Ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή, κατά τη διάρκεια της συζήτησης με αντικείμενο την ενημέρωση του Σώματος για τα ζητήματα που άπτονται της διαπραγμάτευσης
Ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή, κατά τη διάρκεια της συζήτησης με αντικείμενο την ενημέρωση του Σώματος για τα ζητήματα που άπτονται της διαπραγμάτευσης

Κυρία Πρόεδρε,

Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,

Ζήτησα την σημερινή έκτακτη διαδικασία συζήτησης, διότι βρισκόμαστε πλέον στην τελική ευθεία της διαπραγμάτευσης και ταυτόχρονα στην πιο κρίσιμη καμπή της.

Είναι λοιπόν απαραίτητο να ενημερωθεί το σώμα και τα πολιτικά κόμματα, να ενημερωθεί ο ελληνικός λαός, με τον πλέον επίσημο τρόπο για το που βρισκόμαστε  και για το που θέλουμε να πάμε.

Έτσι αντιλαμβάνομαι τη δημοκρατική μου ευθύνη, απέναντι στα κόμματα και στο κοινοβούλιο αλλά και απέναντι στον ελληνικό λαό.

Για αυτό και από την αρχή έχω ξεκαθαρίσει ότι σε αυτή τη διαδικασία, δεν έχουμε ούτε να κρύψουμε ούτε να κρυφτούμε από τον ελληνικό λαό.

Για λογαριασμό του διαπραγματευόμαστε, για λογαριασμό του και με αίσθημα ευθύνης αγωνιζόμαστε ώστε να φέρουμε τη καλύτερη δυνατή συμφωνία.

Δεν έχουμε λοιπόν τίποτα να κρατήσουμε κρυφό.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές

Από την πρώτη στιγμή η νέα ελληνική κυβέρνηση διακήρυξε σε όλους τους τόνους ότι επιδιώκει μια ευρωπαϊκή λύση στο ελληνικό ζήτημα.

Μια αμοιβαία επωφελή συμφωνία που θα απεμπλέξει την ελληνική κοινωνία και οικονομία από το υφεσιακό σπιράλ της τελευταίας εφταετίας, βάζοντας επιτέλους τέλος στη λιτότητα, αποκαθιστώντας την κοινωνική δικαιοσύνη αλλά και δίνοντας συνολική λύση στο ζήτημα του χρέους.

Αυτή ακριβώς τη λύση είναι που χρειάζεται όχι μόνο η Ελλάδα αλλά και ολόκληρη η ευρώπη ώστε να κλείσει μια και καλή ο επικίνδυνος κύκλος της κρίσης που άνοιξε το 2008.

Αυτή ακριβώς η λύση, θα μπορούσε να σημάνει και μια νέα εποχή για την προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης, δίνοντας το μήνυμα ότι η ενωμένη ευρώπη και το κοινό της νόμισμα αποτελούν ιστορικά σημεία μη επιστροφής.

Ότι η στρατηγική των ευρωπαϊκών κρατών που συμμετέχουν σε αυτό το πείραμα είναι μια, ενιαία και αδιαίρετη.

Αυτές τις σαφείς και θεμελιακές θέσεις υπηρετήσαμε καθόλη τη μακρά και πυκνή περίοδο των πολιτικών και τεχνικών διαπραγματεύσεων.

Στις Συνόδους κορυφής, στο EG, στις συζητήσεις με τους πολιτικούς ηγέτες και τους επικεφαλής των θεσμών αλλά και σε τεχνικό επίπεδο στο λεγόμενο Brussels’ Group.

Αυτή την διάθεση και αφοσίωση μας στην ευρωπαϊκή ιδέα, αποδείξαμε έμπρακτα με την κατάθεση της συνολικής και ολοκληρωμένης πρότασης συμφωνίας προς τους θεσμούς και την ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία την προηγούμενη εβδομάδα.

Η πρόταση αυτή αποτέλεσε την έμπρακτη και ειλικρινή διάθεσή μας για έναν συμβιβασμό, καθώς δεν αποτύπωσε αυτές καθεαυτές τις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων στο Brussels Group. Με δυο λόγια το κοινό τόπο των επί τρίμηνο σκληρών και επίπονων διαπραγματεύσεων. Και υπό αυτή την έννοια ήταν μια σαφής απόδειξη του σεβασμού μας και στις διαδικασίες της διαπραγμάτευσης αλλά και στους συνομιλητές μας.

Η πρόταση αυτή αποτελεί μέχρι σήμερα, τη μόνη ρεαλιστική βάση συζήτησης για την επίτευξη μιας συμφωνίας που θα σέβεται τόσο την λαϊκή εντολή της 25ης Γενάρη, όσο και τους κοινούς κανόνες που διέπουν την νομισματική ένωση.

Βασικό χαρακτηριστικό της πρότασης αυτής είναι η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων την οποία αποδέχονται πλέον και οι θεσμοί.

Διότι τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που περιλάμβανε το προηγούμενο πρόγραμμα είναι στην πραγματικότητα το άλλο όνομα της σκληρής λιτότητας.

Η πρόταση όμως αυτή αποτελεί βάση συζήτησης μόνο ως ενιαίο σύνολο.

Και αυτό σημαίνει ότι κάποιες δύσκολες παρεμβάσεις που περιγράφονται σε αυτή την πρόταση δεσμεύουν την ελληνική κυβέρνηση και θα υλοποιηθούν υπό μια και μόνη προϋπόθεση: Ότι θα υπάρξει συνολική συμφωνία – λύση για την Ελλάδα. Ότι δεν θα συνεχιστεί, δηλαδή, το θέατρο σκιών της τελευταίας πενταετίας που επιδείνωσε την κατάσταση του χρέους και τις προοπτικές εξόδου από την κρίση.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Ας μη γελιόμαστε:

Το κρίσιμο στοιχείο της διαπραγμάτευσης δεν είναι μόνο το μείγμα των μεταρρυθμίσεων που απαιτούν οι εταίροι για να κλείσει το πρόγραμμα. Το κρίσιμο είναι να σταματήσει ο φαύλος κύκλος της αυτοτροφοδοτούμενης κρίσης. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με αλλαγή της συνταγής και τερματισμό της σκληρής λιτότητας που γεννά ύφεση, αλλά σε συνδυασμό με μια ουσιαστική λύση του προβλήματος βιωσιμότητας του χρέους. Γιατί κακά τα ψέματα, μόνο έτσι η ελληνική οικονομία θα μπορούσε να ξαναγίνει ασφαλής για τους επενδυτές και τις αγορές.

Το σύνολο της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας της ελληνικής κυβέρνησης για να τελεσφορήσει, προϋποθέτει και μια ουσιαστική λύση στο πρόβλημα του χρέους.

Μια ουσιαστική λύση και όχι απλή αναφορά υπόσχεσης σε μια απόφαση EG, που ποτέ δεν υλοποιήθηκε, όπως αυτή του 2012.

Διότι διαφορετικά, όσες προσπάθειες και να κάνουμε δε θα καταφέρουμε να ξεφύγουμε από τον φαύλο κύκλο της αβεβαιότητας, που αποτελεί το κύριο εμπόδιο για το αναπτυξιακό άλμα της ελληνικής οικονομίας.

Και είμαι βέβαιος ότι κανείς στην Ευρώπη δεν θέλει να παρατείνει την αβεβαιότητα, κανείς δεν θέλει να συνεχίζουμε να βαδίζουμε στο τεντωμένο σκοινί ενός διαρκώς επερχόμενου κινδύνου.

Αν έτσι είναι τα πράγματα, τότε ο εθνικός στόχος για μια συμφωνία δε μπορεί παρά να έχει ως πρώτιστο κριτήριο όχι τόσο τη πολιτική διαχείριση της συμφωνίας αλλά την οικονομική της βιωσιμότητα.

Γι’ αυτό και πολλές φορές έχω τονίσει ότι δεν χρειαζόμαστε απλώς μια συμφωνία. Χρειαζόμαστε λύση. Μετά από πέντε ολόκληρα χρόνια χρειαζόμαστε λύση οριστική, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη. Μια λύση που θα βάζει τέλος στην πολιτική των εξωπραγματικών πλεονασμάτων και  της λιτότητας και ταυτόχρονα θα εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

Αυτό είναι το βασικό  διακύβευμα της διαπραγμάτευσης σήμερα καθώς η λιτότητα που επιβλήθηκε για να εξασφαλιστεί η αποπληρωμή ενός μη βιώσιμου χρέους, αποτέλεσε τον πυρήνα μιας αποτυχημένης επί πενταετία μνημονιακής πολιτικής.

Και η αποτυχία δεν είναι σχήμα λόγου, αλλά αναγνωρίζεται πλέον σε ολόκληρο τον κόσμο από την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών ηγεσιών και της κοινής γνώμης. Και δεν αφορά μόνο στην απόρριψη από τον ελληνικό λαό στις πρόσφατες εκλογές. Αντικατοπτρίζεται κυρίως στους δείκτες του χρέους και των κοινωνικών ανισοτήτων, αλλά και στους δείκτες της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, που παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις δεν ανέκαμψε ποτέ τα τελευταία 5 χρόνια με τα προγράμματα της σκληρής εσωτερικής υποτίμησης.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Οφείλω σε αυτό το σημείο να ομολογήσω ενώπιόν σας αλλά και ενώπιον του ελληνικού λαού, ότι η εισήγηση που μου παρέδωσε ο Πρόεδρος Γιούνγκερ, εκ μέρους των τριών θεσμών, με εξέπληξε δυσάρεστα.

Δε θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι θα μας παρέδιδαν μια πρόταση που δε θα ελάμβανε υπόψη της το κοινό έδαφος της επί τρίμηνο διαπραγμάτευσης στα Brussels Group.

Δε θα μπορούσα να φανταστώ ότι η ειλικρινής προσπάθεια της Ελληνικής Κυβέρνησης για μια έντιμη και συνολική λύση, από κάποιους θα εκλαμβάνονταν ως αδυναμία.

Κυρίως, όμως, δεν μπορούσα να φανταστώ πως οι πολιτικοί και όχι οι τεχνοκράτες, δε θα μπορούσαν να κατανοήσουν ότι, μετά από τα πέντε καταστροφικά χρόνια της σκληρής λιτότητας του μνημονίου, θα μπορούσε να βρεθεί έλληνας Βουλευτής που να ψηφίσει την κατάργηση τους ΕΚΑΣ στους χαμηλοσυνταξιούχους και την αύξηση 10 μονάδων στο ΦΠΑ στο ηλεκτρικό ρεύμα.

Και αν κάνω λάθος σε αυτή την εκτίμηση, παρακαλώ να με διαψεύσετε.

Δυστυχώς, οι προτάσεις που κατατέθηκαν από την πλευρά των θεσμών είναι σαφώς μη ρεαλιστικές και αποτελούν οπισθοχώρηση σε σχέση με το κοινό έδαφος που οικοδομήθηκε με μεγάλες δυσκολίες κατά τις διαπραγματεύσεις.

Είναι προφανές ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να συναινέσει σε παράλογες προτάσεις μέσα από τις οποίες ότι κερδίζεται από τον τερματισμό της λιτότητας με τα χαμηλά πλεονάσματα, επιστρέφει από το παράθυρο με εξοντωτικά μέτρα στους χαμηλοσυνταξιούχους και στη μέση ελληνική οικογένεια.

Και θέλω να πιστεύω ότι αυτή η πρόταση αποτέλεσε μια κακιά στιγμή για την Ευρώπη ή ένα κακό διαπραγματευτικό τρυκ και πολύ σύντομα θα αποσυρθεί από τους ίδιους τους εμπνευστές της.

Θεωρώ μολαταύτα καθήκον μου, προτού πάρω τις οριστικές αποφάσεις για τις επίσημες απαντήσεις προς τους θεσμούς, να ακούσω με προσοχή τη γνώμη των κομμάτων, σε αυτή τη κρίσιμη στιγμή για τη χώρα.

Η βασική ευθύνη προφανώς αναλογεί στη κυβέρνηση, αλλά σήμερα θα ήθελα να ακούσω και τη γνώμη της αντιπολίτευσης με αίσθημα πατριωτικής ευθύνης και με το χέρι στην καρδιά, αν μας καλεί να αποδεχθούμε τη πρόταση που κατέθεσαν οι  τρείς θεσμοί ή αν συντάσσεται εναντίον τους.

Γιατί όλο το προηγούμενο διάστημα ασκήσατε δριμεία κριτική -και βεβαίως καλοδεχούμενη η κριτική γιατί είναι η πεμπτουσία της δημοκρατίας- γιατί δεν υπογράφουμε τη συμφωνία.

Τώρα που γνωρίζετε με ακρίβεια τι μας ζητάνε να υπογράψουμε, σας καλώ με την ίδια ακρίβεια να ξεκαθαρίσετε αν αποδέχεστε ή απορρίπτετε τη προτεινόμενη συμφωνία.

Δεν είναι όμως μόνο οι παράλογες προτάσεις του πρόσφατου κειμένου που μια κακιά στιγμή για την Ευρώπη.

Και δεν είναι μόνο η ρεαλιστική πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης που αποδεικνύει την δέσμευσή της στην Ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.

Θέλω σε αυτό το σημείο να υπενθυμίσω ότι από τη στιγμή που αναλάβαμε την κυβέρνηση, έχουμε εξυπηρετήσει εξωτερικές υποχρεώσεις ύψους περίπου 7,5 δισ. ευρώ παρά τον χρηματοδοτικό στραγγαλισμό που επελέγη ως διαπραγματευτική τακτική από τους θεσμούς.

Από τον Ιούνιο του 2014, θυμίζω ότι δεν έχει εκταμιευτεί καμία δόση από το χρηματοδοτικό πρόγραμμα, ενώ από τις 18 Φλεβάρη υπάρχει σε ισχύ και περιορισμός από την ΕΚΤ ως προς τις εκδόσεις εντόκων γραμματίων, που πλέον δεν έχει κανένα νομικό έρεισμα, από τη στιγμή που παρατάθηκε η ισχύς της δανειακής σύμβασης και η χώρα βρίσκεται σε διαδικασία διαπραγματεύσεων εντός προγράμματος.

Δεν πρόκειται πλέον απλώς για νομικό ζήτημα, ούτε καν μόνο πολιτικό ζήτημα. Ο χρηματοδοτικός στραγγαλισμός της χώρας αποτελεί πλέον και ζήτημα ηθικής τάξης, που συγκρούεται με τις στοιχειώσεις, τις ιδρυτικές αρχές της Ευρώπης. Ζήτημα που εγείρει εύλογα ερωτηματικά για το μέλλον της ίδιας της Ευρώπης.

Και είμαι σίγουρος ότι δεν είναι πολλοί αυτοί που στην Ευρώπη νιώθουν περήφανοι για την τακτική αυτή. Είναι επομένως καιρός να αποδείξουν όλοι, τόσο στην Ελλάδα – κυρίως όμως στην Ευρώπη- ότι δουλεύουν για την εξεύρεση λύσης και όχι για να υποτάξουν και να ταπεινώσουν έναν ολόκληρο λαό. Γιατί τότε, αν δουλεύουν για να ταπεινώσουν ή να υποτάξουν, να ξέρουν ότι θα έχουν τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα. Και αυτό δεν είναι απειλή αλλά απλή διαπίστωση που δε χρειάζεται κανείς να μελετήσει τις δημοσκοπήσεις της κοινής γνώμης για να καταλάβει.

Αρκεί να συνομιλήσει με τους ανθρώπους γύρω του, σε κάθε πόλη και χωριό, σε κάθε εργασιακό χώρο, σε κάθε παρέα Ελλήνων, μεγαλύτερων αλλά και νεότερων, που με αγωνία τούτες τις μέρες συζητά για τις εξελίξεις και μας ζητά ένα πράγμα :

Να μην υποχωρήσουμε από τα δίκαια αιτήματά μας.

Να μην υποκύψουμε σε παράλογες και εκβιαστικές απαιτήσεις των δανειστών.

Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,

Θα με ρωτήσετε, ίσως δικαιολογημένα : Με όλα αυτά τελικά, είμαστε κοντά στο να επιτευχθεί μια βιώσιμη συμφωνία; Θα απαντήσω με το χέρι στη καρδιά : Παρά το μεγάλο πισωγύρισμα της προχθεσινής ημέρας, πεποίθησή μου είναι ότι τώρα είμαστε περισσότερο κοντά παρά ποτέ, και θα εξηγήσω γιατί.

Πρώτον γιατί είναι πλέον σαφές στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια κοινή γνώμη ότι η ελληνική πλευρά έχει προτείνει ένα ρεαλιστικό πλαίσιο λύσης και δεν στέκεται με αδιαλλαξία και αδιαφορία στις ανάγκες και των υπολοίπων εταίρων, με αδιαφορία στους κανόνες που διέπουν την νομισματική ένωση, με αδιαφορία σε όσα και η κοινή γνώμη άλλων μελών ζητά στις χώρες τους.

Δεύτερον –και ίσως και σημαντικότερο- γιατί παρά τις αντίθετες προβλέψεις και τις αντίξοες συνθήκες των τελευταίων μηνών, αντέξαμε.

Επιμείναμε και αντέξαμε να διαπραγματευόμαστε όρθιοι και με ασφάλεια για τον ελληνικό λαό. Και πλέον, μετά τη χθεσινή απόφαση του Ταμείου για μεταφορά των πληρωμών στο τέλος του μήνα, είναι πλέον σαφές σε όλους, πράγμα το οποίο όλοι κατανοούν και πρώτα από όλους κατανοούν και προεξοφλούν οι ίδιες οι αγορές, ότι κανείς δεν επιθυμεί τη ρήξη. Και ο χρόνος πια δε λιγοστεύει μόνο για μας. Λιγοστεύει για όλους.

Για αυτό ας μη βιαστούν ορισμένοι να προδικάσουν εξελίξεις, να βγάλουν συμπεράσματα.

Η ρεαλιστική προσέγγιση της ελληνικής πλευράς είναι η μόνη σοβαρή διαπραγματευτική γραμμή προκειμένου να πάμε σε βιώσιμη συμφωνία.

Κι όσο θα γίνεται περισσότερο από σαφές ότι το ελληνικό ζήτημα δεν είναι απομονωμένο, αλλά αφορά το σύνολο της Ευρωζώνης και της προοπτικής της καθώς και την παγκόσμια οικονομία, τόσο θα μεγαλώνουν οι πιθανότητες οι εταίροι μας, να προσχωρήσουν στον ρεαλισμό και τις ρεαλιστικές θέσεις που έχει καταθέσει με ευθύνη η ελληνική πλευρά.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές θα ήθελα κλείνοντας να συνοψίσω τη στρατηγική επιδίωξη της ελληνικής κυβέρνησης στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις :

Χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που έχουν γίνει ήδη αποδεκτά και έχουν ήδη  μειώσει το κόστος, τον λογαριασμό για τον ελληνικό λαό κατά 8 δισ. για τον επόμενο ενάμιση χρόνο και κατά 14 δισ. ευρώ στην πενταετία.

  • Απομείωση – αναδιάρθρωση του χρέους.
  • Προστασία των συντάξεων και του πραγματικού μισθού.
  • Αναδιανομή εισοδημάτων προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Διότι, βεβαίως, θα χρειαστεί να υπάρξει αύξηση των εσόδων, το ζήτημα είναι ποιος θα συνεχίσει να πληρώνει τα βάρη, τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα ή αυτοί που έχουν υψηλά εισοδήματα, κυρίως, όμως, αυτοί που τα τελευταία πέντε χρόνια δεν έδωσαν μερτικό, δεν πλήρωσαν στον λογαριασμό της κρίσης.
  • Επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και αντιστροφή της πορείας απορύθμισης των εργασιακών σχέσεων, που κατά τη γνώμη μας ήταν βασικό ιδεολογικό οχυρό της μνημονιακής πολιτικής. Είμαι σε θέση να σας πω ότι σε διαβούλευση με τον ILO, τον διεθνή οργανισμό εργασίας, που έχει προχωρήσει, θα παρουσιάσουμε τις επόμενες μέρες την τελική πρόταση, η οποία θα έρθει και θα νομοθετηθεί στο ελληνικό κοινοβούλιο, που είναι κυρίαρχο και θα νομοθετήσει την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων στη χώρα.
  • Ισχυρό επενδυτικό πρόγραμμα που θα δημιουργήσει θετικό σοκ στην ελληνική οικονομία, κινητοποιώντας και το λιμνάζον δυναμικό της.

Αυτοί οι έξι βασικοί άξονες είναι για εμάς άξονες που μπορούν να διέπουν, να συνοψίζουν την προοπτική μιας συμφωνίας οικονομικά βιώσιμης και κοινωνικά δίκαιης. Η προσπάθειά μας, προφανώς και θα κριθεί από το αποτέλεσμα. Και το αποτέλεσμα θα είναι προφανώς θετικότερο όσο ισχυρότερη είναι η βούληση του ελληνικού λαού να στηριχτεί η εθνική διαπραγματευτική γραμμή, η τιτάνια προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση.

Είναι όμως βέβαιο ότι τις επόμενες μέρες και όσο θα εισερχόμαστε στην τελική ευθεία, πως θα ακουστούν πολλά.

Χρειάζεται όμως ψυχραιμία, σύνεση, σωφροσύνη, κοινωνική και πολιτική στήριξη για την επίτευξη του εθνικού στόχου, για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Και είναι τώρα η ώρα της ευθύνης για όλους, βεβαίως πρωτίστως για την κυβέρνηση αλλά και για όλα τα υπόλοιπα κόμματα.

Και για την αντιπολίτευση.

Σας καλώ να στηρίξετε με ειλικρίνεια την εθνική προσπάθεια αφήνοντας κατά μέρους, σε αυτές στις κρίσιμες στιγμές, τη γραμμή της σκοπιμότητας και της κινδυνολογίας.

Θέλω, τέλος, να διαβεβαιώσω τον ελληνικό λαό, πως πέρα από περήφανος για αυτή την προσπάθεια, πρέπει να είναι και ήσυχος. Να είναι υπερήφανος γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να λυγίσει σε παράλογες απαιτήσεις. Αλλά να είναι και ήσυχος γιατί η υπομονή και επιμονή μας στη διαπραγμάτευση, η αντοχή μας αυτή, σύντομα θα φέρει καρπούς. Θα υπερασπιστούμε με τον καλύτερο τρόπο το δικαίωμα ενός ολόκληρου λαού να ζήσει με αξιοπρέπεια, κυρίως όμως να ζήσει μέσα σε συνθήκες που θα δίνουν μια προοπτική ευημερίας, προόδου, προκοπής, να ζήσει σε συνθήκες αξιοπρέπειας και ελπίδας, αισιοδοξίας.

Και είμαι βέβαιος ότι θα τα καταφέρουμε.

Σας ευχαριστώ.

Δευτερολογία

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Είχα αποφασίσει να μιλήσω μόνο επί της ουσίας σήμερα, ώστε να γίνει σαφής ενημέρωση της Βουλής, αλλά και του ελληνικού λαού, καθώς βρισκόμαστε στο πιο κρίσιμο σημείο της διαπραγμάτευσης.

Επέλεξα να μην σηκώσω τους τόνους καθότι θεωρώ ότι σε αυτό το κρίσιμο σημείο σημασία έχει η τοποθέτηση όλων των πολιτικών κομμάτων με ειλικρίνεια απέναντι στα μεγάλα διακυβεύματα που έχουμε μπροστά μας. Και επέλεξα να μη σηκώσω τους τόνους παρά τις πασιφανείς εγκληματικές ευθύνες των προηγούμενων κυβερνήσεων που συσσώρευσαν τόσα προβλήματα με τις πολιτικές τους επιλογές και που καθιστούν σήμερα τη διαπραγματευτική προσπάθεια εξαιρετικά δύσκολη.

Από τις τοποθετήσεις κυρίως του κ. Σαμαρά, αλλά και του κ. Θεοδωράκη και του κ. Βενιζέλου, διαπιστώνω ότι υπάρχει ένα νήμα που τις συνδέει, μάλλον μια προσδοκία, θα έλεγα, ότι η χώρα θα οδηγηθεί -και σύντομα μάλιστα- σε τρίτο μνημόνιο. Και, μάλιστα, αυτό το μνημόνιο θα το υπογράψει και θα το φέρει σε αυτό εδώ το Κοινοβούλιο η νέα κοινοβουλευτική Πλειοψηφία που αναδείχθηκε μέσα από τους αγώνες του λαού μας ενάντια στη λογική των μνημονίων.

Κατανοώ την προσδοκία σας. Κατανοώ τον κρυφό σας πόθο προκειμένου με αυτόν τον τρόπο να δικαιωθείτε, αλλά και να καταφέρετε να κρύψετε τις μεγάλες σας ευθύνες για την πορεία του τόπου. Θέλω, όμως, να σας διαβεβαιώσω: Μην προσδοκάτε άδικα. Αυτή η Κυβέρνηση και αυτή η Βουλή δεν πρόκειται να ψηφίσει νέο μνημόνιο.

Κι αν δίνουμε μια μάχη τέσσερις μήνες, κι αν δίνουμε μια μάχη σκληρή σε αντίξοες συνθήκες, είναι γιατί δεν ερχόμαστε να υπογράφουμε –όπως συνηθίζατε εσείς πέντε χρόνια τώρα- ό,τι ακριβώς μας φέρνουν. Υπογράφατε χωρίς να διαπραγματευτείτε!

Δεν θα ξεχάσω την τραγική ομολογία βουλευτή της τότε κυβέρνησης, Υπουργού, ότι δεν πρόλαβε να το διαβάσει αυτό που ψήφισε. Αυτή είναι η πραγματικότητα και αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στη στάση της σημερινής Κυβέρνησης που κάνει τις Ελληνίδες και τους Έλληνες περήφανους. Διότι αγωνιζόμαστε σε σκληρές συνθήκες, σε συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας, που εσείς ποτέ δεν είχατε -διότι έσπευσαν να μειώσουν ακόμα και το δικαίωμα έκδοσης εντόκων γραμματίων του ελληνικού δημοσίου- που δεν μπορεί να κάνει κανέναν περήφανο στην Ευρώπη, που τις επιλέγουν προκειμένου να γονατίσουν έναν ολόκληρο λαό και μια κυβέρνηση σε μια πολιτική που δεν έχει καμία σχέση με τις ιδρυτικές αξίες της Ευρώπης. Σε αυτές τις συνθήκες διαπραγματευόμαστε. Γιατί; Όχι μονάχα για να κλείσουμε τους δικούς σας λογαριασμούς. Διότι τους δικούς σας λογαριασμούς προσπαθούμε να κλείσουμε, τις δικές σας δεσμεύσεις προσπαθούμε να κλείσουμε. Προσπαθούμε να κλείσουμε τις δεσμεύσεις σας από τα μνημόνια που υπογράψατε. Εδώ βρισκόμαστε. Όμως, δεν αγωνιζόμαστε μόνο γι’ αυτό. Αγωνιζόμαστε και για να δώσουμε μια προοπτική για την επόμενη μέρα. Γι’ αυτό έχουμε καταθέσει ένα σαφές σχέδιο που αφορά την αναδιάρθρωση του χρέους. Κανείς δεν αναφέρθηκε σε αυτό από τις σαράντα επτά σελίδες που διέρρευσαν.

Έχετε δίκιο, κύριε Σαμαρά. Μιλήσατε, υπερασπιστήκατε σήμερα τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Παράλογο, αλλά τα υπερασπιστήκατε. Κι έχετε δίκιο να λέτε ότι μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα, αν δεν υπάρξει αναδιάρθρωση του χρέους, σημαίνει νέος δανεισμός για να αποπληρώνονται οι δόσεις του χρέους που κληρονομήσαμε. Γι’ αυτό κι εμείς απαιτούμε αναδιάρθρωση χρέους.

Αποφασίστε, όμως. Θα συνταχθείτε μαζί μας σε αυτήν την εθνική προσπάθεια, απαιτώντας αναδιάρθρωση ή θα συνταχθείτε με τους δανειστές που απαιτούν μεγαλύτερα πλεονάσματα, δηλαδή περισσότερη αφαίμαξη και του ιδιωτικού τομέα, για τον οποίο λέτε ότι νοιάζεστε;

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Άκουσα με μεγάλη προσοχή τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να δηλώνει, για άλλη μια φορά, υπερασπιστής του ιδιωτικού τομέα έναντι του δημοσίου, που λέει ότι είναι η ιερή αγελάδα. Θα ήθελα να υπενθυμίσω, κύριε Σαμαρά: Στην Ελλάδα των μνημονίων μόνο η Ελβετία κι άλλη μια χώρα, από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, έχουν λιγότερο ποσοστό δημοσίων υπαλλήλων ως ποσοστό της συνολικής απασχόλησης.

Και ποια είναι αυτή η ιερή αγελάδα στην οποία αναφέρεστε; Μήπως οι καθαρίστριες του Υπουργείου Οικονομικών που τις απολύσατε και που εδώ είχε το θράσος ο κ. Μητσοτάκης να λέει ότι είναι υποχώρηση από τις υποχρεώσεις και θα μας οδηγήσει εκτός διαπραγμάτευσης και θα μας θέσουν όρους ξανά οι δανειστές;

Θέλω, όμως, να αναφερθώ και στον ιδιωτικό τομέα που υποτίθεται ότι προστατεύετε. Προστατεύετε τον ιδιωτικό τομέα που επί πέντε χρόνια διαλύσατε και τα τελευταία δυόμισι εσείς με τις επιλογές σας. Προστασία μεγάλη του ιδιωτικού τομέα: 30% επίσημη ανεργία. Προστασία μεγάλη του ιδιωτικού τομέα: Χιλιάδες τα λουκέτα σε επιχειρήσεις. Προστασία μεγάλη του ιδιωτικού τομέα: Έλλειψη αναπτυξιακού σχεδίου, το παγωμένο ΕΣΠΑ. Έτσι προστατέψατε τον ιδιωτικό τομέα; Με αυτόν τον τρόπο;

Βεβαίως, σας άκουσα να λέτε ότι ερχόμαστε να φέρουμε βάρη και στη μεσαία τάξη. Κύριε Σαμαρά, καλό είναι να μην κυκλοφορείτε μονάχα στην Κηφισιά, διότι αν κυκλοφορήσετε στην υπόλοιπη Ελλάδα των μνημονίων, θα καταλάβετε ότι 30.000 ατομικό εισόδημα δεν χαρακτηρίζει σήμερα τη μεσαία τάξη. Δυστυχώς!

Και γι’ αυτό εμείς καταθέσαμε αυτή την πρόταση. Διότι πράγματι χρειάζεται να πιάσουμε στόχους, να ισοσκελίσουμε προϋπολογισμούς, να έχουμε αυτά τα χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Όμως, για να τα πιάσουμε αυτά, δεν θέλουμε να ρίξουμε τα βάρη στους φτωχούς, στους μεροκαματιάρηδες, στους ανθρώπους που υπομένουν και παίρνουν όλα τα βάρη στις πλάτες τους. Έχουμε μια αναδιανεμητική λογική. Αναδιανέμουμε τα βάρη. Γι’ αυτό και είπαμε αύξηση 0,6% από 30.000 έως 50.000, αύξηση 1,9% από 50.000 έως 100.000 εισόδημα και 3,2% από 100.000 έως 500.000. Εκεί θέλουμε να αυξήσουμε τα βάρη, όχι στους φτωχούς.

Όσον αφορά τον ΦΠΑ, για τον οποίο κόπτεστε, η λογική μας είναι να αυξήσουμε τα έσοδα. Ναι, πράγματι, χρειάζεται να αυξήσουμε τα έσοδα. Τα έσοδα, βεβαίως, θα αυξηθούν κυρίως μέσα από την αύξηση της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ. Μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Το μεγάλο θέμα είναι η εισπραξιμότητα και όλοι το γνωρίζουμε αυτό. Γι’ αυτό τα μοντέλα που καταθέσαμε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, είναι μοντέλα που προβλέπουν την αύξηση της εισπραξιμότητας και την ελαστικότητα.

Προσέξτε, όμως, εμείς τι καταθέσαμε στο τραπέζι; Μείωση δύο μονάδες στο ηλεκτρικό ρεύμα, από το 13% στο 11%. Το ηλεκτρικό ρεύμα αφορά το κάθε νοικοκυριό. Μείωση δύο μονάδες στην εστίαση, από το 13% στο 11%. Βεβαίως, προτείναμε αύξηση στα ξενοδοχεία, αλλά όχι πάνω από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να μην πλήξουμε την ανταγωνιστικότητα.

Θέλω, όμως, κύριε Σαμαρά, να καταγράψω ότι σήμερα είδαμε μια διαφορετική πτυχή σας, που είχαμε τουλάχιστον δυόμισι χρόνια να δούμε, τον αντιμνημονιακό κ. Σαμαρά. Σας είχαμε ξεχάσει έτσι από την εποχή του Ζαππείου ή με ένα μικρό διάλειμμα προεκλογικά που λέγατε ότι σκίζετε τα μνημόνια. Εγώ καταγράφω στα θετικά παρόλα αυτά την άρνησή σας να αποδεχτούμε ως έχει την πρόταση των τριών θεσμών. Με βοηθάει αυτή η τοποθέτηση. Θέλω ακόμα περισσότερο να σας πω ότι θέλω να καταγράψω και αυτό που είπατε για το ΦΠΑ στα νησιά. Πράγματι, στον επόμενο διαπραγματευτικό γύρο θα αναφερθώ στη στάση σας και θα πω ότι αφού ο Αρχηγός της Αντιπολίτευσης λέει πως δεν πρέπει να μειώσουμε, να καταργήσουμε την έκπτωση, δεν μπορώ εγώ να κάνω κάτι περισσότερο από αυτά που λέει ο κ. Σαμαράς.

Άρα, κύριε Αρχηγέ της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, καταγράφω τη θέση σας! Καταγράφω τη θέση σας!

Θα ήθελα, όμως, να σας ρωτήσω: Όταν ο κ. Χαρδούβελης έστελνε το περιβόητο e-mail, δεν σας είχε ρωτήσει; Διότι εδώ διαπράττετε ένα μεγάλο σφάλμα. Συγκρίνετε την πρόταση που μας δίνουν οι δανειστές με την πρόταση που δώσατε εσείς.

Το mail ήταν του κ. Χαρδούβελη, του Υπουργού των Οικονομικών, ήταν η πρόταση της Κυβέρνησής σας, δεν ήταν η πρόταση των δανειστών.

Είναι άσκοπο, λοιπόν, να συγκρίνετε την πρόταση των δανειστών με την πρόταση που εσείς κάνατε. Βεβαίως, είναι άσκοπο, διότι θα δείτε ότι είναι σχεδόν ταυτόσημη, με τη διαφορά ότι η πρόταση των δανειστών έχει χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, δηλαδή είναι κατά 8 δισεκατομμύρια χαμηλότερη απ’ ό,τι η δική σας πολιτική. Κατά 8 δισεκατομμύρια ευρώ λιγότερα βάρη στην πλάτη του ελληνικού λαού απ’ ό,τι η δική σας πολιτική, σε σχέση με τα πρωτογενή πλεονάσματα για τα επόμενα δύο χρόνια και κατά 14 δισεκατομμύρια την επόμενη τετραετία.

Θέλω να σας θυμίσω ότι σε αυτό το περιβόητο e-mail, το οποίο ήταν η πρότασή σας προς τους δανειστές, προβλέπατε και την κατάργηση της έκπτωσης του ΦΠΑ στα νησιά, προβλέπατε και την κατάργηση του επιδόματος του ΕΚΑΣ από το 2016 και μετά. Θέλω, επίσης, να σας θυμίσω ότι πρώτος έφερε το θέμα του ΕΚΑΣ, αν δεν κάνω λάθος, ο τότε Υπουργός σας, ο κ. Στουρνάρας. Άρα, λοιπόν, τι κάνουν οι δανειστές; Τι ακριβώς έκαναν προχθές, που μας έδωσαν ένα κείμενο που μας εξέπληξε δυσάρεστα; Συμπεριέλαβαν σε μία πρόταση όλες τις προτάσεις που κατά καιρούς εσείς είχατε καταθέσει και διαπραγματευόσασταν μαζί τους, προκειμένου να υλοποιήσετε.

Χαίρομαι, όμως, και θέλω να μείνω στο θετικό στοιχείο, στο ότι σήμερα -και δεν θέλω αυτό να το σχολιάσω ούτε να το επικρίνω, ίσα-ίσα θέλω να το αναδείξω ως σημαντικό στοιχείο- συντάσσεστε με την εθνική γραμμή να μην γίνει αποδεκτό ως βάση αυτό το κείμενο και άρα αυτό βοηθάει την Κυβέρνηση στη διαπραγματευτική της προσπάθεια.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

επειδή αναφερθήκατε στο τι έχει κάνει αυτή η Κυβέρνηση αυτούς τους τέσσερις μήνες και κάποιοι από τους προλαλήσαντες είπαν ότι η Κυβέρνηση έφερε τη χώρα σε χειρότερη κατάσταση απ’ ό,τι ήταν τον προηγούμενο Δεκέμβρη, όταν έγιναν οι εκλογές, προφανώς προσπαθείτε να επιχειρηματολογήσετε αξιοποιώντας μια πλάνη, τόσο μεγάλη πλάνη όσο και το περιβόητο «success story», που επί δυόμισι χρόνια μας παρουσιάζατε, την ιστορία επιτυχίας των μνημονίων που υλοποιούσατε.

Ποια είναι αυτή η πλάνη; Ότι η χώρα θα έβγαινε από τα μνημόνια ευθύς αμέσως, ότι η χώρα θα αποχωρούσε από τη σκληρή εποπτεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ευθύς αμέσως και μάλιστα θα έμπαινε στον περιβόητο Μηχανισμό Προληπτικής Πίστωσης. Μόνο που ξεχνάτε να αναφέρετε ότι μόλις τόλμησε να επισκεφτεί ο κ. Χαρδούβελης την κ. Λαγκάρντ στην Ουάσιγκτον για να της αναφέρει κάτι τέτοιο, μετά την επίσκεψή σας στο Βερολίνο, είδατε τον ορυμαγδό των spreads να ανεβαίνουν, τις αγορές να δείχνουν τα δόντια και τα φορτώσατε στον ΣΥΡΙΖΑ που έκανε αντιπολίτευση.

Και βεβαίως ξέρατε πάρα πολύ καλά ότι δεν υπήρχε ούτε μία πιθανότητα να το πετύχετε αυτό, με ένα χρέος στο 180%, που ποτέ δεν βάλατε στο τραπέζι την ανάγκη αναδιάρθρωσής του. Και ενώ το ξέρατε, ακριβώς επειδή είχατε αποφασίσει ότι θα πάμε σε εκλογές διότι δεν σας έβγαινε η πλειοψηφία του Προέδρου και είχατε σχεδιάσει τη λεγόμενη «αριστερή παρένθεση», για να έχετε επιχειρήματα μετά, συνεχίσατε το παραμύθι ότι δήθεν βγάζετε τη χώρα από το μνημόνιο.

Ε, λοιπόν, εμείς σας λέμε ότι αυτήν την ώρα διαπραγματευόμαστε σκληρά, προκειμένου να τελειώνουμε με τους λογαριασμούς σας, προκειμένου να τελειώνουμε με τα μνημόνια. Και δεν υπάρχει περίπτωση εμείς να δεχθούμε συμφωνία που δεν θα εμπεριέχει την προοπτική αναδιάρθρωσης του χρέους, προκειμένου με ασφάλεια να βγούμε σε σύντομο χρονικό διάστημα στις αγορές.

Δεν είναι εύκολο αυτό. Είναι δύσκολο. Είναι μια δύσκολη και σκληρή διαπραγμάτευση, την οποία όμως, λυπάμαι, δεν την έχετε καν στην οπτική σας. Και από τις τοποθετήσεις του κ. Σαμαρά και του κ. Βενιζέλου αντιλήφθηκα ότι δεν υπάρχει καν στην οπτική η προοπτική της αναδιάρθρωσης, της απομείωσης, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Εμείς αυτό διεκδικούμε. Και είναι σαφές ότι για εμάς δεν υπάρχει προοπτική νέου μνημονίου.

Σε αυτό το διάστημα, λοιπόν, που διαπραγματευόμαστε, αντέχουμε και ταυτόχρονα υλοποιούμε πολιτική σε δύσκολες συνθήκες, περάσαμε νόμο για την ανθρωπιστική κρίση, ο οποίος ήδη εφαρμόζεται και διευρύνεται συνεχώς, παρά το ότι οι πιστωτές μάς έλεγαν ότι είναι μονομερής ενέργεια. Ψηφίσαμε το μέτρο των εκατό δόσεων, που δεν τολμήσατε να ψηφίσετε και που οι πιστωτές έλεγαν ότι είναι μονομερής ενέργεια, μέτρο που έδωσε ανάσα σε εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις που βρίσκονταν στο χείλος της απελπισίας.

Μιλάτε για υστέρηση εσόδων πλασματική, διότι έχει να κάνει με το πότε άνοιξε η διαδικασία της είσπραξης, αλλά δεν μιλάτε για τις εισπράξεις που έχουμε, σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Μέχρι τις 5 Ιουνίου, μέχρι σήμερα, έχουν ενταχθεί στη ρύθμιση 774.000 οφειλέτες, με συνολικό ρυθμιζόμενο ποσό της τάξης των 5,65 δισεκατομμυρίων. Έχουν ήδη εισπραχθεί 368 εκατομμύρια. Σε ό,τι αφορά τα ασφαλιστικά ταμεία, έχουν ενταχθεί διακόσιες έντεκα χιλιάδες οφειλέτες, 4,4 δισεκατομμύρια ευρώ ρύθμιση και έχουν εισπραχθεί 163 εκατομμύρια ευρώ.

Μην αναρωτιέστε, λοιπόν, γιατί ο κόσμος στηρίζει την προοπτική, την προσπάθεια, τη διαπραγμάτευση τη σκληρή. Δεν είναι μόνο το αίσθημα πατριωτισμού μιας Κυβέρνησης που διαπραγματεύεται σκληρά. Είναι ότι υλοποιήσαμε και μια πολιτική που χιλιάδες συνανθρώπους μας τους ανακουφίζει σε μια δύσκολη στιγμή.

Αποκαταστήσαμε τεράστιες αδικίες που είχαν συσσωρευθεί στο δημόσιο τομέα, με το νόμο για τον εκδημοκρατισμό της Δημόσιας Διοίκησης. Προχωρήσαμε στην αποκατάσταση του «μαύρου» στην ΕΡΤ. Καταλογίσαμε τα χρέη των τηλεοπτικών σταθμών, αυτά που ποτέ δεν τολμήσατε να διανοηθείτε ότι θα μπορούσατε να καταλογίσετε, διότι κάποιοι Έλληνες έχουν άλλα δικαιώματα από κάποιους άλλους, εδώ και πάρα πολλά χρόνια σε αυτόν τον τόπο. Ποτέ δεν τολμήσατε να αγγίξετε αυτούς που ήταν στις λίστες Λαγκάρντ, τους μεγαλοπρομηθευτές του Δημοσίου, τους μεγαλοεργολάβους, τους ιδιοκτήτες καναλιών, για να πληρώσουν αυτά που ο νόμος λέει ότι πρέπει να πληρώσουν.

Προχωρήσαμε στο νόμο για την άμεση αντιμετώπιση των φαινομένων βίας και διαφθοράς στον αθλητισμό και ταυτόχρονα, με μια πολυδιάστατη και ενεργητική εξωτερική πολιτική, έχουμε κάνει την Ελλάδα κεντρική χώρα στις εξελίξεις στην Ευρώπη και στην περιοχή μας, πράγματα που ποτέ δεν τολμήσατε να διανοηθείτε, δηλαδή ότι θα μπορεί η μικρή Ελλάδα, η καταχρεωμένη Ελλάδα, να παίζει έναν κεντρικό ρόλο στο ενεργειακό παιχνίδι, παρά μονάχα να υλοποιείτε, να υλοποιείτε, να υλοποιείτε. Εμείς δεν υλοποιούμε, εμείς σχεδιάζουμε, μέσα στους τέσσερις αυτούς μήνες και βεβαίως σε συνθήκες ασφυξίας.

Θέλω, όμως, να κάνω και μια αναφορά σε κάτι που άκουσα από τον κ. Θεοδωράκη. Είπατε, κύριε Θεοδωράκη, «ο χρόνος μας τελειώνει». Ο χρόνος μόνο της Ελλάδας τελειώνει; Όχι και των εταίρων. Εμείς στο απόσπασμα; Λες και είναι μόνο ελληνικό το πρόβλημα.

Υιοθετείτε πλήρως –φαίνεται- την άποψη που λέει ότι δεν θα υπάρχει καμία επίπτωση στην Ευρώπη, στην ευρωζώνη, στην παγκόσμια οικονομία. Μας βάλατε, όμως, ένα όριο στη διαπραγμάτευση, την 14η Ιούνη. Γιατί; Προφανώς γιατί στις 14 Ιούνη κλείνει για ολιγοήμερες διακοπές η γερμανική Βουλή. Μα, είναι δυνατόν, κύριε Θεοδωράκη; Αυτό το διαδικαστικό πρόβλημα της Γερμανίας, που δεν μου το έχει θέσει μέχρι σήμερα η Καγκελάριος Μέρκελ, το θέτετε εσείς στο Ελληνικό Κοινοβούλιο!

Θέλω, λοιπόν, να απευθυνθώ και να διαβεβαιώσω και εσάς και τον ελληνικό λαό: Χρονικό όριο στη διαπραγμάτευση δεν υπάρχει. Όριο για εμάς θα είναι η επίτευξη μιας συμφωνίας που θα είναι βιώσιμη και δίκαιη. Όριο για εμάς θα είναι η αξιοπρέπεια και το δίκαιο του ελληνικού λαού και η προοπτική του Ελληνικού λαού.

Τριτολογία

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Παρά τον εκνευρισμό της τελευταίας στιγμής, νομίζω ότι ήταν μια κοινοβουλευτική διαδικασία η οποία άξιζε τον κόπο να συμβεί. Και νομίζω ότι πρέπει όλοι και όλες να επισημάνουμε ότι, παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη διαπραγματευτική διαδικασία, έχουμε ήδη δύο φορές συγκαλέσει τη Βουλή με βάση τον Κανονισμό, προκειμένου να ενημερωθεί το Σώμα για τις εξελίξεις, για την εν εξελίξει διαπραγματευτική διαδικασία και να ακουστούν υπεύθυνα οι θέσεις των Αρχηγών των Κομμάτων, κάτι που δεν έγινε –και θέλω να το υπενθυμίσω- ούτε κατά τη διάρκεια της πρώτης διαπραγματευτικής διαδικασίας –ίσως να αδικώ, αν έγινε για μια φορά, δεν θυμάμαι, από τον Γιώργο Παπανδρέου- αλλά σίγουρα δεν έγινε σε όλες τις επόμενες διαδικασίες κατά τη διάρκεια της θητείας του κ. Σαμαρά. Η Βουλή συνέρχονταν μόνο μετά το τέλος της υπογραφής κρίσιμων αποφάσεων για το μέλλον του τόπου.

Και σε ό,τι αφορά την προσπάθειά μας, θεωρώ ότι ήταν χρήσιμη διαδικασία, καθότι δόθηκε η ευκαιρία σε όλους τους Αρχηγούς των Κομμάτων με υπευθυνότητα να τοποθετηθούν, να πουν τη γνώμη τους πάνω στα κρίσιμα διακυβεύματα της επόμενης περιόδου, να τοποθετηθούν κυρίως -κι εγώ κρατώ αυτό- σε ό,τι αφορά την πρόταση που δέχθηκε η ελληνική Κυβέρνηση από τους τρεις θεσμούς. Και δεν είναι η πρόταση Γιούνκερ, είναι η πρόταση των τριών θεσμών.

Μπορώ να συμπεράνω από το σύνολο των τοποθετήσεων, ότι ορθώς προχωρούμε στη μη αποδοχή της πρότασης αυτής ως βάση συζήτησης. Βεβαίως, υπάρχουν στοιχεία στα οποία μπορεί να υπάρξει ουσιαστική σύγκλιση, όπως τα χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Η ελληνική Κυβέρνηση, όμως, θα συνεχίσει τη διαπραγμάτευση, με στόχο να έρθουμε σε μια κοινωνικά δίκαιη και οικονομικά βιώσιμη συμφωνία, με βασικούς στόχους τα χαμηλά πλεονάσματα, που σημαίνει τερματισμός της σκληρής λιτότητας και αναδιάρθρωση του χρέους.

Αυτός είναι ο στόχος που μπορεί να οδηγήσει με ασφάλεια και σύντομα τη χώρα ξανά στις αγορές, να έχουμε, δηλαδή, μια συμφωνία που θα σηματοδοτήσει και στους επενδυτές και στις αγορές ότι τελειώνει αυτή η αυτοτροφοδοτούμενη και αυτοεκπληρούμενη προφητεία συζήτησης περί εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη. Ταυτόχρονα, όμως, η συμφωνία αυτή θα προστατεύει τις συντάξεις, που έχουν πληγεί τα τελευταία πέντε χρόνια, τους μισθούς, που θα έχει μέτρα εισπρακτικά, αλλά με αναδιανεμητική λογική, που θα προστατεύει την εργασία και θα δίνει τη δυνατότητα στους εργαζόμενους, που τα τελευταία χρόνια έχουν δει τις εργασιακές σχέσεις να διαλύονται, τουλάχιστον να αγωνίζονται, να παλεύουν μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις. Αυτή η συμφωνία θα έχει και ένα ισχυρό επενδυτικό πρόγραμμα, διότι πρέπει, επιτέλους, να τελειώνει η λογική της δημοσιονομικής πειθαρχίας και να επιστρέψει και η Ελλάδα, αλλά και η Ευρώπη, στην προοπτική της ανάπτυξης. Η ατζέντα της ανάπτυξης πρέπει να επανέλθει.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές.

Δίνουμε μια μάχη σκληρή, δύσκολη, για να υπερασπιστούμε το δικαίωμα του ελληνικού λαού να προχωρήσει με αξιοπρέπεια, να ξαναστυλώσει τα πόδια του, να ξαναστήσει την παραγωγική βάση του τόπου που διαλύθηκε τα τελευταία χρόνια από ένα πρόγραμμα που απέτυχε, το πρόγραμμα της εσωτερικής υποτίμησης, που δεν κατόρθωσε να κάνει ανταγωνιστική την ελληνική οικονομία. Δίνουμε τη μάχη του ελληνικού λαού να σταματήσει να είναι το πειραματόζωο της Ευρώπης!

Δίνουμε, όμως, και μια μάχη και για λογαριασμό ολόκληρης της Ευρώπης. Δεν συμφωνώ με κάποιους που τοποθετήθηκαν, λέγοντας ότι η Ελλάδα είναι απομονωμένη. Η Ελλάδα δεν είναι απομονωμένη. Ο ελληνικός λαός σε αυτή την προσπάθεια δεν είναι απομονωμένος. Δεν θέλω να μιλήσω μονάχα για τη στήριξη που παρέχουν στις προσπάθειές μας παρατάξεις μέσα στο Κοινοβούλιο που δεν είναι η παράταξη της Αριστεράς, η μικρή παράταξη της Αριστεράς. Δεν θα αναφερθώ στις τοποθετήσεις και στις επισκέψεις Ευρωβουλευτών, Αρχηγών Κοινοβουλευτικών Ομάδων, του Gianni Pitella, των Οικολόγων, των Πράσινων.

Θέλω, όμως, να μιλήσω για την πρωτοφανή υποστήριξη που δεχόμαστε -η επιστολή των δεκαοκτώ οικονομολόγων που δημοσιεύτηκε σήμερα στους FINANCIAL TIMES το επιβεβαιώνει, μεταξύ αυτών ο Στίγκλιτς και άλλοι- η οποία μιλάει για την ελπίδα της Ευρώπης. Η ελπίδα της Ευρώπης είναι η προσπάθεια της Κυβέρνησης να ξανανομιμοποιήσει την Ευρώπη στην Ελλάδα και ταυτόχρονα να εδραιώσει την παρουσία της Ελλάδας στην Ευρώπη.

Θέλω να αναφερθώ σε δυο στρατηγικές που συγκρούονται σε αυτή την προσπάθεια:

Η μια στρατηγική είναι αυτή που θέλει μια Ευρώπη της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας, μια Ευρώπη όπου θα υπάρχει η δημοκρατική επιλογή των πολιτών, που δεν θα είναι το ίδιο μετά τις εκλογές, διότι μια χώρα είναι σε πρόγραμμα. Αν ισχύσει αυτή η λογική, τότε οι χώρες που είναι σε πρόγραμμα πρέπει να σταματήσουν να έχουν δημοκρατικές διαδικασίες, να σταματήσουν να έχουν εκλεγμένες κυβερνήσεις, στα υπουργικά έδρανα να κάθονται τεχνοκράτες και να αποφασίζουν αυτοί για το μέλλον του τόπου τους.

Από την άλλη μεριά, είναι μια στρατηγική που θέλει μια Ευρώπη διχασμένη, μια Ευρώπη της σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, της σκληρής τιμωρίας στους απείθαρχους.

Αυτές οι δύο στρατηγικές συγκρούονται σε αυτή τη διαπραγμάτευση. Οι λαοί της Ευρώπης βλέπουν με κομμένη την ανάσα αυτή την εξέλιξη. Είναι βέβαιο πως δεν είναι υπερήφανοι αυτοί που πραγματικά πιστεύουν στην Ευρώπη και στις ιδρυτικές αξίες της ενωμένης Ευρώπης, για τον κυνισμό της διαπραγματευτικής ασφυξίας που επιβάλλεται στην Ελλάδα και στη νέα ελληνική Κυβέρνηση. Και είναι βέβαιο για όσους καταλαβαίνουν -και καταλαβαίνουν- ότι η εξέλιξη σε αυτή τη μάχη δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα.

Η εξέλιξη σε αυτή τη μάχη αφορά το σύνολο των ευρωπαϊκών λαών και κρατών, την πορεία της Ευρώπης προς το μέλλον. Είναι μακριά νυχτωμένοι όσοι πιστεύουν πως μια τιμωρία της Ελλάδας θα πλήξει μόνο την Ελλάδα και πως η επόμενη μέρα στην Ευρώπη θα είναι όπως η προηγούμενη. Και είναι βαθιά νυχτωμένοι όσοι πιστεύουν ότι αν επικρατήσει η δεύτερη στρατηγική, η στρατηγική του διχασμού, η στρατηγική που ορισμένοι συντηρητικοί κύκλοι -ακραίοι συντηρητικοί κύκλοι- έχουν σήμερα απέναντι στην Ελλάδα -αλλά και για το ίδιο το μέλλον της Ευρώπης- αυτό θα αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα.

Η «καμπάνα» θα χτυπήσει κυρίως για τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, που ακόμα κι αν σήμερα δέχονται τις θετικές επιπτώσεις της ποσοτικής χαλάρωσης του προγράμματος Ντράγκι, αυτό θα διαρκέσει για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Σε ενάμισι χρόνο από σήμερα η Ιταλία θα συνεχίσει να έχει χρέος πάνω από 130% περίπου του ΑΕΠ της και κοντά στα δύο τρισεκατομμύρια. Βεβαίως, αφορά και τη Γαλλία, αφορά και την ίδια τη Γερμανία.

Θέλω, λοιπόν, να επαναλάβω ότι αυτή τη μάχη θα τη δώσουμε με πείσμα και αυτοπεποίθηση, απαντώντας και ανταποκρινόμενοι στην εντολή του ελληνικού λαού, αλλά και στη συνεχιζόμενη στήριξή του. Αυτή τη μάχη θα τη δώσουμε με πατριωτικό αίσθημα ευθύνης. Και αυτή τη μάχη είμαστε βέβαιοι ότι στο τέλος της ημέρας. αν την κερδίσουμε, όλοι θα επωφεληθούν και όσοι σήμερα μας έκαναν κριτική και όσοι και αύριο θα μας κάνουν κριτική, γιατί αυτή είναι η πεμπτουσία της δημοκρατίας.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές.

Θέλω να σας ευχαριστήσω για τη διαδικασία και να επισημάνω ότι παρά τις δυσκολίες, διατηρώ την αισιοδοξία μου. Είμαστε κοντύτερα σε μια βιώσιμη και δίκαιη λύση, παρά το γεγονός ότι τις τελευταίες μέρες είχαμε μια εξέλιξη που όλους μάς δυσαρέστησε. Είμαι βέβαιος, όμως, πως τις επόμενες μέρες η ελληνική θέση και στάση, που είναι συνεπής και ρεαλιστική, θα δικαιωθεί.

Σας ευχαριστώ.