Αλ. Τσίπρας στο Harvard: Τέσσερις ουσιαστικές προτάσεις για μια νέα δημοσιονομική αρχιτεκτονική της ΕΕ με στόχο την στρατηγική αυτονομία της
Αλ. Τσίπρας στο Harvard: Τέσσερις ουσιαστικές προτάσεις για μια νέα δημοσιονομική αρχιτεκτονική της ΕΕ με στόχο την στρατηγική αυτονομία της

Την επιτακτική ανάγκη  ανασυγκρότησης της ΕΕ με στόχο τη στρατηγική αυτονομία της ανέλυσε ο πρώην πρωθυπουργός μιλώντας στο κατάμεστο αμφιθέατρο του Κέντρου Ευρωπαϊκών Σπουδών,  CES στο Harvard.

Ο Αλέξης Τσίπρας στην πρώτη του διάλεξη που έγινε το βράδυ της Τρίτης (25/3) παρουσίασε τέσσερις ουσιαστικές προτάσεις για μια νέα δημοσιονομική αρχιτεκτονική της ΕΕ, προτάσεις – θεμέλια για την στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης.

Ο πρώην πρωθυπουργός είχε την ευκαιρία τόσο κατά την αρχική ομιλία του, όσο και στη συνέχεια μέσα από τις ερωτήσεις που του τέθηκαν στη συζήτηση με τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, να αναλύσει όλο το φάσμα των εξελίξεων στην Ευρώπη, την Ουκρανία, τη Μέση Ανατολή αλλά και όλο το νέο γεωπολιτικό σκηνικό που έχει διαμορφωθεί μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ.

Οι τέσσερις προτάσεις για την ΕΕ

Ο Αλέξης Τσίπρας στη συζήτηση που έγινε με συντονιστή τον καθηγητή Peter Hall εξήγησε πως είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η στρατηγική αυτονομία της  ΕΕ διατηρώντας παράλληλα τον διατλαντικό διάλογο, ανεξάρτητα από το μέλλον του ΝΑΤΟ. Τόνισε παράλληλα ότι «ο αμοιβαίος σεβασμός είναι η μόνη βάση για να προχωρήσουν οι ευρωαμερικανικές σχέσεις. Πιστεύω ακράδαντα ότι η Ευρώπη μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιήσει την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, καθώς και τις πολιτικές διεύρυνσης και γειτονίας, για αποτελέσει όχι μόνο δύναμη αποτροπής, αλλά και δύναμη ειρήνης και σταθερότητας».

Προχωρώντας ένα  βήμα παρακάτω κατέθεσε 4 άξονες πολιτικής και οικονομικής δράσης προκειμένου η ΕΕ να σταθεί απέναντι στις νέες προκλήσεις που δημιουργούνται από τις τεκτονικές αλλαγές σε γεωπολιτικό επίπεδο και συγκεκριμένα:

-Αύξηση του ορίου χρέους των ευρωπαϊκών οικονομιών από το 60% που είναι σήμερα στο 100% με αφορμή το πρόγραμμα 900 δις της Γερμανίας (που θα αυξήσει το χρέος της)

-Αξιοποίηση του δημοσιονομικού χώρου που θα δημιουργηθεί από αυτό το μέτρο προς όφελος όλης της Ευρώπης και όχι μόνο των εγχώριων επιχειρήσεων των μεγάλων οικονομιών

-Δημιουργία ευρωπαϊκού Υπουργείου Οικονομικών που θα εκδίδει κοινό ευρωπαϊκό χρέος για επένδυση στην κοινωνική συνοχή, ενέργεια, άμυνα, υποδομές, πράσινη μετάβαση

-Εμβάθυνση της εσωτερικής  αγοράς στην γραμμή των εκθέσεων Letta και Draghi

Αναλυτικά όπως υπογράμμισε ο Αλ. Τσίπρας:
-Πρώτον, προκειμένου να διατηρηθεί η αξιοπιστία της δημοσιονομικής αρχιτεκτονικής της Ευρώπης, το δημοσιονομικό πλαίσιο θα πρέπει να αναθεωρηθεί το συντομότερο δυνατόν, τουλάχιστον αυξάνοντας σημαντικά το όριο του χρέους για όλους, στο 100%.
Και αυτή η αναθεώρηση θα πρέπει να έρθει πριν από την εφαρμογή του γερμανικού προγράμματος, αν θέλουμε να διατηρήσουμε την αξιοπιστία της Ευρώπης.
-Δεύτερον, ελπίζω ότι η νέα δημοσιονομική προσέγγιση της Γερμανίας θα αξιοποιηθεί προς όφελος της Ευρώπης στο σύνολό της, αντί να χρησιμοποιείται για την επιδότηση εγχώριων επιχειρήσεων, κατά παράβαση των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις.
Εάν ακολουυθηθεί μια τέτοια πορεία, οι χώρες με μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο θα αποκτήσουν δυσανάλογο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, επιδεινώνοντας τις οικονομικές αποκλίσεις στο εσωτερικό της Ένωσης.
-Τρίτον, το λέω εδώ και πολλά χρόνια: η Ευρώπη πρέπει να συμπληρώσει την κοινή νομισματική της πολιτική με ένα ομοσπονδιακό δημοσιονομικό θεσμό, ένα υπουργείο Οικονομικών, όπως ακριβώς κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, και κάθε άλλη επιτυχημένη νομισματική ένωση.
Και αυτό το ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί προκειμένου να εκδίδει κοινό ευρωπαϊκό χρέος, με στόχο τη χρηματοδότηση της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης στον τομέα της ενέργειας και της άμυνας, τη διευκόλυνση της πράσινης μετάβασης, την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας, την αποκατάσταση των υποδομών των δικτύων στην Ευρώπη που καταρρέουν, και το πιο σημαντικό – την αύξηση της κοινωνικής συνοχής και μείωση των ανισοτήτων μέσω επενδύσεων στο κοινωνικό κράτος και στην εκπαίδευση.
Δεν πιστεύω ότι η προστασία και η ενίσχυση των δημόσιων αγαθών της Ευρώπης πρέπει να έρθει μόνο λόγω της πανδημίας, ή τώρα, λόγω του γεωπολιτικού αναπροσανατολισμού του προέδρου Τραμπ. Η έκδοση κοινού χρέους καθίσταται πλέον απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική και πολιτική βιωσιμότητα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
-Τέλος, πρέπει να αξιοποιήσουμε τα συμπεράσματα των εκθέσεων Letta και Draghi: η Ευρώπη χρειάζεται εμβάθυνση της εσωτερικής της αγοράς, μια νέα ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική για τη διασφάλιση της στρατηγικής της αυτονομίας και γενναίες πρωτοβουλίες για την έρευνας και την ανάπτυξη
Από την άποψη αυτή, πιστεύω ότι το σχέδιο ReArm Europe στερείται οράματος για μια πραγματικά κοινή εξωτερική και αμυντική στρατηγική, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στους εθνικούς πόρους και, ως εκ τούτου, υστερεί σε σχέση με τους στόχους που θέτουν οι δύο αυτές εκθέσεις. Το πιο σημαντικό είναι ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί σε βάρος του ταμείου συνοχής.

Νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας

Αναφερόμενος στο κρίσιμο παγκόσμιο ζήτημα του πολέμου στην Ουκρανία ο πρώην πρωθυπουργός επισήμανε ότι «η Ευρώπη πρέπει να υποστηρίξει την ειρήνη με τους καλύτερους δυνατούς όρους για το Κίεβο, την ανάπτυξη διεθνούς ειρηνευτικής δύναμης και την   επιλογή των Ουκρανών για ένα ευρωπαϊκό μέλλον.  Χρειαζόμαστε μια διαφορετική στρατηγική στην Ουκρανία, τη Γεωργία και τη Μολδαβία από αυτή που είχαμε από το 2008 η οποία απέτυχε. Μια στρατηγική όπου υπάρχει δέσμευση όχι για μια ΝΑΤΟική αλλά για ευρωπαϊκή προοπτική για τις χώρες αυτές».

Συμπληρωτικά υπογράμμισε ότι  ειδικά μετά την κατάπαυση του πυρός, «πρέπει να εργαστούμε για μια διαφορετική αρχιτεκτονική ασφάλειας που να περιλαμβάνει από τη μία εργαλεία αποτροπής της Ρωσίας που να μας προστατεύουν από παρεμβάσεις, από την άλλη την ανάπτυξη ενός πλαισίου διαλόγου. Ταυτόχρονα, η ευρωπαϊκή ηγεσία πρέπει να στείλει το μήνυμα στις Ηνωμένες Πολιτείες ότι οι διατλαντικές σχέσεις μπορούν να αναπτυχθούν μόνο στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού, του σεβασμού των συνόρων και της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των ευρωπαϊκών χωρών», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Η ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίσει την άνοδο της ακροδεξιάς

Η άνοδος της ακροδεξιάς, όπως τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας στην διάλεξή του στο Harvard, είναι άλλη μία σημαντική πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσει η ΕΕ. Πρόκληση που συνδέεται και με την οικονομική κατάσταση που επικρατεί και έχει συνέπειες  για το μέλλον της Ευρώπης.

«Τα τελευταία 15 χρόνια, η Δύση έχει βυθιστεί σε πολλαπλές κρίσεις που η ηγεσία της δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει. Αντί να αποδεχτούμε τα λάθη μας και να επιμείνουμε σε ένα πλαίσιο αρχών για την επίλυσή τους, τα συντηρητικά κόμματα υιοθέτησαν ρητορική και πολιτικές από την άκρα δεξιά, για να αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα και να διατηρήσουν τους ψηφοφόρους τους», επεσήμανε. Παράλληλα, υπογράμμισε ότι «τα κεντροαριστερά κόμματα έχουν αποκτήσει ελιτίστικα χαρακτηριστικά, έχοντας αποκοπεί από τις οικονομικές ανάγκες και τη γλώσσα της εργατικής και της μεσαίας τάξης ενώ πολλά από τα κόμματα της Αριστεράς έχουν απορροφηθεί από δογματισμούς και  μικροπολιτική».

Ολοκληρωμένη μεταναστευτική πολιτική

Ο Αλέξης Τσίπρας συνέδεσε την αντιμετώπιση της ακροδεξιάς και με την επιτακτική ανάγκη προώθησης μιας ολοκληρωμένης μεταναστευτικής πολιτικής.

Αναφερόμενος στην κρίσιμη περίοδο της πρωθυπουργίας του όταν η Ελλάδα μεσούσης της οικονομικής κρίσης έπρεπε να αντιμετωπίσει και την μεταναστευτική κρίση, παρουσίασε τις πρωτοβουλίες και τη στρατηγική που αναπτύχθηκε από την κυβέρνησή του.

«Αρνηθήκαμε να κάνουμε επαναπροωθήσεις στη θάλασσα. Ταυτόχρονα, δώσαμε σκληρή μάχη για μια συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας, όπου οι μετανάστες που δεν λάμβαναν άσυλο θα επιστρέφονταν στην Τουρκία. Και μαζί με την ΕΕ δημιουργήσαμε ένα σύστημα όπου πάνω από 25.000 πρόσφυγες μετεγκαταστάθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη. Συνδυάσαμε την ανθρωπιστική προσέγγιση με μια προσέγγιση βασισμένη στην ασφάλεια», επεσήμανε ο πρώην πρωθυπουργός και σημείωσε ότι στον αντίποδα σήμερα «συντηρητικές κυβερνήσεις έχουν επικεντρωθεί πολύ περισσότερο στις επαναπροωθήσεις παρά στην εξεύρεση των κατάλληλων ευρωπαϊκών μηχανισμών για μια ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική».

Ως επίσης σημαντικό παράγοντα για την άνοδο της ακροδεξιάς, ο Αλέξης Τσίπρας ανέδειξε το γεγονός ότι οι κυρίαρχες δυνάμεις δεν αγωνίστηκαν για να προστατεύσουν το κράτος δικαίου στην Ευρώπη και σημείωσε: «σε πολλές περιπτώσεις, έχουν κάνει κατάχρηση της πανδημίας καθώς και κακόβουλου λογισμικού για να ενισχύσουν τη δύναμή τους. Με αυτόν τον τρόπο άφησαν χώρο στην ακροδεξιά να ενισχυθεί σε αυτήν τη συζήτηση παρουσιάζοντας τα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, ως άχρηστα βαρίδια ή προπαγάνδα της Αριστεράς».

Ειρήνη στην Παλαιστίνη με τερματισμό των ισραηλινών επιχειρήσεων

Αναφερόμενος στις μέτωπο των εξελίξεων στην Μέση Ανατολή ο Αλ.Τσίπρας κάλεσε μεταξύ άλλων την Ευρώπη να σταθεί επιτέλους στο ύψος των περιστάσεων σε σχέση με το Ισραήλ και την ανάγκη για ειρήνη στην Παλαιστίνη. Επεσήμανε την επιτακτική ανάγκη για τερματισμό των ισραηλινών επιχειρήσεων που έχουν οδηγήσει σε δεκάδες χιλιάδες θανάτους αμάχων, για άμεση παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στους Παλαιστίνιους αλλά και για την επανέναρξη των συνομιλιών για δύο κράτη στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ.

Μήνυμα στην Άγκυρα ότι η στάση της θα έχει συνέπειες

Τέλος σχολιάζοντας τις πρόσφατες εξελίξεις στην Τουρκία ο πρωθυπουργός τόνισε: «Χρειαζόμαστε ένα σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα στον δήμαρχο Ιμάμογλου είναι απαράδεκτο και θα έχει συνέπειες» και επεσήμανε ότι «δεν μπορούμε να πείσουμε κανέναν, ειδικά στον Παγκόσμιο Νότο, για τις αρχές μας, αν έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά».

Αναλυτικά η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα

«Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά το Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών για την πρόσκληση, τον Peter Hall και, φυσικά, την Ελένη Παπούλια για την ουσιαστική υποστήριξή της.  Σήμερα είναι η εθνική επέτειος της Ελλάδας και γιορτάζουμε την έναρξη του αγώνα για την ανεξαρτησία μας.

Είχα την ευκαιρία να γιορτάσω την εθνική επέτειο το Σάββατο με πολλούς Ελληνοαμερικανούς, αλλά θα ήθελα να εκμεταλλευτώ αυτήν την ευκαιρία για να αναφερθώ σε έναν συμπατριώτη σας από τη Βοστώνη που νομίζω ότι συμβολίζει την καλύτερη πλευρά των  σχέσεών μας τα τελευταία διακόσια χρόνια.

Ο Samuel Howe ήταν Αμερικανός γιατρός που πολέμησε για την κατάργηση της δουλείας, υποστήριξε την εκπαίδευση των τυφλών και πήγε στην Ελλάδα για να υπηρετήσει στην επανάσταση ως χειρουργός.

Οργάνωσε την υποστήριξη των προσφύγων και έφερε μαζί του πολλά Ελληνόπουλα στη Βοστώνη για την εκπαίδευσή τους.

Έτσι, σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, νομίζω ότι πρέπει να θυμόμαστε και να εμπνεόμαστε από σπουδαίες προσωπικότητες όπως αυτόν, που μας ενώνουν.

Όπως όλοι βλέπουμε, συντελούνται ιστορικές αλλαγές σε παγκόσμιο επίπεδο, που επηρεάζουν όχι μόνο τις γεωπολιτικές ισορροπίες ή τις κοινωνίες μας, αλλά και την ίδια τη δημοκρατία, ιδιαίτερα στη Δύση.

Με τον πόλεμο στην Ουκρανία και ειδικά με την επανεκλογή του Προέδρου Trump, μιλάμε για μια τεκτονική μετατόπιση του γεωπολιτικού πλαισίου που διαμορφώθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Είναι σαφές ότι η διεθνής τάξη που οικοδομήθηκε το 1945 βασίστηκε σε μια συγκεκριμένη ισορροπία στρατιωτικής ισχύος μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης. Αλλά δημιουργήθηκαν και πολυμερείς θεσμοί, όπως τα Ηνωμένα Έθνη. Και το διεθνές δίκαιο ήταν ένα σημείο αναφοράς, ακόμη και όταν παραβιαζόταν. Ο πόλεμος παρέμεινε ένας ψυχρός πόλεμος παρά τις τοπικές συγκρούσεις. Και μετά τη δεκαετία του ’70, δημιουργήθηκε χώρος όχι μόνο για τις συνομιλίες για τον έλεγχο των εξοπλισμών, αλλά και για την Τελική Πράξη του Ελσίνκι και την άνοδο της ίδιας της ΕΟΚ.

Η πτώση του Σοβιετικού Μπλοκ και η μετάβαση σε έναν μονοπολικό κόσμο υπό την κυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών αποτέλεσε ευκαιρία για να καθιερωθεί μια πιο δίκαιη φιλελεύθερη διεθνής τάξη και ένα μοντέλο παγκοσμιοποίησης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο βιώσιμη και δίκαια κατανεμημένη ανάπτυξη.

Φυσικά, είδαμε μεγάλη ανάπτυξη και μεγάλη τεχνολογική πρόοδο μετά το 1990, αλλά η μεταψυχροπολεμική διεθνής γεωπολιτική και οικονομική τάξη οδήγησε σαφώς σε πολύ μεγάλες κρίσεις και ακόμη μεγαλύτερες προκλήσεις.

Θυμάμαι ως νεαρός φοιτητής, να διαδηλώνω κατά του πολέμου στο Ιράκ. Όπως και να διαδηλώνουμε ενάντια στις αυξανόμενες ανισότητες, καθώς και στις μεγάλες απειλές που δημιουργούνταν από την απορρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών.

Λίγα χρόνια αργότερα είδαμε όχι μόνο την αποτυχία του πολέμου στο Ιράκ, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο η Lehman Brothers οδήγησε σε μια άνευ προηγουμένου παγκόσμια και ευρωπαϊκή οικονομική κρίση.

Δυστυχώς, οι αποτυχίες της δυτικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή και το Αφγανιστάν άφησαν περιθώρια για το Ιράν να διεκδικήσει πιο ισχυρό ρόλο στην περιοχή.

Την ίδια στιγμή, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της προεδρίας Μπους, οι ΗΠΑ υποτίμησαν την ικανότητα της Ρωσίας να απαντήσει δυναμικά στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ.

Το πιο σημαντικό, υποτίμησαν τις προειδοποιήσεις της Ρωσίας ότι θα αντιδρούσε στρατιωτικά εάν το ΝΑΤΟ επέμενε στην υιοθέτηση της «πολιτικής ανοικτών θυρών» προς την Ουκρανία και τη Γεωργία το 2008.

Και δυστυχώς βλέπουμε την κατάσταση σήμερα στη Γεωργία και την Ουκρανία μετά την εισβολή από τη Ρωσία του Πούτιν.

Βλέπουμε ότι το 20% της Ουκρανίας είναι υπό ρωσική κατοχή και στο υπόλοιπο υπάρχει μια πολύ επιθετική διαπραγμάτευση από τις Ηνωμένες Πολιτείες για περιουσιακά στοιχεία και σπάνιες γαίες.

Αυτή η εστίαση των ΗΠΑ στην Ευρασία και τη Μέση Ανατολή δεν άφησε πολλά περιθώρια για τη μετάβαση στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, στην οποία αναφέρθηκε ο Πρόεδρος Ομπάμα.

Τα μηνύματα του Προέδρου Xi μετά τον διορισμό του ως Προέδρου το 2013 ήταν πολύ σαφή, ότι η Κίνα θα ενίσχυε τη θέση της όχι μόνο στη Νότια Σινική Θάλασσα, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο, όσο θα γινόταν ισχυρότερη οικονομικά και τεχνολογικά.

Έτσι έχουμε σταδιακά μετακινηθεί από έναν μονοπολικό σε έναν πολυπολικό κόσμο, στον οποίο οι ΗΠΑ παραμένουν η πιο ισχυρή δύναμη, χωρίς να είναι πια κυρίαρχες.

Και με την προεδρία Τραμπ, οι ΗΠΑ αποδεσμεύονται από οποιεσδήποτε υποχρεώσεις προς την Ευρώπη ή μια κοινή δυτική στρατηγική.

Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι ο Πρόεδρος Τραμπ υποστηρίζει ότι αυτό που είναι καλύτερο για τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι να υιοθετηθούν νέοι κανόνες για μια νέα πολυπολική τάξη, με το διεθνές δίκαιο ως σημείο αναφοράς.

Αλλά η καθιέρωση του δίκαιου του ισχυρού.

Και με αυτήν τη λογική, είναι σαφές ότι ο Πρόεδρος Τραμπ μπορεί να επιχειρήσει να διαιρέσει την Ευρώπη και να υπονομεύσει την ευρωπαϊκή συνοχή μέσω της χρήσης δασμών και εμπορικών συμφωνιών.

Επομένως, αυτό που χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε αυτήν την πρόκληση είναι να ενισχύσουμε τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης, διατηρώντας παράλληλα τον διατλαντικό διάλογο, ανεξαρτήτως από το μέλλον του ΝΑΤΟ.

Πιστεύω ακράδαντα ότι η Ευρώπη μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιήσει την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, καθώς και τις πολιτικές Διεύρυνσης και Γειτονίας της, για να αποτελέσει όχι μόνο δύναμη αποτροπής, αλλά και δύναμη ειρήνης και σταθερότητας.

Ιδιαίτερα σε περιοχές όπου το ΝΑΤΟ δεν πρέπει ή δεν μπορεί να είναι παρόν.

Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επενδύσουμε στην άμυνα, αλλά και να γνωρίζουμε ποιοι είναι οι στρατηγικοί μας στόχοι.

Σε αυτό το πλαίσιο, στην Ουκρανία η Ευρώπη πρέπει να υποστηρίξει:  την ειρήνη με τους καλύτερους δυνατούς όρους για το Κίεβο, την ανάπτυξη διεθνούς ειρηνευτικής δύναμης και την επιλογή των Ουκρανών για ένα ευρωπαϊκό μέλλον.

Χρειαζόμαστε μια διαφορετική δυτική στρατηγική στην Ουκρανία, τη Γεωργία και τη Μολδαβία, από αυτή που είχαμε από το 2008.

Η οποία απέτυχε.

Μια στρατηγική όπου υπάρχει δέσμευση όχι για ΝΑΤΟική, αλλά για ευρωπαική προοπτική για αυτές τις χώρες. Ειδικά μετά την κατάπαυση του πυρός, πρέπει να εργαστούμε για μια διαφορετική αρχιτεκτονική ασφάλειας που να περιλαμβάνει, από τη μία εργαλεία αποτροπής της Ρωσίας που να μας προστατεύουν από παρεμβάσεις, από την άλλη την ανάπτυξη ενός πλαισίου διαλόγου.

Ταυτόχρονα, η ευρωπαϊκή ηγεσία πρέπει να στείλει το μήνυμα στις Ηνωμένες Πολιτείες ότι οι διατλαντικές σχέσεις μπορούν να αναπτυχθούν μόνο στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού, του σεβασμού των συνόρων και της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των ευρωπαϊκών χωρών.

Και η Ευρώπη πρέπει επιτέλους να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων σε σχέση με το Ισραήλ και την ανάγκη για ειρήνη στην Παλαιστίνη, με τον τερματισμό των ισραηλινών επιχειρήσεων που οδήγησαν σε δεκάδες χιλιάδες θανάτους αμάχων, την άμεση παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στους Παλαιστίνιους και την επανέναρξη των συνομιλιών για δύο κράτη στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ.

Το ίδιο ισχύει και για την Τουρκία. Χρειαζόμαστε ένα σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα στον Δήμαρχο Ιμάμογλου είναι απαράδεκτο και θα έχει συνέπειες.

Δεν μπορούμε να πείσουμε κανέναν, ειδικά στον Παγκόσμιο Νότο, για τις αρχές μας, αν έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά.

Δεύτερον, όσον αφορά στην οικονομία….

Όλοι γνωρίζουμε ότι οικονομικά και από πλευράς ενεργειακών αγορών, οι ΗΠΑ ωφελήθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, σε αντίθεση με την Ευρώπη.

Τις τελευταίες ημέρες είδαμε τα μέτρα που ελήφθησαν στη Γερμανία σε σχέση με τη μείωση του χρέους και ένα δημοσιονομικό πρόγραμμα ύψους περίπου 900 δισ. ευρώ ή περίπου το 20% του ΑΕΠ της Γερμανίας το 2024.

Πρόκειται για τη μεγαλύτερη δημοσιονομική επέκταση στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας και ελπίζουμε να σηματοδοτήσει μια οριστική ρήξη από την προσέγγιση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που επικράτησε τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

Σε τέτοιες στιγμές, είναι δύσκολο να αντισταθεί κανείς στον πειρασμό να φανταστεί πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα για την Ελλάδα αν αυτή η προσέγγιση δεν είχε υπαγορεύσει τους όρους των δύο πρώτων προγραμμάτων διάσωσης το 2010-15.

Θυμηθείτε ποιες ήταν αυτές οι προϋποθέσεις:

  • Καμία εκ των προτέρων αναδιάρθρωση του χρέους το 2010, προκειμένου να προστατευθούν τα συμφέροντα των γερμανικών και γαλλικών τραπεζών.
  • Ένα μικρό αρχικό κονδύλι χρηματοδότησης.
  • Ταχεία δημοσιονομική εξυγίανση χωρίς μέτρα προστασίας για τους ευάλωτους.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα τέτοιο πρόγραμμα θα βοηθήσει τη Γερμανία και την Ευρώπη να επιτύχουν ταχύτερη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.

Αλλά επίσης, οι προβλέψεις δείχνουν ότι, λόγω του προγράμματος, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Γερμανίας θα αυξάνεται σταθερά χρόνο με το χρόνο, κάπου μεταξύ 80% και 90% κατά την επόμενη δεκαετία, παραβιάζοντας ουσιαστικά το ανώτατο όριο του 60% του δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ.

Θυμηθείτε, αυτό είναι το ανώτατο όριο το οποίο η Γερμανία επέμενε πέρυσι να διατηρηθεί, στο αναθεωρημένο δημοσιονομικό πλαίσιο.

Σε αυτό το πλαίσιο, έχω 4 προτάσεις:

Πρώτον, προκειμένου να διατηρηθεί η αξιοπιστία της δημοσιονομικής αρχιτεκτονικής της Ευρώπης, το δημοσιονομικό πλαίσιο θα πρέπει να αναθεωρηθεί το συντομότερο δυνατόν, τουλάχιστον αυξάνοντας σημαντικά το όριο του χρέους για όλους στο 100%.

Και αυτή η αναθεώρηση θα πρέπει να έρθει πριν από την εφαρμογή του γερμανικού προγράμματος, αν θέλουμε να διατηρήσουμε την αξιοπιστία της Ευρώπης.

Δεύτερον, ελπίζω ότι η νέα δημοσιονομική προσέγγιση της Γερμανίας θα αξιοποιηθεί προς όφελος της Ευρώπης στο σύνολό της, αντί να χρησιμοποιηθεί για την επιδότηση εγχώριων επιχειρήσεων, κατά παράβαση των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις.

Εάν ακολουθηθεί μια τέτοια πορεία, οι χώρες με μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο θα αποκτήσουν δυσανάλογο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, επιδεινώνοντας την απόκλιση μεταξύ εθνικών οικονομιών στο εσωτερικό της Ένωσης.

Τρίτον, το λέω εδώ και πολλά χρόνια: η Ευρώπη πρέπει να συμπληρώσει την κοινή νομισματική της πολιτική με ένα ομοσπονδιακό δημοσιονομικό θεσμό, ένα «Υπουργείο Οικονομικών», όπως ακριβώς κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, και κάθε άλλη επιτυχημένη νομισματική ένωση.

Και αυτό το ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί προκειμένου να εκδίδει κοινό ευρωπαϊκό χρέος, με στόχο τη χρηματοδότηση της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης στον τομέα της ενέργειας και της άμυνας, τη διευκόλυνση της πράσινης μετάβασης, την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας, την αποκατάσταση των υποδομών των δικτύων που καταρρέουν στην Ευρώπη και το πιο σημαντικό – την αύξηση της κοινωνικής συνοχής και μείωση των ανισοτήτων μέσω επενδύσεων στο κοινωνικό κράτος και στην εκπαίδευση.

Δεν πιστεύω ότι η προστασία και η ενίσχυση των ευρωπαικών δημόσιων αγαθών πρέπει να έρθει μόνο λόγω της πανδημίας, ή τώρα, λόγω του γεωπολιτικού επαναπροσανατολισμού του προέδρου Τραμπ.

Η έκδοση κοινού χρέους καθίσταται πλέον απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική και πολιτική βιωσιμότητα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.

Τέλος, πρέπει να αξιοποιήσουμε τα συμπεράσματα των εκθέσεων Letta και Draghi: η Ευρώπη χρειάζεται εμβάθυνση της εσωτερικής της αγοράς, μια νέα ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική για τη διασφάλιση της στρατηγικής της αυτονομίας και γενναίες πρωτοβουλίες για την έρευνα και την ανάπτυξη.

Από την άποψη αυτή, πιστεύω ότι το σχέδιο ReArm Europe στερείται οράματος για μια πραγματικά κοινή εξωτερική και αμυντική στρατηγική και βασίζεται υπερβολικά στους εθνικούς πόρους. Ως εκ τούτου, υστερεί σε σχέση με τους στόχους που θέτουν οι δύο αυτές εκθέσεις.

Το πιο σημαντικό δε είναι ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί σε βάρος του ταμείου συνοχής.

Ένα τρίτο ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε – στενά συνδεδεμένο με αυτά τα οικονομικά ζητήματα – είναι η άνοδος της ακροδεξιάς και οι συνέπειές της για το μέλλον της Ευρώπης.

Τα τελευταία 15 χρόνια η Δύση έχει βυθιστεί σε πολλαπλές κρίσεις που η ηγεσία της δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει.

Αντί να αποδεχτούμε τα λάθη μας και να επιμείνουμε σε έναν πλαίσιο αρχών για την επίλυσή τους – τα μεν συντηρητικά κόμματα υιοθέτησαν ρητορική και πολιτικές από την άκρα δεξιά, για να αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα και να διατηρήσουν τους ψηφοφόρους τους.

Κεντροαριστερά κόμματα έχουν αποκτήσει χαρακτηριστικά ελιτισμού, έχοντας αποκοπεί από τις οικονομικές ανάγκες και τη γλώσσα της εργατικής και μεσαίας τάξης.

Ενώ πολλά από τα κόμματα της Αριστεράς έχουν απορροφηθεί από δογματισμούς και μικροπολιτική.

Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που σχετίζονται με την άνοδο της ακροδεξιάς είναι η μετανάστευση.

Αυτή είναι μια άλλη κρίση που αντιμετώπισε η Ελλάδα όταν ήμουν Πρωθυπουργός.

Μια χώρα που μόλις είχε χάσει το 25% του ΑΕΠ της, αντιμετώπιζε την είσοδο 1,2 εκατομμυρίων ανθρώπων στα σύνορά της, ενώ ένα νεοναζιστικό κόμμα είχε σχεδόν το 7% των ψήφων.

Αλλά αρνηθήκαμε να κάνουμε επαναπροωθήσεις στη θάλασσα.

Ταυτόχρονα, δώσαμε σκληρή μάχη για μια συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, όπου, μεταξύ άλλων, οι μετανάστες που δεν λάμβαναν άσυλο θα επιστρέφονταν στην Τουρκία.

Και μαζί με την ΕΕ δημιουργήσαμε ένα σύστημα όπου πάνω από 25.000 πρόσφυγες μετεγκαταστάθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Συνδυάσαμε την ανθρωπιστική προσέγγιση με μια προσέγγιση βασισμένη στην ασφάλεια.

Αλλά οι συντηρητικές κυβερνήσεις σήμερα έχουν επικεντρωθεί πολύ περισσότερο στις επαναπροωθήσεις, παρά στην εξεύρεση των κατάλληλων ευρωπαϊκών μηχανισμών για μια ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική.

Και αρνούνται να αναγνωρίσουν τις ανάγκες σε εργατικό δυναμικό που έχει η Ευρώπη.

Πρόσφατα είχαμε μια τρομερή τραγωδία όπου εκατοντάδες πνίγηκαν έξω από την Πύλο, στην Ελλάδα.

Δυστυχώς, δύο χρόνια μετά, δεν έχουν γίνει βήματα για δικαιοσύνη σε αυτή την υπόθεση.

Και εδώ ερχόμαστε σε ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που σχετίζεται με την άνοδο της ακροδεξιάς.

Οι κυρίαρχες δυνάμεις δεν έχουν αγωνιστεί αρκετά για να προστατεύσουν το κράτος δικαίου στην Ευρώπη.

Σε πολλές περιπτώσεις, έχουν κάνει κατάχρηση της πανδημίας καθώς και κακόβουλου λογισμικού, για να ενισχύσουν τη δύναμή τους.

Με αυτόν τον τρόπο άφησαν χώρο στην ακροδεξιά να ενισχυθεί σε αυτήν τη συζήτηση παρουσιάζοντας τα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, ως άχρηστα βαρίδια ή προπαγάνδα της Αριστεράς.

Αυτή η τάση είναι ακόμη πιο ισχυρή στις ΗΠΑ, όπου μη εκλεγμένοι δισεκατομμυριούχοι έχουν άμεσο πολιτικό ρόλο.

Νομίζω ότι θα σταματήσω εδώ.

Έχουμε ανοίξει πολλά θέματα και υπάρχει το πλαίσιο για μια ζωντανή συζήτηση.

Σας ευχαριστώ και πάλι».

1