Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον Πρόεδρο και φίλο Νίκο Αναστασιάδη, για τη φιλοξενία του. Να ευχαριστήσω, βεβαίως, και τον Εμμανουέλ, αλλά και όλους τους συναδέλφους, που είπαν πολύ καλά λόγια σε αυτήν τη Σύνοδο για τη σημαντική επιτυχία της Ευρώπης – εγώ έτσι το βλέπω – κι όχι της Ελλάδας και της Βόρειας Μακεδονίας, για την επίλυση μιας πολύ σημαντικής διαφοράς.
Να πω ότι για μένα το πιο σημαντικό σήμερα και η πιο σημαντική είδηση είναι ότι ξαναβρισκόμαστε μαζί και οι επτά, μετά από σχεδόν έναν χρόνο. Και ακόμα πιο σημαντικό, θα έλεγα, ότι ο νότος της Ευρώπης συναντιέται στο νοτιοανατολικότερο άκρο της Ευρώπης, στην Κύπρο. Και δίνουμε ένα μήνυμα ενότητας και αποφασιστικότητας να υπερασπιστούμε, παρά τις όποιες διαφορές μπορεί να έχουμε – και έχουμε διαφορές πολιτικές – να υπερασπιστούμε τις βασικές αξίες τις ευρωπαϊκές, να υπερασπιστούμε την προοπτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, να υπερασπιστούμε, όμως, και το διεθνές δίκαιο και να παίξουμε έναν καταλυτικό ρόλο στο επόμενο διάστημα, τόσο στις εξελίξεις που αφορούν την ίδια την Ευρώπη όσο όμως και στις περιφερειακές εξελίξεις.
Οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου, δεν υπάρχει αμφιβολία, βίωσαν το προηγούμενο διάστημα με ιδιαίτερο τρόπο τις σημαντικότερες κρίσεις που πέρασε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Τόσο την οικονομική κρίση, όσο όμως και την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση.
Συνεπώς, έχουμε έναν λόγο παραπάνω και μέσα από την εμπειρία που έχουμε αποκομίσει να παλεύουμε μαζί για να αντιμετωπίσουμε τις περιφερειακές ανισότητες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια προοπτική κοινωνικής σύγκλισης και σύγκλισης μεταξύ των χωρών, κρατών – μελών. Αλλά, βεβαίως, έχουμε και κάθε λόγο να θέλουμε να αντιμετωπιστεί η μεταναστευτική κρίση μέσα από το πρίσμα της αρχής της αλληλεγγύης και του διαμερισμού της ευθύνης και όχι μέσα από μια αντίληψη που θέλει τον καθένα να αντιμετωπίζει τα προβλήματα μόνος του, ιδίως δε όταν αυτά τα προβλήματα δεν αφορούν καθέναν ξεχωριστά, αλλά αφορούν το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πιστεύω ακράδαντα ότι οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου, ιδιαίτερα σε μία περίοδο όπου κυριαρχεί η λογική του απομονωτισμού, η λογική της εθνικής περιχαράκωσης, σε μία εποχή όπου ο ρατσισμός και η ξενοφοβία γίνονται ηγεμονικός πολιτικός λόγος, μπορούν και μέσα από την παράδοση και την κουλτούρα τους, αλλά και τη διαφορετική στοχοπροσήλωσή τους να δώσουν ένα μήνυμα. Να δώσουμε ένα μήνυμα συνεργασίας και ένα μήνυμα ότι υπάρχουν ευρωπαϊκές λύσεις σε όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε.
Θα ήθελα να μείνω λίγο περισσότερο στο θέμα της μεταναστευτικής κρίσης. Στη συζήτησή μας άλλωστε πήρε, ίσως, τον περισσότερο χρόνο. Τονίσαμε την ανάγκη η Ευρώπη να αποκτήσει ένα νέο κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου, στη βάση της αλληλεγγύης και του δίκαιου επιμερισμού των ευθυνών. Δεν μπορούμε να μιλάμε, όμως, για αλληλεγγύη χωρίς αυτό πρακτικά να εκφράζεται, χωρίς δηλαδή τη δημιουργία ενός μηχανισμού αναδιανομής των αιτούντων ασύλου μεταξύ των κρατών – μελών. Και άρα αποτελεί για εμάς μια σημαντική προτεραιότητα το επόμενο διάστημα η αναθεώρηση της Συνθήκης του Δουβλίνου.
Όπως, επίσης, για να περάσω και στα θέματα που απασχόλησαν τη συνάντησή μας και αφορούν το μέλλον της Ευρωζώνης και τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και στην Ευρωζώνη ειδικότερα, συμφωνήσαμε ότι πρέπει το επόμενο διάστημα από κοινού να παλέψουμε, να διεκδικήσουμε εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης την προοπτική ενός προϋπολογισμού της Ευρωζώνης, την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, καθώς και την κατεύθυνση της αντιμετώπισης των κοινωνικών ανισοτήτων και της σύγκλησης ενός ευρωπαϊκού ταμείου για την καταπολέμηση της ανεργίας.
Βεβαίως, συζητήσαμε και για τις περιφερειακές εξελίξεις. Και πώς να μη συζητήσουμε άλλωστε, αφού βρισκόμαστε στην Κύπρο, και για την Τουρκία. Για τη σημασία που έχει η συνεργασία και ο διάλογος της Ε.Ε. με την Τουρκία σε μία σειρά από τομείς, από την οικονομία, την ενέργεια ως τη μετανάστευση, αλλά και για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Εγώ θα έχω την ευκαιρία την επόμενη εβδομάδα να βρεθώ στην Κωνσταντινούπολη και να συναντήσω τον Πρόεδρο Ερντογάν. Πέραν από τις δικές μου, βεβαίως, σκέψεις, θα του μεταφέρω και το κλίμα της σημερινής συνάντησης, διότι πιστεύω ότι και οι επτά εδώ συμφωνούμε στο ότι οι σχέσεις της κάθε χώρας ξεχωριστά, αλλά και της Ε.Ε. με την Τουρκία πρέπει να βασίζονται στον αμοιβαίο σεβασμό και πάνω από όλα στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου. Επιβάλλεται να υπάρξει σεβασμός από την Τουρκία στο διεθνές δίκαιο, τόσο στην ανατολική Μεσόγειο, όσο και στο Αιγαίο.
Σε αυτό το πλαίσιο, βεβαίως, είναι αυτονόητο ότι όλοι μας στηρίζουμε την προοπτική μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού, στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ, αλλά και στη βάση του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτή η λύση δεν μπορεί να έχει παρεμβάσεις τρίτων, τρίτους εγγυητές, ούτε βεβαίως κατοχικά στρατεύματα.
Από την άλλη, θέλω να υπογραμμίσω ότι η όποια λύση θα είναι και πρέπει να είναι, παλεύουμε να είναι προς όφελος όλου του κυπριακού λαού. Δηλαδή Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Όπως, επίσης, πιστεύω ότι και τα όποια οφέλη από την αξιοποίηση των φυσικών πόρων, που είναι κυριαρχικό δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και το έχουμε τονίσει αυτό επανειλημμένως, πρέπει να είναι οφέλη τα οποία θα μοιραστούν δίκαια, τόσο σε Ελληνοκύπριους, όσο και σε Τουρκοκύπριους.
Βεβαίως και κουβεντιάσαμε και για τα ενεργειακά, θα κουβεντιάσουμε και στην πορεία, στο δείπνο γι’ αυτά. Εγώ θα ήθελα να πω ότι ένα ιδιαίτερης γεωπολιτικής σημασίας project ενεργειακό για τη μεταφορά των ενεργειακών πόρων της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου στην Ευρώπη είναι ο αγωγός East Med. Και πιστεύω ότι αυτό το project είναι ένα project που πρέπει να μας βρει όλους να συνεργαζόμαστε στην προοπτική της υλοποίησής του, αλλά και στην προοπτική της εξασφάλισης, επαναλαμβάνω, της ασφαλούς μεταφοράς των ενεργειακών πόρων από την Ανατολική Μεσόγειο στον ευρωπαϊκό χώρο, στο πλαίσιο, βεβαίως, της πολλαπλότητας των πηγών και των δρόμων ενέργειας, μία αρχή την οποία όλοι στηρίζουμε.
Με αυτές τις σκέψεις θα ήθελα, για άλλη μία φορά, να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, τον φίλο Νίκο, για τη φιλοξενία και να επαναλάβω ότι το μήνυμα που δίνουμε σήμερα εδώ είναι ένα μήνυμα συμπόρευσης στην κατεύθυνση εξεύρεσης κοινών ευρωπαϊκών λύσεων. Το μήνυμα που δίνει η επιτυχής προσπάθεια που είχαμε σε ό,τι αφορά τη διαφωνία, την τριακονταετή, για την ονομασία με τη Βόρεια Μακεδονία είναι επίσης ένα μήνυμα ότι υπάρχουν ευρωπαϊκές λύσεις μέσα από τον διάλογο και μέσα από την αλληλοκατανόηση. Πιστεύουμε σε μια Ευρώπη που μπορεί να δίνει λύσεις, αντί να βυθίζεται στην εσωστρέφεια. Και, βεβαίως, πιστεύουμε και σε μια Ευρώπη που θα είναι πιο αποτελεσματική, αλλά ταυτόχρονα και πιο δημοκρατική και πιο κοινωνική. Και, βεβαίως, σε μια Ευρώπη, η οποία θα μπορεί, πέρα από το να λύνει τα δικά της προβλήματα, να παίζει και έναν ουσιαστικό ρόλο στη διεθνή σκηνή ως πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας.
Και θέλω να επαναλάβω ότι η προσπάθειά μας, και των επτά, εδώ ιδιαίτερα στην Κύπρο, σηματοδοτεί ότι είμαστε αποφασισμένοι να δουλέψουμε για την ειρήνη και τη σταθερότητα σε αυτήν την αποσταθεροποιημένη περιοχή της Ευρώπης, που είναι η Νοτιοανατολική Μεσόγειος.
Με αυτές τις σκέψεις ευχαριστώ και πάλι τον Πρόεδρο Νίκο για τη φιλοξενία.