στον τόπο μας, στην Ελλάδα.
Οι κοινωνίες δεν προχωρούν προσπαθώντας να αποφύγουν τα χειρότερα. Αλλά προοδεύουν προσδοκώντας τα καλύτερα.
Οι επόμενες γενιές είναι οι πρώτες που έχουν δικαίωμα να ζήσουν καλύτερα, όχι χειρότερα. Δεν μπορούμε λοιπόν να δεχτούμε ότι οι νέες και οι νέοι στον τόπο μας έχουν ως προοπτική να ζήσουν μια ζωή ανάμεσα στην ανεργία, την εργασιακή ανασφάλεια και την κακοπληρωμένη υπερεργασία. Δεν μπορεί να είναι αυτό το μέλλον των νέων ανθρώπων σήμερα. Δεν μπορεί ο πιο σκληρά εργαζόμενος λαός στην Ευρώπη, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, να μην μπορεί να μεταφράζει αυτή του την εργατικότητα του σε μια καλύτερη ζωή.
«Η πρόοδος μας δεν είναι το αν προσθέτουμε περισσότερα στην αφθονία αυτών που έχουν πολλά, αλλά αν δίνουμε αρκετά σε εκείνους που έχουν λίγα». Ξέρετε ποιος το έχει πει αυτό; Όχι. δεν το έχει πει ο Μαρξ. Το έχει πει ο Ρούζβελτ.
Και ξέρετε ακριβώς αυτή είναι η διαφορά της πολιτικής της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία. Ακριβώς αυτή είναι η διαφορά στο πολιτικό μας σχέδιο.
Η ΝΔ σχεδιάζει και δίνει περισσότερα σ’ αυτούς που έχουν πολλά, ενώ εμείς σχεδιάζουμε όχι να δώσουμε περισσότερα στην αφθονία αυτών που έχουν πολλά, δεν θέλουμε να δώσουμε σ’ αυτούς. Εμείς σχεδιάζουμε να δώσουμε αρκετά σε εκείνους που έχουν λίγα. Αυτό είναι το δικό μας σχέδιο. Και πιστεύουμε ότι μπορούμε. Μπορούμε να το πετύχουμε.
Η δική μας πεποίθηση είναι ότι η Ελλάδα μπορεί να προοδεύσει. Να γίνει μια πραγματικά σύγχρονη, ευρωπαϊκή χώρα. Μια χώρα που παράγει νέο πλούτο προστατεύοντας παράλληλα αυτούς που τον παράγουν.
Είναι στο χέρι μας να χτίσουμε ξανά μια χώρα που:
Θα σέβεται την εργασία.
Θα επιβραβεύει τη σκληρή δουλειά.
Θα δίνει χώρο στη δημιουργικότητα και την καινοτομία.
Θα γεννά στους ανθρώπους της την προσδοκία για το μέλλον.
Μια καλύτερη χώρα, για μια καλύτερη ζωή.
Αυτό είναι το σχέδιό μας και σας καλούμε να το παλέψουμε, να το διεκδικήσουμε μαζί.
Σας ευχαριστώ.
Παρεμβάσεις Αλέξη Τσίπρα στην παρουσίαση των προγραμματικών θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία για την Εργασία