Κύριες και κύριοι συνάδελφοι
Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας μας, μια κυβέρνηση πριν καν λάβει ψήφο εμπιστοσύνης στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, καλείται να διαχειριστεί μία τόσο σκληρή και δύσκολη διαπραγμάτευση που αφορά την ίδια τη θέση της χώρας στο Ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι.
Η πρώτη φορά που μία κυβέρνηση πριν καλά καλά αναλάβει, δέχεται τόσο ισχυρές πιέσεις και εκβιασμούς.
Αλλά ταυτόχρονα η πρώτη φορά στην σύγχρονη ιστορία του Ελληνικού κράτους, που μία κυβέρνηση πριν καν λάβει την εμπιστοσύνη της Βουλής έχει κερδίσει μια πρωτοφανή εμπιστοσύνη και αποδοχή στην Ελληνική κοινωνία.
Τα αποτελέσματα των πρόσφατων σφυγμομετρήσεων αποδεικνύουν μία πρωτοφανή συσπείρωση και αποδοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού στη διαπραγματευτική στρατηγική της κυβέρνησης μας.
Και ξέρετε αυτή είναι η μόνη δική μας δύναμη.
Η δική μας δύναμη είναι η εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού.
Μας γεμίζει αυτοπεποίθηση, μας γεμίζει δύναμη και αποφασιστικότητα στη σκληρή διαπραγμάτευση με τους εταίρους.
Γιατί αύριο στο Eurogroup, δεν θα βρίσκεται ο Γιάννης Βαρουφάκης.
Αύριο στο Eurogroup θα βρίσκεται η Ελλάδα.
10 εκατομμύρια Ελληνίδες και Έλληνες που υπέφεραν άδικα τόσο χρόνια.
Αύριο στο Εurogroup θα βρίσκονται οι
1,5 εκατομμύριο άνεργοι
Οι 2,5 εκατομμύρια φτωχοί
Οι 300.000 νέοι που έφυγαν μετανάστες στο εξωτερικό.
Αυτοί θα είναι αύριο στο Eurogroup.
Και αυτοί είναι που μας τραβάνε από το μανίκι και μας ζητάνε, απαιτούνε να μη γυρίσουμε πίσω με το κεφάλι σκυμμένο.
Και θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι εδώ που βρισκόμαστε, δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να γυρίσει πίσω.
Στην εποχή των μνημονίων και της υποτέλειας.
Αυτό το έχουν καταλάβει όλοι στην Ευρώπη.
Δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής γιατί αν υπήρχε, τότε θα αποδεχόμασταν ότι στην Ευρώπη του πολιτισμού και της δημοκρατίας η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας τελείωσε.
Αν αποδεχτούμε – όπως κάποιοι μας ζητάνε – να συνεχίσουμε από το σημείο που σταμάτησε η προηγούμενη κυβέρνηση, θα είναι σαν να αποδεχόμαστε ότι η δημοκρατία δεν έχει κανένα νόημα, καμία ισχύ στον τόπο που γεννήθηκε.
Ότι δεν έχει νόημα να κάνουμε εκλογές σε αυτό το τόπο.
Ας έρθουν εδώ οι τεχνοκράτες της τρόικα, να καταλάβουν τα κυβερνητικά έδρανα και τα υπουργεία.
Ποιος μπορεί σήμερα στην Ευρώπη να μας ζητάει κάτι τέτοιο;
Ποιος μπορεί να ζητάει από μια κυβέρνηση με νωπή εντολή και με πρωτοφανή κοινωνική αποδοχή και στήριξη, να αποδεχθεί ότι ο λαός της δεν είναι κυρίαρχος;
Και αλήθεια, ποιον θα βοηθούσε μια τέτοια εξέλιξη στην Ευρώπη;
Κάποιοι νομίζουν ότι θα βοηθούσε τις δυνάμεις που κυβέρνησαν τον τόπο και συνυπέγραψαν το μνημόνιο.
Κάνουν τεράστιο λάθος.
Όσοι επενδύουν σε σενάρια παρένθεσης διαπράττουν τεράστιο λάθος.
Πρέπει να το καταλάβουν ότι την 25η Γενάρη δεν ηττήθηκαν απλά εκλογικά.
Δεν είχαμε μια απλή κυβερνητική εναλλαγή.
Στις 25 Γενάρη είχαμε το τέλος ενός πολιτικού καθεστώτος.
Είχαμε το τέλος του παλιού πολιτικού κατεστημένου που κυβέρνησε για 40 χρόνια, από τη μεταπολίτευση και μετά.
Με τα καλά και τα άσχημα , όλα αυτά τα χρόνια.
Αλλά με ακέραια την ευθύνη της τελευταίας καταστροφικής για τη χώρα 5ετίας.
Όποιοι, λοιπόν, αυταπατώνται και επενδύουν σε πιθανή αποτυχία της νέας κυβέρνησης, όσοι επενδύουν δηλαδή σε αποτυχία της Ελλάδας, να γνωρίζουν ότι εθελοτυφλούν.
Η αποτυχία της κυβέρνησης δε θα ανοίξει το δρόμο της επιστροφής τους.
Ας το καταλάβουν καλά, ότι και να γίνει, ήδη ανήκουν στην Ιστορία.
Το ζήτημα είναι ότι αυτό στο οποίο επενδύουν, δηλαδή σε μια αποτυχία της κυβέρνησης, μόνο στους εχθρούς της δημοκρατίας μπορεί να ανοίξει τον δρόμο.
Τόσο εδώ όσο και στην Ευρώπη.
Κι αυτό δεν έχουμε δικαίωμα να το αφήσουμε να συμβεί στον τόπο μας.
Δεν έχουμε δικαίωμα να το αφήσουμε να συμβεί στην Ευρώπη.
Κυρίες και Κύριες Βουλευτές,
Βρισκόμαστε σε ένα σημείο ιστορικής καμπής όχι μόνο για τη χώρα αλλά για την Ευρώπη. Βρισκόμαστε σε σταυροδρόμι.
Τις επόμενες ημέρες θα κρίθει αν η Ευρώπη μπορεί να διατηρήσει τη συνοχή της και να προχωρήσει μπροστά αλλάζοντας.
Ή αν η Ευρώπη της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης, η Ευρώπη των αξιών και των λαών, που κάποτε γνωρίσαμε, θα δώσει τη θέση της σε μια Ευρώπη του τρόμου, του διχασμού, της τιμωρίας και εν τέλει της γενικευμένης αποσταθεροποίησης.
Και σε αυτή τη κρίση, η μικρή Ελλάδα, παίζει το καθοριστικό ρόλο, υπερασπιζόμενη για άλλη μια φορά ισχυρές οικουμενικές αξίες.
Η μικρή Ελλάδα υπερασπίζεται την ενωμένη Ευρώπη, τη δημοκρατία και την αλληλεγγύη.
Και προσέρχεται σε μια διαπραγμάτευση κρίσιμη, με στόχο τη συμφωνία που θα απελευθερώσει θετικές δυνάμεις και θα ανακουφίσει την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Σε αντίθεση με αρκετούς εταίρους μας, που στο όνομα πολιτικών και μόνο σκοπιμοτήτων, φαίνεται ότι παίζουν με τη φωτιά, τον διχασμό, την αποσταθεροποίηση.
Και παίζουν με την επέκταση του ευρωσκεπτικισμού σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Προσερχόμαστε σε αυτή τη διαπραγμάτευση με όλη τη θετική ενέργεια.
Είμαστε ο πιο φιλοευρωπαϊκός εταίρος.
Με διάθεση να παραμείνουμε σε μια Ευρώπη ισότιμη και δίκαιη για τους λαούς της.
Όχι σε μια Ευρώπη που έχει ενοικιαστές και ιδιοκτήτες.
Είμαστε όλοι συγκάτοικοι και συνιδιοκτήτες.
Σεβόμαστε προφανώς το ειδικό οικονομικό και πολιτικό βάρος ορισμένων εταίρων μας, που αναμφισβήτητα αποτελούν την οικονομική ατμομηχανή της Ένωσής μας, όπως για παράδειγμα είναι η Γερμανία.
Τους προειδοποιούμε, όμως, οι ηγέτιδες κατακτούν την ηγεμονία τους όχι με την εξόντωση και τη τιμωρία.
Αλλά με την αλληλεγγύη και την πειθώ.
Η ευρωπαϊκή Γερμανία, έτσι κατάφερε να γίνει ηγέτιδα δύναμη στην Ευρώπη.
Η ευρωπαϊκή Γερμανία όμως, όχι η Γερμανική Ευρώπη.
Όποιοι λοιπόν ποντάρουν στη δύναμη και στη σύγκρουση, πολύ γρήγορα θα καταλάβουν ότι κάνουν τραγικό λάθος.
Δεν τραυματίζουν τους αδύναμους, τραυματίζουν πρώτα από όλα τον εαυτό τους.
Τραυματίζουν πρώτα από όλους την Ευρώπη.
Το κοινό ευρωπαϊκό μας μέλλον.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές
Αισθάνομαι την ανάγκη σε αυτό το σημείο να ξεκαθαρίσω ορισμένα πράγματα :
Η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύεται σκληρά, αλλά δεν είναι μόνη απέναντι σε όλους.
Μέσα σε λίγες μόνο μέρες καταφέραμε να μετατρέψουμε το ζήτημα της μικρής Ελλάδας, όχι μόνο σε ευρωπαϊκό ζήτημα, αλλά σε παγκόσμιο ζήτημα.
Η χώρα απέκτησε φωνή.
Απέκτησε υπόσταση, διεθνές κύρος και αξιοπρέπεια.
Και θέλω να επαναλάβω για άλλη μια φορά :
Μέσα σε λίγες μόνο μέρες διεξάγεται η διαπραγμάτευση που δεν έγινε ποτέ από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, από το 2009 και μετά.
Αλλά δεν διαπραγματευόμαστε το μνημόνιο.
Το μνημόνιο ακυρώθηκε από την ίδια την αποτυχία του και φυσικά από τη ψήφο του λαού μας.
Πιστοί σε όσα εξηγήσαμε και δεσμευτήκαμε προεκλογικά, η νέα κυβέρνηση διαπραγματεύεται τη δανειακή σύμβαση.
Το Μνημόνιο δεν είναι η δανειακή σύμβαση.
Το μνημόνιο είναι η νομική και πολιτική αποτύπωση του νεοφιλελευθερισμού, της λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης.
Το μνημόνιο είναι οι εφαρμοστικοί νόμοι, -πάνω από 450- με τους οποίους βομβαρδίστηκε η Βουλή και η ελληνική κοινωνία τα τελευταία πέντε χρόνια.
Με κατεπείγοντα νομοσχέδια, με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και με διαδικασίες που παραβίαζαν κατάφωρα τα άρθρα του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής.
Τα μνημόνια ήταν τελικά όχι το φάρμακο για την έξοδο από τη κρίση αλλά η ευκαιρία που ζητούσαν οι αγορές και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο για να επιβάλλουν και στην Ευρώπη, τις δομές, τις εργασιακές σχέσεις και το κοινωνικό μοντέλο που επιθυμούσαν δεκαετίες τώρα.
Ήταν η σκληρή λιτότητα και η ασφυξία ενάντια στην ισότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Ήταν το μέσον που χρησιμοποιήθηκε ώστε να συνεχίσει η οικονομική ολιγαρχία και η διαφθορά να μεγεθύνει τα κέρδη της ενώ η κοινωνία, οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι εξαθλιώνονταν.
Ήταν τέλος η ευκαιρία το κοινωνικό κράτος, η υγεία, η παιδεία, η δημόσια περιουσία να περάσουν στα χέρια των συμφερόντων των λίγων.
Και η Ευρώπη του Διαφωτισμού να γίνει ένας κοινωνικός και εργασιακός μεσαίωνας.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές.
Η δανειακή σύμβαση που διαπραγματευόμαστε δεν είναι το μνημόνιο.
Είναι η συμφωνία με τους εταίρους για οικονομική στήριξη ώστε η Ελλάδα να είναι σε θέση να εκπληρώνει τις δανειακές της υποχρεώσεις.
Γιατί πράγματι δόθηκαν μεγάλα ποσά στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο δάνειο στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία.
Αλλά αυτά τα χρήματα δε δόθηκαν για να στηρίξουν την παραγωγική ή την κοινωνική βάση της χώρας.
Η συντριπτική τους πλειοψηφία δόθηκε για να στηριχθεί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, άρα να παραμείνει σταθερό και το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Και δόθηκε, επίσης, για να επιστρέφεται πάλι πίσω στους δανειστές, δηλαδή για να μπορεί η χώρα να αποπληρώνει τις δανειακές της υποχρεώσεις.
Με δυο λόγια η δανειακή σύμβαση, έχει αμοιβαίο συμφέρον και για την Ελλάδα και για τους δανειστές.
Δεν αποτελεί μια πράξη φιλανθρωπίας απέναντι στην Ελλάδα.
Αλλά μια πράξη αλληλεγγύης και συνευθύνης για το κοινό ευρωπαϊκό μας μέλλον.
Τι ακριβώς λοιπόν διαπραγματευόμαστε και τι ζητάμε τώρα από τους εταίρους;
Διαπραγματευόμαστε η σύμβαση αυτή να σταματήσει να συνοδεύεται από όρους τιμωρητικούς για τον ελληνικό λαό και εν τέλει καταστροφικούς για την ελληνική οικονομία.
Όχι μόνο γιατί αυτοί οι όροι, αυτό το υποτιθέμενο φάρμακο, έκανε εν τέλει τον ασθενή χειρότερα από ότι η ίδια του η ασθένεια.
Αλλά και γιατί αν συνεχίσουμε έτσι, στον ίδιο φαύλο κύκλο λιτότητας και ύφεσης, θα βρισκόμαστε διαρκώς στην ανάγκη να ανακυκλώνουμε τα δάνεια.
Νέα δάνεια για να αποπληρώνουμε τα παλιά δάνεια.
Ενώ εμείς δεν επιθυμούμε να επιβαρύνουμε εις το διηνεκές τους ευρωπαίους φορολογούμενους με νέα δάνεια για την Ελλάδα.
Άρα δε πηγαίνουμε σε αυτή τη διαπραγμάτευση με όρους εγωιστικούς, με μια λογική πληρώνετέ μας γιατί έτσι θέλουμε.
Αλλά με μια λογική προσέγγιση για μια αμοιβαία επωφελή λύση.
Και τι άλλο διαπραγματευόμαστε μέσω της δανειακής σύμβασης ;
Διαπραγματευόμαστε για το κρίσιμο θέμα του χρέους.
Τους όρους δηλαδή και τις διαδικασίες αποπληρωμής του χρέους.
Πρώτα και κύρια γιατί το θέμα του χρέους έχει σχέση με το λεγόμενο δημοσιονομικό περιθώριο.
Με τη δυνατότητα δηλαδή μια οικονομία να έχει περιθώριο να επιστρέψει στην ανάπτυξη.
Με ένα χρέος στο 180% του ΑΕΠ και με υποχρέωση να στύβεις την οικονομία και ότι περισσεύει να πηγαίνει σε ένα χρέος, που διαρκώς μεγεθύνεται.
Όχι μόνο δε βγαίνεις από τη κρίση, αλλά είσαι διαρκώς αναγκασμένος να ακολουθείς τη Σισύφεια πορεία.
Και με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο δεν καθίστασαι ικανός να αποπληρώνεις τις υποχρεώσεις σου, αλλά με μαθηματική ακρίβεια οδηγείσαι στο χείλος της χρεοκοπίας.
Και χρεοκοπία σημαίνει όχι μόνο ότι εσύ δεν καθίστασαι ικανός να πληρώσεις.
Αλλά και ότι οι δανειστές σου, δηλαδή τα κράτη, δηλαδή οι λαοί, οι φορολογούμενοι που μας δάνεισαν χάνουν τα χρήματά τους.
Άρα και εδώ έχουμε ένα ζήτημα συνευθύνης και αμοιβαίου οφέλους με τους εταίρους.
Και το ζήτημα του χρέους δεν είναι ένα τεχνικό αλλά ένα πολιτικό πρόβλημα.
Δεν έχει σχέση με την υλοποίηση δεδομένων αποφάσεων.
Η απομείωση του χρέους είναι μια πολιτική απόφαση και μόνο.
Όσοι, λοιπόν, επιλέγουν τον δρόμο της λιτότητας, δε κάνουν τίποτα άλλο από το να ανακυκλώνουν και να γιγαντώνουν το χρέος.
Εμείς λέμε τέλος στην λιτότητα, ακριβώς για να καταστεί το χρέος βιώσιμο.
Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την πρόταση που καταθέτουμε στους θεσμούς, στην κοινωνία και τους εταίρους μας.
Τι ζητάμε λοιπόν σε αυτή τη διαπραγμάτευση.
Καταρχάς ζητάμε χώρο και χρόνο.
Το πρόγραμμα –γέφυρα αυτό ακριβώς είναι.
Είναι μια βραχυπρόθεσμη συμφωνία που θα βοηθήσει να εξυπηρετήσουμε τις υποχρεώσεις μας, μέχρι να φτάσουμε σε μια νέα συνολική συμφωνία για την συνεργασία και την ανάπτυξη στην Ευρώπη.
Η βραχυπρόθεσμη αυτή συμφωνία δεν θα εμπεριέχει όρους επιβολής λιτότητας.
Γιατί δεν έχουμε το δικαίωμα να αγνοήσουμε τη καθαρή εντολή του λαού μας που έβαλε τέλος στη καταστροφική λιτότητα.
Ούτε όμως πρόκειται για νέο δάνειο όπως διαδίδεται από ξένα ΜΜΕ, που εκπροσωπούν συγκεκριμένα συμφέροντα.
Δεν ζητάμε κι άλλα χρήματα από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ή από κάποιον μηχανισμό διάσωσης.
Ζητάμε συγκεκριμένες διευκολύνσεις, την επιστροφή του 1,9 δις ευρώ από την Κεντρική Τράπεζα που είναι τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών, δηλαδή χρήματα που μας οφείλονται.
Ζητάμε να αξιοποιήσουμε τα χρήματα που ήδη έχουμε δανειστεί και χρεωθεί και βρίσκονται στο ΤΧΣ, προκειμένου να εξυγιάνουμε το τραπεζικό μας σύστημα από τα κόκκινα δάνεια.
Ζητάμε να αυξηθεί το όριο έκδοσης εντόκων γραμματίων.
Ζητάμε τεχνικές διευκολύνσεις,
δε ζητάμε όμως άλλα χρήματα, δε ζητάμε επιπλέον βάρη στους δανειστές μας.
Αυτό ζητάμε εμείς.
Αλήθεια η άλλη πλευρά τι ακριβώς ζητάει ;
Ποιο είναι το εναλλακτικό σχέδιο που προτείνει.
Άκουσα χθες τον Πρόεδρο Ομπάμα να ρωτάει το ίδιο στην κα Μέρκελ και να μη παίρνει απάντηση.
Τι ακριβώς προτείνουν ;
Να συνεχίσουμε το δρόμο του μνημονίου και της λιτότητας, σα να μην έγιναν οι εκλογές.
Να πάρουμε κι άλλα δανεικά.
Να αποδεχτούμε την αξιολόγηση.
Να πάρουμε νέα μέτρα λιτότητας.
Να αγνοήσουμε δηλαδή τόσο τον ελληνικό λαό όσο όμως και την κοινή λογική.
Σας παρακαλώ, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της μνημονιακής εμμονής και της μνημονιακής αντιπολίτευσης.
Μη μας επαναλαμβάνετε και εσείς, εδώ στο ελληνικό κοινοβούλιο, όσα παράλογα προτείνει ο κος Σόιμπλε.
Τα ξέρουμε αυτά τα επιχειρήματα.
Τα εφαρμόσατε άλλωστε τέσσερα χρόνια και αποτύχατε.
Για αυτό άλλωστε βρισκόσαστε στα έδρανα της αντιπολίτευσης.
Αν είχατε πετύχει με αυτό το σχέδιο δε θα ήμασταν εμείς στα κυβερνητικά έδρανα.
Πείτε μας λοιπόν κάτι πιο πρωτότυπο από το ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού θα καταστρέψει την οικονομία ή από το ότι αν δε ξεπουλήσουμε όλη τη δημόσια περιουσία δε θα σώσουμε τη χώρα.
Διότι είδαμε ποια ήταν τα αποτελέσματα της πολιτικής της μείωσης των μισθών στην ανάπτυξη. 25% συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας και καμία προοπτική εξόδου από την ύφεση. Αντίθετα η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 Ε θα τονώσει τη ζήτηση και την ανάπτυξη ενώ ταυτόχρονα θα δημιουργήσει νέα έσοδα για τα ασφαλιστικά ταμεία.
Εξάλλου η αντίληψη ότι η ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας έχει να κάνει με το μισθολογικό κόστος έχει αποδειχθεί απολύτως λανθασμένη. Διότι πάντα κάποιος θα μπορεί να δίνει χαμηλότερους μισθούς. Το στοίχημα είναι η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας να στηριχθεί στην καινοτομία, στην υψηλή τεχνολογία και την ποιότητα αγαθών και υπηρεσιών.
Το ίδιο λανθασμένη και καταστροφική είναι όμως και η μνημονιακή πολιτική ιδιωτικοποιήσεων. Για να είμαι μάλλον πιο ακριβής πρέπει να πω η μνημονιακή πολιτική ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, των δικτύων και των υποδομών μας που αποτελούν εθνικό κεφάλαιο. Αν νομίζετε ότι εμείς θα συνεχίσουμε την πολιτική του αμαρτωλού ΤΑΙΠΕΔ βγάζοντας στο σφυρί υποδομές και δίκτυα για να ρίξουμε ρευστό στο βαρέλι δίχως πάτο, στο ελληνικό χρέος, κάνετε λάθος. Αυτό δεν είναι αναπτυξιακή πολιτική. Αυτό είναι πλιάτσικο.
Να σας θυμίσω ίσως ότι την περιουσία του Δημοσίου την αποτιμήσατε το 2010 σε 50 δις Ευρώ και το 2014 σε 5; Αυτή την πορεία απαξίωσης και υποτίμησης δεν θα τη συνεχίσουμε. Αντίθετα εγκαινιάζουμε μια νέα πλουραλιστική αντίληψη που συνδυάζει τις ιδιωτικές επενδύσεις με ένα ισχυρό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και με στήριξη μορφών κοινωνικής οικονομίας. Αυτό είναι το δικό μας σχέδιο και από τα αποτελέσματα του θα κριθούμε!
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές
Το έχω ξεκαθαρίσει ήδη από την Κυριακή.
Το επαναλαμβάνω και σήμερα.
Δεν πρόκειται να ζητήσουμε παράταση του Μνημονίου.
Δεν δεχόμαστε τα προαπαιτούμενα, του περίφημου μειλ της Τρόικα, για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Η τρόικα έχει, όχι μόνο για εμάς, ακόμα και για τους εταίρους και συνομιλητές μας, έχει τελειώσει από τις 25 του Γενάρη, μαζί με το Μνημόνιο.
Βρισκόμαστε σε μια σκληρή διαπραγμάτευση και διαβούλευση εντός του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου.
Και επιδιώκουμε να βρεθεί πολιτική λύση στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Όχι για να λύσουμε μια οικονομική εξίσωση που εξορισμού δεν λύνεται.
Αλλά για να βρεθεί συμφωνία σε ένα πρόγραμμα γέφυρα, ώστε να έχουμε την άνεση να συζητήσουμε ειλικρινά, χωρίς εκβιασμούς και εν τέλη να καταλήξουμε σε μια νέα συμφωνία για την ανάπτυξη και τη συνεργασία στην Ευρώπη.
Να συμφωνήσουμε για την αναγκαία απομείωση του Ελληνικού χρέους.
Που άλλωστε είχε συμφωνηθεί στο Eurogroup από το Δεκέμβρη του 2012, αλλά ποτέ δε διεκδικήθηκε έκτοτε από την ελληνική πλευρά.
Διεκδικούμε μια συμφωνία που θα σέβεται τους δημοσιονομικούς κανόνες της Ευρωζώνης και δεν θα αποτελεί συμφωνία εξαίρεσης από τους κανόνες.
Ένα νέο συμβόλαιο Ελλάδας και Ευρώπης, ένα πρόγραμμα για την εθνική ανασυγκρότηση, που δεν θα βοηθήσει απλά την πατρίδα μας.
Θα βοηθήσει ολόκληρη την Ευρώπη να βγει από το ζουρλομανδύα της λιτότητας, της ύφεσης και του αποπληθωρισμού.
Θα βοηθήσει την Ελλάδα και την Ευρώπη να μπουν σε έναν νέο δρόμο ανάπτυξης, ευημερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, όπως αρμόζει στους πολίτες της την αυγή του 21ου αιώνα.
Η συμφωνία που προτείνουμε θα σέβεται τους κανόνες.
Αλλά πάνω από όλα θα σέβεται τον ελληνικό λαό και τις επιλογές του.
Δεν θα τον καταδικάζει σε ισόβια δυστυχία.
Αλλά θα πρόκειται ταυτόχρονα και για μια συμφωνία που θα βοηθήσει την Ευρώπη να ξαναβρεί τις αξίες και τον δρόμο της.
Γιατί η κρίση δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα.
Η κρίση είναι παρούσα στην Ευρώπη.
Στην ευρωζώνη που για πρώτη φορά βρέθηκε σε συνθήκες αποπληθωρισμού και στασιμότητας.
Σε αυτή την Ευρώπη, τόσο η επιμονή στο λάθος και η άρνηση της επιστροφής στην ανάπτυξη, όσο -και πολύ περισσότερο- η τυχοδιωκτική στάση του ρίσκου στο όνομα της τιμωρίας, θα είναι αρχή του τέλους της Ευρώπης που γνωρίσαμε.
Μιλάνε πολλοί για το μύθο της Ιφιγένειας.
Με ρωτήσανε και στην Αυστρία.
Μα ποιος μύθος της Ιφιγένειας ;
Η Ιφιγένεια θυσιάστηκε για να πνεύσει ούριος άνεμος.
Υπάρχει κανείς σοβαρός άνθρωπος που να πιστεύει ότι μια ρήξη της Ελλάδας με την ευρωζώνη θα απελευθερώσει ούριο άνεμο και θετική ενέργεια στην ευρωζώνη ;
Ποιος δικαιούται στην Ευρώπη να παίζει με τη φωτιά ;
Να σπέρνει ανέμους και πολύ σύντομα να θερίσει θύελλες.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές.
Γνωρίζω πως πολλοί δεν ήθελαν το εκλογικό αποτέλεσμα και την λαϊκή εντολή που λάβαμε.
Γνωρίζω πως πολλοί και πολλές δεν έχουν αποδεχτεί ακόμα το εκλογικό αποτέλεσμα.
Αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό.
Δεν μπορεί, όμως, να γίνει αποδεκτό
Τίποτε από όσα έγιναν
-και συνεχίζουν να γίνονται-
ώστε αυτή η κυβέρνηση να βρεθεί στα σκοινιά προτού καν αναλάβει, δε μπορεί να γίνει αποδεκτό.
Η υπονόμευση αυτή δεν έχει να κάνει με την κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας που σχηματίσαμε.
Είναι υπονόμευση της χώρας.
Είναι η τελευταία και απελπισμένη προσπάθεια του πολιτικού προσωπικού που υπηρέτησε αυτήν την βαρβαρότητα να αποδείξει πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση.
Και άλλος δρόμος υπάρχει και εναλλακτική πρόταση υπάρχει.
Σε αυτό το δύσκολο πλαίσιο διαπραγμάτευσης λοιπόν, καθόλου πειστική δεν είναι από πλευράς ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, η επιχειρηματολογία και οι δικαιολογίες τους, γιατί επέλεξαν οι ίδιοι να πάνε όσο πιο κοντά μπορούσαν την ημερομηνία παράτασης.
Καθόλου πειστικές.
Εντάξατε το μέλλον της χώρας στον προεκλογικό σας αγώνα.
Ήταν μία πολιτική επιλογή που εξυπηρετούσε τις μικροκομματικές σας σκοπιμότητες, αλλά καθόλου τους πολίτες και το μέλλον αυτής της χώρας.
Γιατί ξέρατε πως αν υπήρχε δανειακή θωράκιση μέχρι τον Ιούνη, δεν θα υπήρχε τεχνική δικαιολογία για να απειλείται η διακοπή της χρηματοδότησης από την ΕΚΤ.
Γιατί η ΕΚΤ θέλει ένα δανειακό πρόγραμμα.
Όχι ένα μνημονιακό πρόγραμμα.
Γνωρίζατε λοιπόν ότι σε αυτή την εκδοχή, εμείς απλά θα εφαρμόζαμε τη λαική εντολή, θα νομοθετούσαμε το πρόγραμμά μας, χωρίς να μπορεί κανείς να μας εκβιάσει ότι θα βρεθούμε χωρίς χρηματοδοτική στήριξη των τραπεζών.
Εσείς όμως ονειρευόσασταν και ονειρεύεστε παρενθέσεις.
Σχεδιάσατε στη τελευταία λεπτομέρεια τον εκβιασμό της Ελλάδας.
Και αυτό ήταν δική σας επιλογή.
Συνειδητή και μοχθηρή.
Η τελευταία σας ελπίδα, μήπως και απειλώντας την Ελλάδα δικαιωθείτε ή διασωθείτε εσείς.
Παίξατε την Ελλάδα στα ζάρια για να μη σας καταπιεί η ιστορία.
Αλλά καταλάβετέ το.
Η ιστορία σας έχει ήδη καταπιεί.
Η μόνη παρένθεση που θα υπάρξει στην σύγχρονη ελληνική δημοκρατία, θα είναι αυτή των δικών σας μνημονιακών χρόνων.
Και κάτι ακόμα για να το ξέρετε :
Η ελληνική δημοκρατία δεν εκβιάζεται.
Ότι και να σκαρφιστείτε.
Γιατί η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα
Όσο έχουμε το λαό στο πλάι μας δεν εκβιαζόμαστε δεν εκφοβιζόμαστε.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές.
Δεν ισχυριστήκαμε ποτέ ότι ο δρόμος της διαπραγμάτευσης θα είναι εύκολος. Είμαστε όμως έτοιμοι, προετοιμασμένοι και αποφασισμένοι να τον βαδίσουμε.
Αναρωτιέμαι όμως ειλικρινά για την στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Δύο ημέρες τώρα, από τους ομιλητές της αξιωματικής αντιπολίτευσης ακούμε αντιφατικά πράγματα: από τη μια ότι είμαστε έτοιμοι να αθετήσουμε τις προεκλογικές μας δεσμεύσεις και να πάμε σε συμβιβασμό άνευ όρων.
Και από την άλλη ότι οδηγούμε τη χώρα στα βράχια.
Πολλές φορές μάλιστα, τα ακούμε αυτά ταυτόχρονα.
Στην ίδια ομιλία. Ίσως και στην ίδια παράγραφο.
Όμως, επειδή άκουσα προσεκτικά αυτά που είπε πριν από λίγο ο κ. Σαμαράς, θέλω να θέσω του θέσω ευθέως το ερώτημα που αυτές τις μέρες απασχολεί τους έλληνες πολίτες:
Εσείς τελικά με ποιόν είστε;
Εξηγείστε ξεκάθαρα στον ελληνικό λαό, που αυτή τη στιγμή μας ακούει:
Θέλετε από την διαπραγμάτευση αυτή να βγει η Ελλάδα ενισχυμένη;
Θέλετε να πετύχουμε χαλάρωση των όρων που τσάκισαν την ελληνική κοινωνία; Θέλετε να πετύχουμε βιώσιμη λύση για το χρέος;
Ναι ή όχι;
Χθες συναντήθηκα με τον Καγκελάριο της Αυστρίας, εκεί όπου βρήκα έναν απρόσμενο φίλο της Ελλάδας, όπως παλιότερα ο Καγκελάριος Μπρούνο Κράισκι.
Μου είπε ότι βλέπει ρεαλιστική, λογική τη πρότασή μας.
Και ότι θα προσπαθήσει να το πεί και στην Μέρκελ.
Φεύγοντας όμως μου είπε : καλά εγώ θα το πω, αλλά θα ήταν ποιο δημιουργικό να της το έλεγε και ο κος Σαμαράς στη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού κόμματος.
Και σας ρωτάω ευθέως :
Θα υποστηρίξετε αύριο την Ελλάδα απέναντι στη φίλη σας κα Μέρκελ ή θα σταθείτε στο πλευρό της, απέναντι στην Ελλάδα ;
Ξεκαθαρίστε το λοιπόν.
Από ποια πλευρά του τραπεζιού να σας υπολογίζουμε;
Από την πλευρά της χώρας μας ή από την απέναντι πλευρά;
Ένα ερώτημα αντίστοιχο έχω και για το κύριο Βενιζέλο.
Διάβασα σήμερα το άρθρο του επικεφαλής της ευρωπαϊκής ομάδας των σοσιαλιστών και δημοκρατών κου Πιτέλα.
Και του τηλεφώνησα αμέσως για να τον ευχαριστήσω.
Όχι γιατί στηρίζει τη κυβέρνηση αλλά γιατί στηρίζει την Ελλάδα.
Μου είπε πως αυτή είναι η επίσημη θέση των σοσιαλιστών στο ευρωκοινοβούλιο.
Και πως τηλεφώνησε στον κο Ρέντζι, στον κο Γιούνγκερ, στον κο Παντοβαν, στον κο Σαπέν, στον κο Μοσχοβισί και ζήτησε τη στήριξη της Ελλάδας στη κρίσιμη διαπραγμάτευση.
Εσείς κε Βενιζέλο, εντάξει με τη κυβέρνηση δεν είστε.
Με την Ελλάδα σε αυτή τη κρίσιμη διαπραγμάτευση δεν είστε.
Αλλά σε ποια ομάδα ανήκετε στο ευρωκοινοβούλιο;
Σε αυτήν των σοσιαλιστών με επικεφαλής τον κο Πιτέλα ή σε αυτή του Ευρωπαϊκού λαϊκού Κόμματος, στην ευρωομάδα της κας Μέρκελ, δηλαδή.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι
Στην τριήμερη αυτή συζήτηση, παρουσιάστηκαν οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, τόσο στις γενικές τους κατευθύνσεις, όσο και εξειδικευμένα, σε επίπεδο υπουργείων.
Θέλω να διαβεβαιώσω τους έλληνες πολίτες, ότι οι αυτές οι προγραμματικές δηλώσεις θα υλοποιηθούν στο ακέραιο.
Η τήρηση των δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει απέναντι στον Ελληνικό λαό, είναι για μας ζήτημα πολιτικής ευθύνης και πολιτικής αξιοπιστίας.
Θέλω επίσης να ξεκαθαρίσω ότι η υλοποίηση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης, δεν συνιστούν κανενός είδους μονομερή ενέργεια.
Θα προχωρήσουμε στα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, την επανεκκίνηση της οικονομίας και την θεσμική ανασυγκρότηση της χώρας, παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας.
Γιατί η υλοποίηση του προγράμματος αυτού έχει προβλεφθεί σε συνθήκες δημοσιονομικής ισορροπίας και δεν σχετίζεται με κανενός είδους ανάγκη για νέο δανεισμό.
Η κυβέρνηση έχει, επίσης, ήδη έτοιμα δύο νομοσχέδια.
Το πρώτο για την προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς και τη διευκόλυνση της διαδικασίας για τα κόκκινα δάνεια.
Και το δεύτερο, τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.
Το πρώτο θα κατατεθεί το συντομότερο δυνατόν, ώστε να ξεκινήσουν οι διαδικασίες για την ψήφιση του.
Ώστε να ρίξουμε τα θεμέλια για την υλοποίηση του συνόλου του προγράμματος μας που περιλαμβάνει τα μέτρα για την σαρωτική μεταρρύθμιση του κράτους,
την προστασία των εργαζομένων,
την καταπολέμηση της ανεργίας,
την αποκατάσταση και εμβάθυνση των δημοκρατικών θεσμών, την αναδιανομή του πλούτου υπέρ των εργαζομένων,
των συνταξιούχων των μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Δεν έχουμε την απαισιοδοξία του νου και την αισιοδοξία της βούλησης.
Είμαστε αισιόδοξοι και με το νου και με τη βούλησή μας.
Γιατί οι προτάσεις μας είναι εκείνες που μπορούν να βάλουν τέλος στον παραλογισμό, στην κοινωνική ερήμωση και να ξαναβάλουν τη χώρα στο δρόμο του ορθού λόγου, στο δρόμο της λογικής.
Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, είμαι αισιόδοξος, ότι θα ανταποκριθούν στις προτάσεις μας και θα φτάσουμε σε έναν αμοιβαίο συμβιβασμό.
Γιατί δεν μπορώ να πιστέψω ότι θέλουν και επιδιώκουν να οδηγήσουν έναν λαό στον εξευτελισμό και την ταπείνωση.
Δε μπορώ να πιστέψω ότι θέλουν να εκδικηθούν, ότι θέλουν να τιμωρήσουν.
Διότι γνωρίζουν ότι αυτή η επιλογή μόνο κακό μπορεί να δημιουργήσει.
Μόνο σε αδιέξοδα μπορεί να οδηγήσει.
Και η Ευρώπη τα γνώρισε αυτά τα αδιέξοδα.
Και τα άφησε πίσω της μια και καλή το 1953.
Όταν επέλεξε το δρόμο της συνεννόησης, της αλληλεγγύης και της λογικής για χάρη της Γερμανίας τότε, αλλά και για χάρη της Ευρωπαϊκής ιδέας.
Αυτή την ευρωπαϊκή ιδέα καλούμε τους εταίρους μας να δικαιώσουν.
Αυτή την ιδέα καλούμε όλους τους πολίτες της Ευρώπης να στηρίξουν.
Τους πολίτες που ήδη κινητοποιούνται στηρίζοντας τον αγώνα της νέας Κυβέρνησης και τον ελληνικό λαό για ευρωπαϊκή λύση και τερματισμό της λιτότητας.
Αυτοί οι λαοί θα συνεχίσουν να είναι στο πλάι μας και στο πλάι του ελληνικού λαού.
Γιατί αυτοί οι λαοί είναι η Ευρωπαϊκή ιδέα σε κίνηση.
Είναι το μέλλον της Ευρώπης.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές.
Στις 25 Ιανουαρίου
Ο λαός μας πήρε την τύχη στα χέρια του.
Αισιοδοξεί και μαζί του αισιοδοξούμε και εμείς.
Ακούσατε, τρεις ημέρες τώρα, ένα καθαρό λόγο.
Ακούστηκαν σε αυτήν την αίθουσα προγραμματικές δηλώσεις
που ήταν στο μυαλό όλων των πολιτών.
Ακούσατε ένα καθαρό προγραμματικό λόγο
και την χάραξη μίας κυβερνητικής πολιτικής
που βάζει τους ανθρώπους αυτής της χώρας
πάνω από όλα.
Σε αυτούς τους ανθρώπους κάνουμε σήμερα με το κλείσιμο των προγραμματικών μας δηλώσεων
το κάλεσμά μας.
Πρώτα από αυτούς ζητάμε ψήφο εμπιστοσύνης.
Χωρίς αυτούς δεν θα είμαστε τίποτα.
Μαζί με τον λαό μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα.
Γιατί όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον Λαό, υπάρχουν υπέρ του Λαού
και μόνον υπέρ αυτού θα τις ασκήσουμε.
Σας ευχαριστώ.