Ομιλία του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας

βίντεο

Συντρόφισσες και σύντροφοι
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από μια θεμελιακή κατά τη γνώμη μου διαπίστωση:
Η Ελλάδα βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι μετά τη μεταπολίτευση.  
 Δυο πολιτικές, δυο στρατηγικές, δυο μπλοκ δυνάμεων συγκρούονται και η έκβαση της σύγκρουσής τους θα καθορίσει την πορεία της πατρίδας μας για πολλά χρόνια.
Από τη μια μεριά οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που  θεωρούν είτε που τους βολεύει να θεωρούν φυσική, ή ακόμα και απαραίτητη, την τραγωδία που παράγει η σημερινή πολιτική της συγκυβέρνησης, τα μνημόνια και τα προαπαιτούμενα.
Από την άλλη οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που ανοίγουν νέους δρόμους, που μάχονται για την ανατροπή αυτής της πολιτικής και της δυστυχίας που παράγει.
Οι δυνάμεις που  παλεύουν για να ανοίξει ένας άλλος, ριζικά αντίθετος, δρόμος για την πατρίδα.
Ισχυρότερος, πιο σταθερός και πιο αποφασιστικός ανάμεσα σ΄ αυτές τις δυνάμεις, ο ΣΥΡΙΖΑ.  
Μέσα στην εξέλιξη αυτής της αντιπαράθεσης όλα επανακαθορίζονται.
Οι θεσμοί, η δημοκρατία, οι αντιλήψεις που φάνταζαν παγιωμένες, η διάταξη των κοινωνικών δυνάμεων, η αντιστοίχησή τους με τα πολιτικά κόμματα.  
Η εργατική τάξη γνωρίζει μια πρωτοφανή επίθεση εις βάρος του βιοτικού της επιπέδου, των ελευθεριών της, του καθεστώτος που διέπει τις εργασιακές σχέσεις.
Η μεσαία τάξη, οι βιοτέχνες, οι επαγγελματίες, κυριολεκτικά αφανίζονται κάτω από το βάρος μιας φορολογικής πολιτικής, που έχει λάβει τον χαρακτήρα κρατικής ληστείας.
Τα στρώματα της διανόησης μαστίζονται από την ανεργία, την ηθική απαξίωση, τα οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα.
Και η νεολαία έχει γίνει ο σάκος του μποξ μιας πολιτικής που την ωθεί στο παραγωγικό και κοινωνικό περιθώριο.
Και βεβαίως που της στερεί όχι μόνο το δικαίωμα στη δουλειά και στη δημιουργία, αλλά και το δικαίωμα στην ελπίδα.
Το δικαίωμα να μείνουν στο τόπο τους, τα νέα παιδιά και να δουλέψουν, να ζήσουν με αξιοπρέπεια από τον κόπο τους..
Αυτό το ζόφο, κάποιοι τον ονομάζουν μεταρρύθμιση.
Αυτή την τραγωδία, κάποιοι τη διαφημίζουν ως την απαρχή της νέας υποτίθεται Ελλάδας.
Και τις  επαναλαμβανόμενες υποχωρήσεις στα εγχώρια κέντρα και τη Γερμανική ηγεσία, τις ονομάζουν διαρκή διαπραγμάτευση.
Το πού οδηγεί αυτή η πολιτική κι αυτό το πλεόνασμα δυστυχίας και οργής, δεν είναι δύσκολο να το καταλάβουμε.
Είδαμε τις τελευταίες μέρες να καταστρέφονται ακόμα και τα κυβερνητικά χαλκεία ψεύτικων ελπίδων.
Η αποκάλυψη της Κυριακάτικης Αυγής για το τι ετοιμάζουν με τις συντάξεις, με το ασφαλιστικό, με τις απολύσεις, με το δικαίωμα της απεργίας, είναι αποκάλυψη που μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε πόσο ανατριχιαστικό είναι το μέλλον που μας ετοιμάζουν.

Μιλάμε, συντρόφισσες και σύντροφοι, για ένα είδος τελικής κοινωνικής λύσης.  
Μιλάμε για την απόδειξη των αποδείξεων ότι αυτός ο κατήφορος καταλήγει από κάθε άποψη στο μεσαίωνα.
Καταλήγει στο να είναι η Ελλάδα τελευταία στο δείκτη κοινωνικής δικαιοσύνης, όπως έδειξε τις προάλλες και το ίδιο το Γραφείο Προϋπολογισμού, της Βουλής.
Και αυτή την τελευταία θέση ο κ. Σαμαράς διεκδικεί να την κατοχυρώσει εις το διηνεκές, με το υποτίθεται τελευταίο κύμα προαπαιτούμενων που γελοιωδώς προσπαθούν να την ονομάσουν έξοδο από το μνημόνιο.
Οι δεκαεννιά απαιτήσεις της τρόικας, που είδαν επίσης το φως της δημοσιότητας, συμπληρώνουν αυτό το μακάβριο σκηνικό.
Τίποτε δεν έχουν σκοπό να αφήσουν όρθιο. Αυτή είναι η αλήθεια.
Και μάλιστα επείγονται να ολοκληρώσουν και να θωρακίσουν θεσμικά την αγριότητα, τώρα που ακόμη έχουν να κάνουν με κυβέρνηση προθύμων.
Με προφανή πια σκοπό να δέσουν τα χέρια της επερχόμενης κυβέρνησης και να την υποχρεώσουν να ακολουθήσει την ίδια πολιτική καταστροφής.

Οφείλω στο σημείο αυτό να είμαι για μια ακόμα φορά καθαρός προς κάθε κατεύθυνση.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να δεχτεί ούτε προαπαιτούμενα, ούτε απαιτούμενα, ούτε τίποτε από όσα αυτή τη στιγμή σε διάφορα μέτωπα επιχειρείται να επιβληθούν ως τετελεσμένα.
Η συνέχεια του κράτους δεν σημαίνει για μας συνέχεια της υποταγής και της καταστροφής.
Άλλο συνέχεια του κράτους, άλλο συνέχεια του μνημονίου.  
Γιατί στο κάτω-κάτω έχει κι ο ελληνικός λαός τα δικά του προαπαιτούμενο από μας:
Έχει πάνω απ΄ όλα  το προαπαιτούμενο της αντίστασης, της ανατροπής της σημερινής πολιτικής και πορείας.
Το προαπαιτούμενο της  σκληρής διαπραγμάτευσης για τα πάντα.
Και πρώτα απ΄ όλα για τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, που δεν θα πάψουμε να επαναλαμβάνουμε ότι δεν είναι βιώσιμο. Κι όταν εμείς λέμε δεν είναι βιώσιμο, εννοούμε δεν είναι κοινωνικά βιώσιμο, δεν είναι βιώσιμο για την κοινωνία και τη χώρα.
Αλλά και για το άλλο  ιστορικό χρέος, που παρά τα χρόνια που περάσανε δεν το έπνιξε η λήθη.
Μιλώ για τη διεκδίκηση του ιστορικού χρέους της Γερμανίας προς τους λαούς της Ευρώπης, αναφορικά με την αποπληρωμή του Κατοχικό δανείου και την καταβολή των πολεμικών επανορθώσεων.
Και σε αυτό το σημείο θέλω να συγχαρώ για άλλη μια φορά τον ακάματο Μανώλη Γλέζο, που μπορεί να λείπει από τη Βουλή, αλλά η παρουσία του στην ευρωβουλή είναι εξόχως ουσιαστική.
Και η επιτυχία της κοινής συνέντευξης Τύπου που έδωσε την προηγούμενη εβδομάδα, με τη Γερμανίδα πρόεδρο της ευρωομάδας της αριστεράς, την Γκάμπι Τσίμερ, είναι ενδεικτική των δυνατοτήτων μας αλλά και της δύναμης της αλληλεγγύης που μόνο η Αριστερά μπορεί να απελευθερώσει,
Όταν λοιπόν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα αναθεωρεί αυτό τον προϋπολογισμό και θα εγγράφει σε αυτόν και τις απαιτήσεις του ανεξόφλητου Κατοχικού δανείου, να γνωρίζετε ότι δεν θα είμαστε καθόλου μόνοι στην Ευρώπη.
Ακόμη και μέσα στη Γερμανία θα υπάρχουν σημαντικές δυνάμεις που θα υποστηρίζουν τη δικαίωση αυτής της ιστορικής διεκδίκησης.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Δεν έχει πια κανένας το δικαίωμα να λέει ότι δεν γνωρίζει που βαδίζουμε και που μας οδηγεί η κυβέρνηση Σαμαρά.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον είναι η στιγμή όλοι οι πολίτες να αναρωτηθούν:
Είναι δυνατό μια κυβέρνηση χωρίς κανένα κύρος, χωρίς τη λαϊκή αποδοχή, μια κυβέρνηση χωρίς καμιά διάθεση αντίστασης και διαπραγμάτευσης να εκπροσωπεί αυτή τη στιγμή μια κοινωνία και μια χώρα και μάλιστα σε κατάσταση υψηλού κινδύνου;
Είναι δυνατόν μια πολιτική παθητικής αποδοχής εντολών να μπορεί να οδηγήσει την Ελλάδα στην ασφάλεια, στην ανάκαμψη, στην ανάπτυξη, σε στοιχειώδη  κοινωνική δικαιοσύνη;  
Είναι δυνατό να επενδύσει κανείς οποιαδήποτε ελπίδα σωτηρίας στις ίδιες πολιτικές δυνάμεις, ακόμα και στα ίδια πρόσωπα, στις ίδιες λογικές, στις ίδιες γερασμένες και εν πολλαίς αμαρτίαις πεσούσες κομματικές και οικονομικές ελίτ, που οδήγησαν τη χώρα στη δίνη της κρίσης και ύστερα στη σημερινή τραγωδία εν ονόματι μάλιστα της αντιμετώπισης της κρίσης;
Και κάτι περισσότερο και ακόμα πιο κρίσιμο: Είναι δυνατό, σε μια στιγμή που οι γεωπολιτικές ισορροπίες αλλάζουν, που η Άγκυρα προκαλεί με κινήσεις όπως αυτή με το Μπαρμπαρός, που συμμαχίες και μέτωπα στην περιοχή μας επανακαθορίζονται, να έχουμε μια κυβέρνηση φθαρμένη όσο δεν παίρνει, εξαρτημένη όσο δεν παίρνει, ανασφαλή όσο δεν παίρνει, να αποφασίζει για τον ελληνικό λαό, ερήμην του ελληνικού λαού;
   

Και επιτρέψτε μου σε αυτό το σημείο μια αναφορά στις σοβαρές εξελίξεις και στις εστίες έντασης και κρίσης στην ευρύτερη περιοχή.
Καταρχήν να επαναλάβω ότι η αποστολή από πλευράς της Τουρκίας ερευνητικού σκάφους, συνοδευόμενου μάλιστα από πολεμικά πλοία, προκειμένου να διεξάγει σεισμικές έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, αποτελεί απροκάλυπτη παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας που κατοχυρώνονται από το διεθνές δίκαιο.
Και αυτή η προκλητική παραβίαση πρέπει άμεσα να τερματιστεί.
     Η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να στέκεται στο πλάι της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Κυπριακού λαού, καθιστώντας σαφές ότι ο μόνος δρόμος για επίλυση των διαφορών στην περιοχή είναι ο διάλογος και ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου.
Και όχι η δημιουργία τετελεσμένων μέσω μάλιστα μονομερών προκλητικών ενεργειών.
Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να εξαντληθεί κάθε διπλωματική δυνατότητα ώστε η Τουρκία να προβεί στην ουσιαστική κίνηση εκείνη η οποία θα αποκλιμακώνει την ένταση, προκειμένου να ξαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις.
 Η επικοινωνία με την Τουρκική πλευρά είναι απαραίτητη ώστε να καταστούν σαφείς οι σοβαρές συνέπειες που θα είχε μια τακτική κλιμάκωση και διεύρυνσης της έντασης.
Αλλά και για να επιδιωχθεί η αποκλιμάκωση.

     Το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας δεν είναι απλά ένας δίαυλος επικοινωνίας.
Είναι ένα καίριο εργαλείο για την ανάπτυξη των σχέσεων των δύο κρατών.
Η σύγκλησή του απαιτεί την κατάλληλη προετοιμασία αλλά και την κατάλληλη χρονική συγκυρία, ώστε το εργαλείο αυτό να αξιοποιηθεί σωστά και να έχει αποτελέσματα.
Να συνεισφέρει στην αποκλιμάκωση της έντασης και στην ενίσχυση των σχέσεων, με σύναψη ουσιαστικών συμφωνιών.
Και όχι απλά να ενταχθεί σε μια επικοινωνιακή λογική επικάλυψης της υπαρκτής όμως έντασης, με σωρεία ανούσιων διακηρύξεων.      
 Παράλληλα, και ειδικά σε αυτό το περιβάλλον ρευστότητας, η ενίσχυση της συνεργασίας της Ελλάδας και της Κύπρου με τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Η συνεργασία αυτή, όμως, πρέπει σταθερά να προσανατολιστεί, όχι στην κλιμάκωση της έντασης και στη γεωπολιτική πόλωση, αλλά στην κατοχύρωση της ειρήνης της συνεργασίας και της σταθερότητας στην περιοχή.
Στο να καταστούν σαφή προς όλους, τα οφέλη της συνεργασίας επί τη βάσει τους διεθνούς δικαίου.
  Ιδιαίτερη ανησυχία πρέπει να μας προκαλούν και τα γεγονότα στα Δυτικά Βαλκάνια, όπου ο εθνικισμός επιβαρύνει την προσπάθεια επίλυσης των προβλημάτων της περιοχής, μεταξύ των οποίων και του ζητήματος της ονομασίας της FYROM.
Ούτε η κατοχύρωση των εθνικών συμφερόντων της Ελλάδας στην περιοχή, ούτε ο αυτόνομος ρόλος της ως προς την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων, είναι δυστυχώς σήμερα δεδομένοι.
Απαιτούν απτές και όχι επικοινωνιακές πρωτοβουλίες σε όλα τα επίπεδα μεταξύ των οποίων είναι και η ενίσχυση της Διαβαλκανικής Συνεργασίας.    
      Την ίδια στιγμή, η ενίσχυση των Τζιχαντιστών στην περιοχή, που οδηγεί στην επιδείνωση του αιματηρού εμφυλίου πολέμου στην Συρία, στη διάλυση του Ιράκ και στην πολιτειακή κατάρρευση της Λιβύης, αποτελεί μια επίσης εξαιρετικά ανησυχητική εξέλιξη.
    Είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο πλαίσιο του αγώνα κατά των Τζιχαντιστών, να υποστηριχτούν οι Κουρδικές δυνάμεις στην προστασία του Κομπάνι.
Μιας πόλης που αποτελεί μοντέλο και πρότυπο διαπολιτισμικής συμβίωσης, ανεξιθρησκίας και ισότητας των φύλων, στη Μέση Ανατολή.
Το Κομπάνι είναι επιτακτική ανάγκη να κρατήσει και για αυτό χρειάζεται στήριξη και αλληλεγγύη, χρειάζεται τη στήριξη και την αλληλεγγύη μας.
Το ίδιο επιτακτική είναι και η ανάγκη για μια συγκροτημένη ελληνική στρατηγική που να αξιοποιεί το διπλωματικό και πολιτισμικό κεφάλαιο της Ελλάδας στην περιοχή.
 Γενικότερα η χώρα χρειάζεται εξωτερική πολιτική που να ΔΙΕΚΔΙΚΕΙ ΔΥΝΑΜΙΚΑ εντός, και πέρα από την ΕΕ καθώς και στις διμερείς της σχέσεις.
Που να προωθεί ΕΝΕΡΓΑ τα συμφέροντα της Ελλάδας και να ενισχύει το διεθνή της ρόλο.
Κι αυτή την εξωτερική πολιτική έχει αποδείξει ότι δεν είναι σε θέση,  δεν έχει αυτή την αντίληψη, δεν μπορεί να προωθήσει η σημερινή κυβέρνηση, Είναι μια πολιτική που θα σχεδιάσει και θα υλοποιήσει η επόμενη κυβέρνηση, η ερχόμενη κυβέρνηση του  ΣΥΡΙΖΑ. 

Συντρόφισσες και σύντροφοι
Κλείνω αυτή την σημαντική παρένθεση, σημαντική παρένθεση διότι οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και ενδιαφέρουσες και πρέπει να έχουμε εγρήγορση αλλά και ψυχραιμία και κυρίως τα θέματα αυτά δεν μπορεί να αποτελούν πεδίο αντιπαράθεσης, μικροκομματικής πολλές φορές, στο εσωτερικό.

Δεν πέρασε και πολύς καιρός από τότε που η πιο ήπια κατηγορία εναντίον μας ήταν ότι δεν είμαστε ρεαλιστές.
Ότι δεν καταλαβαίνουμε τι γίνεται στην Ευρώπη.
Ότι με την πολιτική μας θα απομονώσουμε την Ελλάδα από το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Βλέπετε τώρα και βλέπουν όλοι τι γίνεται στην Ευρώπη.
Βλέπουν όλοι ότι δεν ήταν όνειρο θερινής νύχτας η προσδοκία και η επιδίωξη να λάβει η αντίσταση στη λιτότητα, και στη νεοσυντηρητική αγριότητα ευρωπαϊκές διαστάσεις.
H Ευρώπη αυτή τη στιγμή βρίσκεται στη δίνη μιας βαθύτατης κρίσης.
Τολμώ να πω: Όπως ακριβώς το είχαμε προβλέψει εγκαίρως.
Και η κρίση αυτή δημιουργεί συγκρούσεις ανάμεσα σε χώρες, συγκρούσεις μέσα στις χώρες, αλλά και συγκρούσεις στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών θεσμών.
Η αντίδραση της Γαλλίας και της Ιταλίας στην εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Η πλήρης αποτυχία της πολιτικής της λιτότητας έχει βαθύ κοινωνικό αντίκτυπο.
Την προ προηγούμενη εβδομάδα στην Ιταλία, στη Ρώμη εκατομμύρια εργαζόμενοι διαδήλωσαν  κατά των μέτρων ελαστικοποίησης της εργασίας. Μέτρα τα οποία πέρασαν στην Ελλάδα με μνημόνιο. Εκεί χωρίς μνημόνιο.
Και την προηγούμενη βδομάδα χιλιάδες διαδηλωτές μας ξάφνιασαν στις Βρυξέλλες, το Βέλγιο.
Στις χώρες του Νότου
Στην Ισπανία  του Νότου το Ποδέμος, το ριζοσπαστικό πολιτικό σχήμα που βγήκε μέσα από το κίνημα των πλατειών της αγανάκτησης, εμφανίζεται αυτή τη στιγμή πρώτο στις δημοσκοπήσεις και ταράζει τα νερά, όπως κάποτε ο ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις. Τώρα στην κάλπη και την πραγματικότητα, που θα εκφραστεί πολύ σύντομα.
Όχι μόνο στην Ισπανία όμως. Στην Ιρλανδία το Σιν Φέιν διεκδικεί με αξιώσεις την κυβερνητική εξουσία, σε μια χώρα που κι εκεί υπήρξε μνημόνιο και λεηλατήθηκε η κοινωνία.
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες η Αριστερά, με διάφορα σχήματα και κομματικές μορφές, ενισχύει παντού την επιρροή και τις θέσεις της. 
Η Ευρώπη των εργαζομένων, της αντίστασης, της αντεπίθεσης, η Ευρώπη της Αριστεράς, διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξελίξεις.
Ούτε η λιτότητα, ούτε η βουλιμία του Βερολίνου, ούτε η συμμαχία των συντηρητικών δεν θεωρούνται πια αυτονόητο καθεστώς για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Ευρώπη κινείται, οι δυνάμεις της αντίστασης και της αλλαγής είναι σε άνοδο, οι δυνάμεις της συντήρησης διατρέχονται από αντιθέσεις και συγκρούσεις.
Οι δυνατότητες συμμαχιών για μια αριστερή ελληνική κυβέρνηση πολλαπλασιάζονται και η συμπαράταξη των χωρών του Νότου γίνεται πια ρεαλιστικός στόχος.
Οι δυνατότητες άσκησης εθνικής πολιτικής αυξάνονται  και θα αυξηθούν ακόμα περισσότερο μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές.
Βέβαια μέσα σ΄ αυτό το σκηνικό των διεργασιών, των εξελίξεων στην Ευρώπη, αναρωτιέται κανείς σήμερα πού βρίσκεται η Ελλάδα;
Πού είναι η Ελλάδα μέσα σ’ αυτό το κλίμα της αντιπαράθεσης και των αλλαγών;
Δυστυχώς η Ελλάδα είναι απούσα. Με βαρύτατη ευθύνη της κυβέρνησης του κ. Σαμαρά.
Απούσα η διατύπωση θέσεων, απούσα η επιδίωξη συμμαχιών, απούσα η επιθετική διαπραγμάτευση.
Παρούσα μόνο η ευθυγράμμιση με τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις της τρόικας.
Αυτή είναι η πικρή αλήθεια. 
Η Ελλάδα δεν υπάρχει στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι παρά μόνο ως πεδίο δοκιμών βαρβαρότητας, ως ικέτης στις αυλές των πλουσίων, ως μεταπράτης της ίδιας της εθνικής και κοινωνικής της υπόστασης.
Ούτε τα νέα μνημόνια όμως, ούτε οι απειλές για την εθνική μας ασφάλεια, ούτε η διεθνής απαξίωση, ούτε η πλήρης ευρωπαϊκή υποβάθμιση, είναι μοιραίες εξελίξεις.
Επιμένουμε και θα επιμείνουμε ως το τέλος ότι μπορούμε να αλλάξουμε τα δεδομένα.
Ότι μπορεί η Ελλάδα να αλλάξει πορεία.
Αυτό όμως απαιτεί άλλη πολιτική, και φυσικά άλλη κυβέρνηση. Κυρίως όμως απαιτεί το λαό μας ενεργό, να διεκδικεί και να ορίζει το μέλλον του.
Απαιτεί λοιπόν τη λαϊκή ετυμηγορία και μια ισχυρή λαϊκή εντολή, πανίσχυρη θα έλεγα λαϊκή εντολή αλλαγής πλεύσης, αλλαγής πορείας.
Απαιτεί κυρίως μια κοινωνία όρθια και έτοιμη όχι μόνο να αντισταθεί στο φόβο, αλλά και να στηρίξει εκείνες τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις, που θα βγάλουν την Ελλάδα από το σημερινό αδιέξοδο.
Αυτή είναι η αμετακίνητη θέση μας και είναι στις δεδομένες συνθήκες μια θέση ευθύνης, δημοκρατίας  και ομαλότητας.
Μια θέση που δεν αποσκοπεί να φέρει κάποιους στην εξουσία, στη θέση κάποιων άλλων.
Αλλά αποσκοπεί στην επανεκκίνηση της δημοκρατίας, της κοινωνικής αλληλεγγύης, των παραγωγικών δυνάμεων, του δυναμισμού και της πρωτοβουλίας των πολιτών, των ανθρώπων, του λαού μας..
Το πρόγραμμά της Θεσσαλονίκης μας της ΔΕΘ προδιαγράφει σε  ρεαλιστικές γραμμές, αυτή τη διαδικασία επανεκκίνησης.
Και αποδεικνύει ότι είμαστε έτοιμοι να πάρουμε εκείνο το μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί για τη σωτηρία της κοινωνίας και των ανθρώπων.
Αυτή ήταν εξάλλου και η ουσία του τελευταίου διαβήματός μας στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Αυτή είναι η ουσία της μάχης μας να συγκεντρωθούν οι απαραίτητες κοινοβουλευτικές δυνάμεις ώστε να μην μπορέσει, με προκάλυψη την εκλογή νέου προέδρου, να συνεχίσει η κυβέρνηση για ένα ακόμη χρόνο αυτή την καταστροφική της πολιτική.
Και βεβαίως αυτή είναι η ουσία της επιδίωξής μας, να πάμε επιτέλους σε εκλογές λύτρωσης και αλλαγής. 
Για να αποφασίσει ο λαός, δημοκρατικά και ομαλά, ποια στρατηγική πρέπει να χαράξει η Ελλάδα για την έξοδο από την κρίση.
Την στρατηγική της υποτέλειας και της κοινωνικής καταστροφής χωρίς αντίκρισμα;
Ή την στρατηγική της κατάργησης των μνημονίων, της αντιπαράθεσης με τις πολιτικές της βαρβαρότητας, της σκληρής διαπραγμάτευσης για την απαλλαγή από την αγχόνη του χρέους.

Την στρατηγική της κυβέρνησης του δικομματικού κατεστημένου;
Ή τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό, όσο σκληρό κι αν ακούγεται είναι το πραγματικό δίλημμα που τίθεται σήμερα σ΄ αυτό το πρωτοφανές σταυροδρόμι, ιστορικό σταυροδρόμι στο οποίο βρίσκεται η χώρα μας.

Συντρόφισσες και σύντροφοι
Θα θέλαμε να είναι αλλιώς, πιο εύκολα, τα πράγματα για τη χώρα και για μια κυβέρνηση της Αριστεράς.
Δεν καθορίζουμε όμως εμείς τις συνθήκες της αντιπαράθεσης και της πάλης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με την σταθερή του πορεία, την όσμωσή του με το λαϊκό κίνημα, τις αναλύσεις και τις ιδέες του έχει καταστεί  σήμερα η μοναδική εγγύηση δημοκρατικής πορείας και αλλαγής για τον τόπο.
Η πολιτική δύναμη που μπορεί να εγγυηθεί ότι η Ελλάδα θα σταθεί στα πόδια της και ταυτόχρονα θα διαπραγματευτεί με αποφασιστικότητα και με συμμαχίες στην Ευρώπη.
Η πολιτική δύναμη που έχει συγκεκριμένο και ρεαλιστικό σχέδιο για την έξοδο από την σημερινή κρίση.
Σε κάθε περίπτωση, ο ορίζοντας της σημερινής κυβέρνησης δεν ξεπερνά την Προεδρική Εκλογή του Φεβρουαρίου.
Εμείς όχι μόνο πρέπει να είμαστε έτοιμοι, αλλά να επιταχύνουμε τις εξελίξεις.
Να έρθουμε σε ακόμα πιο στενή επαφή με τον λαό.
Να εξηγήσουμε και να εκλαϊκεύσουμε το πρόγραμμά μας.
Να απαντήσουμε στα κρίσιμα ερωτήματα.
Να δώσουμε αποφασιστικό τελικό χτύπημα στον φόβο και την αβεβαιότητα. 
Κυρίως να υπερασπιστούμε όσους συμπολίτες μας αγωνίζονται σε δύσκολες συνθήκες για ζωή, δουλειά και αξιοπρέπεια.
Για δημόσια υγεία.
Για δημόσια παιδεία.
Απέναντι στην κυβερνητική κατάντια που προσπαθεί να καλύψει τα κενά με άνεργους εθελοντές, που θα τους πληρώνει, λέει, με μόρια. 
Να πατήσουμε, επίσης, γερά στο θεμέλιο που πάντα υπολόγιζε η Αριστερά στη στρατηγική και την τακτική της: Στην πολιτική της διεύρυνσης της επιρροής μας, στην πολιτική των πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών.
Χωρίς επιπολαιότητες, αλλά και χωρίς φοβίες.
Με σεβασμό στις αξίες μας, αλλά και στις αξίες όσων βρίσκονται δίπλα μας. 
Ας σας θυμίσω μια πολιτική σκέψη που δεν είναι δική μου: Είναι πολύ παλιά. Λέει.. Υπάρχουν στιγμές, που πρέπει να διευρύνουμε τα μέτωπα της πάλης ακόμα και με συμμάχους που μας φαίνονται ασταθείς, ταλαντευόμενοι, όχι αρκετά δυνατοί και αποφασισμένοι για να αντέξουν την πορεία μέχρι το τέλος.
Πρέπει να προβληματιστούμε αν σήμερα είναι μια τέτοια στιγμή, μια παρόμοια στιγμή για την Αριστερά και τη χώρα.
Αν μπορεί να μας βοηθήσει να απαντήσουμε πιο ολοκληρωμένα στο σήμερα, η ενωτική εμπειρία και παράδοση της αριστεράς τα προηγούμενα χρόνια  
Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να είμαστε συνεπείς, αλλά και ταυτόχρονα ευέλικτοι.
Σταθεροί στις ιδέες μας αλλά και διορατικοί.  
Οι αντίπαλοί μας, είναι αλήθεια θα μας ήθελαν κλεισμένους και απομονωμένους στα κάστρα της βεβαιότητας και της υπεροψίας. Ότι έχει κριθεί το παιχνίδι, ότι είναι στρωμένος ο δρόμος μπροστά μας.
Εμείς όμως ξέρουμε, θα είναι σκληρή η μάχη, μέχρι την τελευταία στιγμή και θα τη δώσουμε με νου και με καρδιά.
Και βεβαίως πολύ θα ήθελαν οι αντίπαλοί μας να μην προσπαθούμε να διευρύνουμε τις κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες μας.
Να μην δουλεύουμε για να διευρύνουμε το ρεύμα της κοινωνικής δυσαρέσκειας και να το μετατρέψουμε σε χείμαρρο ορμητικό της κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής.
Δεν θα τους κάνουμε τη χάρη.
Δεν πρόκειται να επαναπαυτούμε ούτε στις δημοσκοπήσεις, ούτε στις όποιες θετικές ενδείξεις.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η κυβέρνηση των μνημονίων –να το ξέρετε- δεν πρόκειται να πέσει από μόνη της σαν ώριμο φρούτο.
Θα την ρίξουν οι κοινωνικοί αγώνες αλλά και οι πολιτικές πρωτοβουλίες μας, που θα την απομονώσουν καθοριστικά και μέσα και έξω από τη Βουλή.
Πρωτοβουλίες ενωτικές και δημιουργία μετώπων, όπως πολύ πετυχημένα καταφέραμε, σας θυμίζω και στο θέμα της ΔΕΗ και σε αυτό των αιγιαλών. Τώρα έχουμε πεδίο δόξης μπροστά μας  στο ποιες είναι οι απαραίτητες… οι μετασχηματισμοί γι αυτή τη χώρα, το πρόγραμμά μας, το πρόγραμμα το κυβερνητικό για την επόμενη μέρα. Εκεί πρέπει να οικοδομήσουμε συμμαχίες.
Με πρωτοβουλίες που θα προκαλέσουν θετικές προοδευτικές μετατοπίσεις, και ενεργοποίηση σοβαρών κοινωνικών δυνάμεων.
Και συγκλίσεις, όχι στη βάση της ιδεολογικής καθαρότητας, ούτε στη βάση της ευκαιριακής συμπόρευσης. Αλλά στη βάση της καθαρής και πραγματικής πολιτικής αξιοπιστίας.
Διότι για μας αυτές οι συγκλίσεις με πραγματικό αντίκρισμα στην κοινωνία έχουν βάση και προοπτική, χωρίς συνδιαλλαγές κάτω από το τραπέζι, με καθαρό το μέτωπο και τις πολιτικές μας προτάσεις.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Είμαι βέβαιος ότι είναι στο χέρι μας να γυρίσουμε σελίδα και να ανταποκριθούμε στο κάλεσμα της ελληνικής κοινωνίας. Να πάρουμε τα πράγματα στα χέρια μας για να τα δώσουμε στα χέρια των πολλών, αυτών που σήμερα αγκομαχούν καθημερινά.
Έχουμε μπροστά μας δύσκολες μάχες.
Είμαι βέβαιος ότι θα πράξουμε το σωστό κι ότι οι μάχες αυτές θα είναι νικηφόρες για μας.
Γιατί είμαστε πια όχι μόνο απείρως πιο ισχυροί από χτες, αλλά και πιο έμπειροι, πιο αποφασισμένοι, πιο σταθεροί στην απόφασή μας να γυρίσουμε σελίδα, να αλλάξουμε την Ελλάδα.
Και αυτή τη στιγμή να ξέρετε ότι αποτελούμε και μια σημαντική ελπίδα όχι μόνο για τους Έλληνες και τις Ελληνίδες, αλλά για τους λαούς της Ευρώπης, πυξίδα για τους λαούς της Ευρώπης, που συντονίζουν τη δράση τους και προσβλέπουν στον ΣΥΡΙΖΑ και τις άλλες δυνάμεις της κινηματικής Αριστεράς του ευρωπαϊκού Νότου να φέρουν τη μεγάλη αλλαγή, τη μεγάλη στροφή στην Ευρώπη.
Με εμπιστοσύνη λοιπόν στην κοινωνία, με εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας, είμαι βέβαιος ότι θα τα καταφέρουμε. Είμαι βέβαιος ότι αυτός ο προϋπολογισμός θα είναι ο τελευταίος μνημονιακός προϋπολογισμός που κατατίθεται σ΄ αυτή τη Βουλή και είμαι βέβαιος ότι οι πολιτικές εξελίξεις θα είναι ραγδαίες και θα είναι σε κατεύθυνση προοδευτική.
Η δημοκρατία θα επιστρέψει στον τόπο, η εμπιστοσύνη ανάμεσα στην πολιτική και τους πολίτες θα επιστρέψει. Θα οδηγηθούμε σε εξελίξεις ιστορικές, εξελίξεις αποκατάστασης της δημοκρατίας και της κοινωνικής συνοχής.
Και είμαι βέβαιος ότι σ΄ αυτές τις προσδοκίες, σ΄ αυτές τις υψηλές απαιτήσεις  του ελληνικού λαού θα ανταποκριθούμε θετικά.

Σας ευχαριστώ