Ομιλία του πρωθυπουργού Α. Τσίπρα στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου
Ομιλία του πρωθυπουργού Α. Τσίπρα στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου

Ευχαριστώ πολύ κύριε Πρόεδρε.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές είναι τιμή για εμένα να μιλώ στο ναό  της δημοκρατίας της Ευρώπης. Σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση. Είναι τιμή μου να απευθυνθώ στους αιρετούς  εκπροσώπους των λαών της Ευρώπης, σε μια κρίσιμη στιγμή τόσο για την πατρίδα μου, για την Ελλάδα, όσο όμως και για την Ευρωζώνη και για την Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά.

Βρίσκομαι ανάμεσά σας, λίγες μόνο μέρες μετά την ισχυρή ετυμηγορία του ελληνικού λαού, μετά την απόφαση που πήραμε να δώσουμε το λόγο, άμεσα να αποφασίσει, στον ελληνικό λαό και να τοποθετηθεί, να πάρει μέρος ενεργά, στη διαπραγμάτευση που αφορά το μέλλον του.  Λίγες μόνο μέρες μετά την ισχυρή του ετυμηγορία που μας έδωσε εντολή να ενισχύσουμε τις προσπάθειές μας για την επίτευξη μιας κοινωνικά δίκαιης και οικονομικά βιώσιμης λύσης στο ελληνικό πρόβλημα, χωρίς τα λάθη του παρελθόντος που καταδίκασαν την ελληνική οικονομία, χωρίς την αέναη και αδιέξοδη λιτότητα που εγκλωβίζει την οικονομία σε έναν υφεσιακό φαύλο κύκλο, αλλά και την κοινωνία σε μια διαρκή και βαθιά κατάθλιψη. Η γενναία επιλογή του ελληνικού λαού, σε συνθήκες πρωτοφανούς πίεσης, με τις τράπεζες κλειστές, με την πλειοψηφία των Μέσων Ενημέρωσης να τρομοκρατεί ότι η επιλογή στο ΟΧΙ είναι μια επιλογή ρήξης με την Ευρώπη.

Είναι χαρά μου που βρίσκομαι στο ναό της δημοκρατίας, γιατί πιστεύω ότι εδώ ακούμε επιχειρήματα και κρίνουμε επιχειρήματα. Άκουσον, λοιπόν, μεν, πάταξον δε.

Έλεγα, λοιπόν, ότι η γενναία επιλογή του ελληνικού λαού δεν αποτελεί επιλογή ρήξης με την Ευρώπη, αλλά επιλογή επιστροφής στις ιδρυτικές αρχές της Ευρωπαϊκής ενοποίησης, στις αρχές της Δημοκρατίας, της αλληλεγγύης, του αλληλοσεβασμού και της ισότητας.

Είναι ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι η Ευρώπη, το κοινό μας Ευρωπαϊκό  οικοδόμημα, η Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Ένωση ή θα είναι δημοκρατική ή θα έχει τεράστιες δυσκολίες να επιβιώσει στις δύσκολες συνθήκες που διανύουμε.

Η προς ολοκλήρωση διαπραγμάτευση της ελληνικής κυβέρνησης με τους εταίρους της, επιδιώκει να επαναβεβαιώσει τον διπλό σεβασμό της Ευρώπης, τόσο στους κοινούς κανόνες λειτουργίας της, όσο όμως και στον απόλυτο σεβασμό της δημοκρατικής επιλογής των λαών μας.

Εγώ προσωπικά και η κυβέρνησή μου αναλάβαμε πριν από πέντε περίπου μήνες. Όμως τα προγράμματα διάσωσης βρίσκονται σε ισχύ εδώ και πέντε περίπου χρόνια. Αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη για όσα συνέβησαν αυτούς τους πέντε περίπου μήνες. Οφείλουμε όμως όλοι με ειλικρίνεια να συνειδητοποιήσουμε ότι η βασική ευθύνη για τα αδιέξοδα στα οποία βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία, για τα αδιέξοδα που βρίσκεται σήμερα εν συνόλω η Ευρώπη, με τις επιλογές που έγιναν, δεν αφορούν τους πέντε τελευταίους μήνες, αλλά τα πέντε χρόνια της εφαρμογής προγραμμάτων που δεν οδήγησαν στην έξοδο από την κρίση. Θέλω να σας διαβεβαιώσω, ανεξάρτητα από την κρίση του καθενός για το ορθόν ή το λάθος των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών, ένα είναι γεγονός: Η Ελλάδα τα τελευταία πέντε χρόνια και ο ελληνικός λαός, έκανε μια πρωτοφανή προσπάθεια προσαρμογής.  Δύσκολης, σκληρής.  Αυτή η προσπάθεια έχει εξαντλήσει τις αντοχές του ελληνικού λαού.

Βεβαίως, παρόμοια προσπάθεια δεν έγινε μόνο στην Ελλάδα. Και σε άλλες χώρες – και σε σέβομαι απολύτως την προσπάθεια άλλων λαών να ανταπεξέλθουν και κυβερνήσεων να αποφασίσουν σκληρά και δύσκολα μέτρα – σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες εφαρμόστηκαν προγράμματα λιτότητας. Όμως πουθενά αυτά τα προγράμματα δεν ήταν τόσο σκληρά και τόσο μεγάλης διάρκειας, όσο ήταν στην Ελλάδα. Δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι η πατρίδα μου έχει μετατραπεί τα τελευταία πέντε χρόνια σε ένα πειραματικό εργαστήρι λιτότητας. Το πείραμα όμως πρέπει όλοι να παραδεχθούμε ότι δεν πέτυχε.

Τα πέντε αυτά χρόνια, η ανεργία εκτοξεύτηκε στα ύψη, η φτώχεια εκτοξεύτηκε στα ύψη, η κοινωνική περιθωριοποίηση διευρύνθηκε, το ίδιο διευρύνθηκε και το δημόσιο χρέος, που πριν ξεκινήσουν τα προγράμματα ήταν στο 120% του ΑΕΠ και σήμερα βρίσκεται στο 180% του ΑΕΠ. Και σήμερα η πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ανεξάρτητα από τις εκτιμήσεις μας, αυτή είναι η πραγματικότητα και πρέπει να τη δεχτούμε, αισθάνεται ότι δεν έχει άλλη επιλογή από το να διεκδικήσει να απελευθερωθεί από αυτή την αδιέξοδη πορεία. Και αυτή την επιθυμία, εκπεφρασμένη με τον πιο άμεσο και δημοκρατικό τρόπο, καλούμαστε ως κυβέρνηση να υλοποιήσουμε.

Διεκδικούμε μια συμφωνία με τους εταίρους μας. Μια συμφωνία, όμως, που θα δίνει σήμα οριστικής διεξόδου από την κρίση. Που θα δίνει την εντύπωση ότι στο τέλος του τούνελ υπάρχει φως. Μια συμφωνία που θα προβλέπει αξιόπιστες και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, κανείς δεν τις αρνείται, που θα μεταφέρουν όμως τα βάρη σε όσους πραγματικά έχουν τη δυνατότητα να τα σηκώσουν – και τα τελευταία πέντε χρόνια προστατεύτηκαν από κυβερνήσεις και δεν σήκωσαν τα βάρη – που μεταφέρθηκαν εξ ολοκλήρου στους ώμους των μισθωτών, των εργαζόμενων, των συνταξιούχων, αυτών που δεν μπορούν άλλο πια να σηκώσουν βάρη. Και, βεβαίως, με πολιτικές αναδιανομής προς όφελος των χαμηλών και των μεσαίων στρωμάτων, για μια προοπτική ισόρροπης και βιώσιμης ανάπτυξης.

Η πρόταση που καταθέτουμε στους εταίρους μας, είναι πρόταση που περιλαμβάνει:

– αξιόπιστες μεταρρυθμίσεις, με κριτήριο, όπως είπα πριν, τη δίκαιη κατανομή των βαρών και με το κατά δυνατόν λιγότερες υφεσιακές επιπτώσεις,

– περιλαμβάνει το αίτημα για την επαρκή κάλυψη των μεσοπρόθεσμων χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας, με ένα ισχυρό και εμπροσθοβαρές αναπτυξιακό πρόγραμμα, διότι αν δε βάλουμε πάνω στο τραπέζι την ατζέντα της ανάπτυξης δεν πρόκειται ποτέ να βγούμε από την κρίση. Και ο πρώτος μας στόχος πρέπει να είναι η καταπολέμηση της ανεργίας και η ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας,

-και βεβαίως η πρότασή μας περιλαμβάνει και το αίτημα για μια άμεση δέσμευση ώστε να αρχίσει ένας ουσιαστικός διάλογος, μια ουσιαστική συζήτηση για την αντιμετώπιση του προβλήματος βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους.

Δεν μπορεί να υπάρχουν μεταξύ μας ταμπού. Πρέπει να βλέπουμε την πραγματικότητα και να ψάχνουμε να βρούμε λύσεις σε αυτή την πραγματικότητα, όσο δύσκολες και αν είναι αυτές οι λύσεις.

Η πρόταση κατατέθηκε με αυτά τα χαρακτηριστικά στο Eurogroup, στη Διάσκεψη Κορυφής που είχαμε χθες. Σήμερα, στέλνουμε αίτημα προς τον Ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης. Αναλάβαμε την υποχρέωση τις επόμενες δυο μέρες να κάνουμε τις προτάσεις μας απόλυτα συγκεκριμένες και ελπίζω ότι θα καταφέρουμε τις επόμενες ημέρες να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις της κρίσιμης συγκυρίας, τόσο για το καλό της Ελλάδας, όσο όμως και της Ευρωζώνης. Θα έλεγα, κυρίως, όχι μόνο για το οικονομικό αλλά και για το γεωπολιτικό συμφέρον της Ευρώπης.

Θέλω στο σημείο αυτό να είμαι ξεκάθαρος: Οι προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης για τη χρηματοδότηση των υποχρεώσεών της και για την αναδιάρθρωση του χρέους της, δεν έχουν στόχο να επιβαρύνουν επιπλέον τον Ευρωπαίο φορολογούμενο. Τα χρήματα που δόθηκαν στην Ελλάδα, ας είμαστε ειλικρινείς, δεν κατέληξαν ποτέ στον ελληνικό λαό. Ήταν χρήματα που δόθηκαν για να σωθούν οι ελληνικές και οι ευρωπαϊκές τράπεζες, αλλά δεν πήγαν ποτέ στον ελληνικό λαό.

Και επιπλέον, από τον Αύγουστο του 2014 έχει η Ελλάδα να λάβει εκταμίευση δόσης, σύμφωνα με το πρόγραμμα διάσωσης που ίσχυε μέχρι το τέλος Ιούνη, δόσεις ύψους 7,2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Δεν έχουν δοθεί από τον Αύγουστο του 2014 και δεν ήταν η δική μας κυβέρνηση αυτή που ήταν στην εξουσία από τον Αύγουστο του 2014 έως τον Γενάρη του 2015. Και τότε δεν δόθηκαν οι δόσεις, διότι το πρόγραμμα δεν υλοποιείτο. Και το πρόγραμμα δεν υλοποιείτο και τότε, όχι γιατί υπήρχε τότε συγκεκριμένη ιδεολογική αναφορά που υπάρχει σήμερα, αλλά ακριβώς γιατί το πρόγραμμα αυτό και τότε, αλλά και τώρα, δεν βρίσκει κοινωνική συναίνεση. Ένα πρόγραμμα δεν αρκεί μόνο να είναι ορθό κατά την εκτίμησή μας, πρέπει να μπορεί και να εφαρμοστεί, να βρίσκει την κοινωνική συναίνεση για να εφαρμοστεί.

Κύριοι και κυρίες βουλευτές, το ίδιο χρονικό διάστημα η Ελλάδα διαπραγματεύτηκε διεκδικώντας αυτά τα 7,2 δισεκατομμύρια σε εκταμιεύσεις, έχοντας, όμως, την υποχρέωση να αποπληρώνει, στους ίδιους θεσμούς από τους οποίους διεκδικούσε εκταμιεύσεις, δόσεις – στο διάστημα αυτό –  ύψους 17,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Τα χρήματα αυτά κατεβλήθησαν από το υστέρημα του ελληνικού λαού.

Κυρίες  και κύριοι βουλευτές, παρ’ όλα όσα σας ανέφερα, δεν είμαι από τους πολιτικούς που ισχυρίζονται ότι για όλα τα δεινά της πατρίδας μου ευθύνονται οι κακοί ξένοι. Η Ελλάδα έφτασε στα όρια της χρεοκοπίας επειδή για πάρα πολλά χρόνια οι κυβερνήσεις της Ελλάδας δημιούργησαν ένα κράτος πελατειακό, ενίσχυσαν τη διαφθορά, ανέχθηκαν ή και ενίσχυσαν τη διαπλοκή της πολιτικής με την οικονομική εξουσία, άφησαν ανεξέλεγκτη τη φοροδιαφυγή του μεγάλου πλούτου. Σύμφωνα με έρευνα της Credit Suisse, το 10% των Ελλήνων διαχειρίζεται το 56% του εθνικού πλούτου. Κι αυτό το 10% των Ελλήνων στην περίοδο της σκληρής λιτότητας και της κρίσης βρέθηκε στο απυρόβλητο, δεν συνέβαλε στα βάρη όσο συνέβαλε το υπόλοιπο 90%. Αυτές τις μεγάλες αδικίες, τα προγράμματα διάσωσης και τα μνημόνια, όχι μόνο δεν προσπάθησαν να αποκαταστήσουν, αλλά, δυστυχώς, επέτειναν. Καμιά από τις υποτιθέμενες μεταρρυθμίσεις των προγραμμάτων του μνημονίου δεν βελτίωσε, δυστυχώς, τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό που κατέρρευσε παρά τον υπερβάλλοντα ζήλο κάποιων φωτισμένων, αλλά και δικαίως φοβισμένων, κρατικών υπαλλήλων. Καμιά υποτιθέμενη μεταρρύθμιση δεν τα έβαλε με το περιβόητο τρίγωνο της διαπλοκής που στήθηκε στη χώρα μας. Χρόνια τώρα και πριν από την κρίση. Ανάμεσα στο πολιτικό κατεστημένο, στους ολιγάρχες και τις τράπεζες. Καμιά μεταρρύθμιση δεν βελτίωσε τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα της κρατικής μηχανής, που έχει μάθει να λειτουργεί ώστε να εξυπηρετούνται ιδιοτελή συμφέροντα και όχι το κοινό καλό. Και, δυστυχώς, αυτές οι προτάσεις τώρα βρίσκονται στο επίκεντρο. Οι δικές μας προτάσεις επικεντρώνονται σε πραγματικές μεταρρυθμίσεις, που έχουν στόχο να αλλάξουν την Ελλάδα. Είναι μεταρρυθμίσεις που οι προηγούμενες κυβερνήσεις, το παλιό πολιτικό σύστημα, αλλά και τα προγράμματα διάσωσης, δεν ήθελαν να συμβούν στην Ελλάδα. Αυτή είναι η πραγματική αλήθεια. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της ολιγοπωλειακής δομής και των πρακτικών των καρτέλ στις επιμέρους αγορές – περιλαμβανομένης και της άναρχης και ασύδοτης τηλεοπτικής αγοράς – η ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών στα δημόσια έσοδα και την αγορά εργασίας με στόχο την πάταξη της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής, ο εκσυγχρονισμός της Δημόσιας Διοίκησης συγκροτούν τις μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες της δικής μας κυβέρνησης και βεβαίως αναμένουμε και την συμφωνία των εταίρων μας σε αυτές τις προτεραιότητες.

Σήμερα, εμείς ερχόμαστε με την ισχυρή εντολή του ελληνικού λαού και με την αποφασιστική μας βούληση, όχι να συγκομιστούμε με την Ευρώπη, αλλά να  συγκρουστούμε με τα κατεστημένα στη χώρα μας και με τις κατεστημένες λογικές και νοοτροπίες που βύθισαν την Ελλάδα  και βυθίζουν μαζί  και την Ευρωζώνη.

Κυρίες και Κύριοι βουλευτές,

Η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Αυτό που ονομάζουμε ελληνική κρίση δεν είναι παρά η συνολική αδυναμία της Ευρωζώνης να βρει μια οριστική λύση, σε μια αυτοτροφοδοτούμενη κρίση χρέους. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα ευρωπαϊκό και όχι αποκλειστικά ελληνικό πρόβλημα. Και σε ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα απαιτείτε ευρωπαϊκή λύση.

Η Ευρωπαϊκή ιστορία, είναι μια ιστορία συγκρούσεων αλλά στο τέλος της ημέρας συμβιβασμών. Αλλά είναι και μία ιστορία συγκλίσεων και διευρύνσεων. Μια ιστορία ενότητας και όχι διαίρεσης. Για αυτό άλλωστε μιλάμε για την ενωμένη Ευρώπη, ας  μην την αφήσουμε να γίνει διαιρεμένη Ευρώπη. Τούτη την ώρα καλούμαστε να βρούμε ένα γόνιμο και έντιμο συμβιβασμό προκειμένου να αποφύγουμε μια ιστορική ρήξη που θα ανατρέψει την παράδοση της ενωμένης Ευρώπης.

Είμαι βέβαιος ότι όλοι αντιλαμβανόμαστε την κρισιμότητα της στιγμής και θα ανταποκριθούμε, θα αναλάβουμε την ιστορική μας ευθύνη.

Σας ευχαριστώ.